Home Ζήνωνας Τζιάρρας Η Τουρκική Κοινή Γνώμη για το Κυπριακό. Του Ζήνωνα Τζιάρρα

Η Τουρκική Κοινή Γνώμη για το Κυπριακό. Του Ζήνωνα Τζιάρρα

den ksexno

 


Με τον τίτλο «40 χρόνια από την παρέμβαση [σσ. η εισβολή του 1974 κατά τους Τούρκους]: η τουρκική κοινή γνώμη για τη διαμάχη της Κύπρου», το τουρκικό Κέντρο για Σπουδές Οικονομικών και Εξωτερικής Πολιτικής (EDAM), δημοσίευσε έρευνα όπου καταγράφεται η σφυγμομέτρηση της τουρκικής κοινής γνώμης κατά το 2014 σχετικά με το ποια θα έπρεπε να είναι η έκβαση των διαπραγματεύσεων για το Κυπριακό.

Συγκεκριμένα, η ερώτηση που υπεβλήθηκε στους συμμετέχοντες ήταν, «Μετά από αρκετό καιρό, η τουρκική και ελληνική πλευρά έχουν ξαναρχίσει διαπραγματεύσεις για την επίλυση του Κυπριακού ζητήματος. Ποια από τις ακόλουθες εκβάσεις που θα [σας] διαβάσω θα θέλατε να δείτε να υλοποιούνται στις διαπραγματεύσεις;»

Οι επιλογές που δόθηκαν στους ερωτηθέντες ήταν πέντε (5):

  • Η κυπριακή διαμάχη έχει κρατήσει για πάρα πολύ. Πρέπει να βρεθεί μια λύση, υπό οποιουσδήποτε όρους.
  • Ένα νέο κυπριακό κράτος πρέπει να σχηματιστεί στο οποίο Τουρκοκύπριοι και Ελληνοκύπριοι θα ζούνε μαζί και το οποίο θα είναι κράτος-μέλος της ΕΕ.
  • Ένα καινούργιο κράτος πρέπει να δημιουργηθεί στο οποίο να ζούνε μαζί και οι δύο πλευρές, αλλά η ΕΕ δεν θα πρέπει να έχει καθολική κυριαρχία επί της νήσου μέχρις ότου γίνει και η Τουρκία κράτος-μέλος [της ΕΕ].
  • Δεν υπάρχει ανάγκη για ώθηση προς τη λύση, η καλύτερη επιλογή είναι να υπάρχουν δύο ξεχωριστά κράτη στο νησί.
  • Δεν γνωρίζω/Δεν απαντώ.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, την πρώτη επιλογή επέλεξε το 23,5%, τη δεύτερη το 17,8%, την τρίτη το 18,6%, και την τέταρτη το 26,4% ενώ το 13,8% των ερωτηθέντων παρέμεινε ουδέτερο απαντώντας πως δεν γνωρίζει ή δεν επιθυμεί να απαντήσει (βλ. πίνακα).

Προσαρμοσμένο από  τον γράφοντα στην ελληνική γλώσσα, από την έκθεση EDAM.

 

Ένα πρώτο γενικό συμπέρασμα είναι ότι τα ποσοστά των δύο πρώτων απαντήσεων, οι οποίες υποστηρίζουν τη λύση χωρίς κάποια προϋπόθεση για την Τουρκία, αποτελούν συμψηφιστικά το 41,3% των ερωτηθέντων. Αν σε αυτό το ποσοστό προσθέσουμε και το 18,6% της τρίτης απάντησης μόνος όρος της οποίας είναι ο περιορισμένος ρόλος της ΕΕ στην Κύπρο εάν η Τουρκία δεν ενταχθεί σε αυτή, τότε έχουμε ένα ποσοστό της τάξης του 59,9%. Αυτό σε πρώτη φάση σημαίνει ότι, γενικά, η πλειοψηφία της τουρκικής κοινής γνώμης ευνοεί τη λύση του Κυπριακού, δίχως όμως αυτή να προσδιορίζεται πέραν της γενικής προϋπόθεσης ότι οι δύο κοινότητες θα ζούνε μαζί. Οι υποστηρικτές μια διχοτομικής λύσης δύο κρατών παραμένουν μειοψηφία, μολονότι όχι ευκαταφρόνητη.

Η έκθεση του EDAM σημειώνει επίσης πως αν λάβουμε υπόψη τα ποσοστά της δεύτερης και τρίτης απάντησης, τότε βλέπουμε ότι το ποσοστό της τουρκικής κοινής γνώμης που θέλει λύση που να σχετίζεται με την ΕΕ ανέρχεται περίπου στο 36%. Η εν λόγω έκθεση δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην ευρωπαϊκή διάσταση της λύσης και των αποτελεσμάτων, πιθανόν για λόγους προώθησης της άποψης ότι η ΕΕ πρέπει να παίξει κεντρικό ρόλο και ότι αυτό συνδέεται με τη στάση της ΕΕ προς την Τουρκία. Αυτό που δεν υπογραμμίζει είναι το γεγονός πως η τουρκική κοινή γνώμη φαίνεται πρωταρχικά να ευνοεί τη Λύση του Κυπριακού.

Ακόμη και αν τα ποσοστά που θέτουν ως προϋπόθεση την τουρκική ευρωπαϊκή ένταξη για κυριαρχία της ΕΕ στο νησί (3η απάντηση) αφαιρεθούν από την εξίσωση, οι ξεκάθαροι υποστηρικτές της λύσης παραμένουν όπως σημειώθηκε νωρίτερα στο 41,3%. Περαιτέρω, η προϋπόθεση της τρίτης απάντησης δεν αφορά πρωτίστως τη λύση αλλά τις σχέσεις ΕΕ-Κύπρου και κατά σύνδεση τις σχέσεις Τουρκίας-ΕΕ (και αναπόφευκτα τις σχέσεις Τουρκίας-Κύπρου).

Επιπροσθέτως, τα αποτελέσματα της έρευνας έχουν να κάνουν και με το συσχετισμό των διαφόρων απαντήσεων με τις πολιτικές/κομματικές/ψηφοφορικές τάσεις των ερωτηθέντων. Έτσι, φαίνεται αρχικά ότι η λύση των δύο κρατών εννοείται κυρίως από τους πιο εθνικιστές ερωτηθέντες που μάλιστα πρόκεινται στο Κόμμα Εθνικιστικής Δράσης (MHP) το οποίο παραδοσιακά διατηρεί αυτή τη στάση στο Κυπριακό. Το 31,3% των ψηφοφόρων του MHP υποστήριξε τη διχοτόμηση.

Σχετικά ψηλά ποσοστά (μεταξύ 25% και 26%) αυτής της τάσης υπάρχουν και μέσα σε όλα τα υπόλοιπα κόμματα, με το δεύτερο ψηλότερο (26,1%) να βρίσκεται μεταξύ των ψηφοφόρων του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος (CHP) το οποίο έχει επίσης ισχυρές εθνικιστικές τάσεις στους κόλπους του. Μάλιστα, η λύση δύο κρατών ήταν η πιο δημοφιλής για τους ψηφοφόρους του CHP (όπως και του MHP). Ας μην ξεχνάμε ότι Πρωθυπουργός στην Τουρκία κατά την εισβολή του 1974 ήταν ο Μπουλέντ Ετζεβίτ του CHP ενώ στην εξουσία ήταν η κυβέρνηση συνασπισμού μεταξύ του CHP και του φιλο-Ισλαμικού Κόμματος Εθνικής Σωτηρίας (MSP) του Νετζμετίν Ερμπακάν. Εξίσου σημαντικό είναι το ότι ο Ετζεβίτ είχε θεωρηθεί εθνικός ήρωας μετά την εισβολή. Ήταν ο ίδιος που δήλωσε πως «το Κυπριακό λύθηκε το 1974, από τον Τουρκικό στρατό», ενώ στην Τουρκία είχε θεωρηθεί ότι η κατεχόμενη Κύπρος είχε «κερδηθεί» από τον Ετζεβίτ και συνεπώς η απώλειά των θα επέφερε μεγάλο πολιτικό πλήγμα σε οποιαδήποτε κυβέρνηση «τα έχανε».

Παρόμοια βλέπουμε και στο κυβερνόν Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ), στο φιλο-κουρδικό Κόμμα Ειρήνης και Δημοκρατίας (BDP), αλλά και στους ερωτηθέντες που δεν δήλωσαν τί ψηφίζουν. Εφόσον γνωρίζουμε την ιδιάζουσα περίπτωση του εθνικισμού και του συντηρητισμού στην Τουρκία, οι οποίοι είναι συχνά συνυφασμένοι, τότε μπορούμε να αντιληφθούμε και τις «Κεμαλικες» ή εθνικιστικές τάσεις και μέσα σε αυτή την ομάδα της κοινωνίας. Εξ άλλου, τα δύο τρίτα (2/3) της τουρκικής κοινωνίας αυτό-προσδιορίζονται ως δεξιοί (και άρα συντηρητικοί), σε ένα φάσμα που κυμαίνεται από την κεντρο-δεξιά μέχρι την άκρα-δεξιά. Σε ό,τι δε αφορά το φιλο-κουρδικό κόμμα το οποίο ψηφίζεται κατά κύριο λόγο από Κούρδους, μπορούμε να αντιληφθούμε την προτίμηση στη διχοτόμηση εάν λάβουμε υπόψη το δικό τους (κουρδικό) πρόβλημα στην Τουρκία το οποίο πολλοί Κούρδοι θεωρούν ότι θα λυθεί με την (νομική, πολιτική και εδαφική) αυτονόμησή τους.

Τέλος, 92 ερωτηθέντες, ειδικοί εξωτερικής πολιτικής, απάντησαν με συντριπτική πλειοψηφία (51%) υπέρ της δεύτερης επιλογής, δηλαδή μιας συμβιωτικής λύσης εντός της ΕΕ. Η δεύτερη δημοφιλέστερη επιλογή (23,5%) ήταν η τρίτη απάντηση που θέτει ως προϋπόθεση την τουρκική ένταξη στην ΕΕ.

Γενικά, και παρά τις σημαντικές εθνικιστικές φωνές που παραμένουν, φαίνεται ότι τουρκική κοινή γνώμη μετακινείται προς τη θετική αντιμετώπιση μιας λύσης του Κυπριακού. Βέβαια αυτό αποτελεί εκτίμηση καθώς δεν έχουμε λάβει υπόψη παλιότερα στοιχεία, αν υπάρχουν. Και ενώ η εξέταση των λόγων μιας τέτοιας μεταβολής χρήζει ανάλυσης εις βάθος, η προεκτάσεις είναι σημαντικές.

Κατ’ αρχάς, σημαίνει ότι το ΑΚΡ και ο Ερντογάν δεν αντιμετωπίζει κάποιο σοβαρό εμπόδιο από πλευράς κοινής γνώμης για να κινηθεί προς μια λύση. Μάλιστα, η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΑΚΡ σύμφωνα με τα ποσοστά των τριών πρώτων απαντήσεων (26,6% + 17,4% + 17,3% = 60,3%), ευνοεί γενικότερα τη λύση του Κυπριακού. Αυτό είναι σημαντικό διότι το ΑΚΡ ενδιαφέρεται για την εκλογική του βάση, αφού είναι το ισχυρότερό του όπλο για παραμονή στην εξουσία. Επίσης, το Κυπριακό αυτή τη στιγμή δεν είναι ψηλά στην ατζέντα ούτε των ελίτ αλλά ούτε και της κοινής γνώμης και συνεπώς η πιθανή επίλυσή του δεν θα ήταν τόσο σημαντική για τους Τούρκους ώστε να κρίνει κάποιο εκλογικό αποτέλεσμα. Περιφερειακά ζητήματα όπως αυτό της Συρίας, του Ιράκ αλλά και γενικότερα του Κουρδικού είναι πιο σημαντικά, σε συνάρτηση πάντα με εσωτερικά ζητήματα δημοκρατίας, οικονομίας και ανάπτυξης.

Κατά δεύτερο, σημαίνει ότι το ΑΚΡ δεν έχει κάποια δικαιολογία να κρατήσει το Κυπριακό άλυτο, παρόλο που είναι γεγονός ότι η έκθεση EDAM της δίνει τη «νομιμοποίηση» να θέσει την ένταξη της στην ΕΕ ως προϋπόθεση και γενικότερα να αναγάγει το ρόλο της ΕΕ σε μείζον ζήτημα για τη διευθέτηση του Κυπριακού.

Τέλος, πρέπει να σημειωθεί ότι δεν πρέπει να δοθεί υπερβολική σημασία στα αποτελέσματα της έκθεσης. Πρώτον διότι, όπως λέγεται συνήθως, «οι αριθμοί λένε ότι τους λες» και εύκολα χειραγωγούνται. Μια διαφορετική, δηλαδή, μεθοδολογία έρευνας και μια άλλη σειρά ερωτήσεων ίσως να οδηγούσαν σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα. Και δεύτερον, διότι οι παράγοντες που πρέπει να ληφθούν υπόψη είναι πολύ περισσότεροι και δεν έχουν να κάνουν μόνο με την κοινή γνώμη αλλά και με άλλα κοινωνικά, διπλωματικά, οικονομικά και γεωπολιτικά ζητήματα.

Γράφει: Ζήνωνας Τζιάρρας