Το Κυπριακό πρόβλημα, μέσα στη σύνθετη πολυπλοκότητά του, είναι ταυτόχρονα και σχετικά πολύ απλό ως προς τους πιθανούς τρόπους επίλυσής του.
Κάθε καλόπιστος τρίτος παρατηρητής που θα επιχειρήσει να μελετήσει τα διάφορα σχέδια / προτάσεις που έχουν υποβληθεί από το 1974 μέχρι σήμερα, εύλογα θα καταλήξει στο συμπέρασμα ότι το κυπριακό θα λυθεί είτε με κάποιο συμβιβασμό, είτε με οριστική διχοτόμηση. Η διατήρηση του υφιστάμενου status quo δεν είναι τρίτη επιλογή, εφόσον εξελικτικά επίσης οδηγεί στη διχοτόμηση. Άλλος τρίτος μαγικός τρόπος ούτε διαφαίνεται, ούτε είναι ιδιαίτερα πιθανό να εμφανιστεί. Και με δεδομένη τη χαώδη διαφορά ισχύος μεταξύ του θύματος και του κατακτητή, αν σε κάποια στιγμή στο απώτερο μέλλον θεωρητικά ανατραπεί το υφιστάμενο ισοζύγιο δυνάμεων, κατά πάσα πιθανότητα αυτό θα γίνει εις βάρος του αδυνάτου.
Ο ίδιος παρατηρητής επίσης μπορεί να διαπιστώσει ότι με την πάροδο του χρόνου, όλες οι προτάσεις λύσης (Δείκτες Κουεγιάρ, Ιδέες Γκάλι, Σχέδιο Ανάν κλπ) τείνουν να γείρουν την πλάστιγγα εις βάρος της ε/κ πλευράς, δημιουργώντας στους Ελληνοκυπρίους δικαίως την αίσθηση του “κάθε πέρσι και καλύτερα”. Αυτό φυσιολογικά εν μέρει έχει προκύψει, δεδομένου ότι η δική μας πλευρά διαχρονικά στην ειλικρινή της αγωνία για λύση κατέφευγε σε διάφορες παραχωρήσεις, χωρίς να έχει λάβει ποτέ τα ανάλογα ανταλλάγματα.
Συνεπώς, πολύ ωμά και ρεαλιστικά ομιλούντες, κατά την ταπεινή μου άποψη, η Ε/Κ πλευρά έχει δύο επιλογές ενώπιόν της: είτε να αποφασίσει και συνειδητά να επιλέξει την οδό της διχοτόμησης (η οποία θεωρώ ότι ναι μεν είναι καταστροφική, είναι όμως μια έντιμη και καθαρή επιλογή), είτε να μπει στη λογική της σοβαρής διαπραγμάτευσης με θετική διάθεση για να φτάσει σε ένα σχέδιο όσο το δυνατό λιγότερο επιζήμιο και όσο το δυνατό περισσότερο βιώσιμο.
Καλώς ή κακώς, οι Τουρκοκύπριοι στις πρόσφατες “εκλογές” στα κατεχόμενα, επέλεξαν να προβούν σε μια πολιτική υπέρβαση, εκλέγοντας ως ηγέτη τους έναν άνθρωπο μη προερχόμενο από μεγάλο πολιτικό κόμμα, το Μουσταφά Ακκιντζί. Στην ε/κ κοινότητα, ως συνήθως, η εκλογή Ακκιντζί έγινε και πάλι αντικείμενο εκατέρωθεν υπερβολών. Αφενός ακούστηκαν φωνές υπερφίαλης αισιοδοξίας ωσάν το κυπριακό να το λύσαμε ήδη πριν καν αρχίσουν οι συνομιλίες κι αφετέρου ακούστηκαν και οι συνήθεις αρνητικές φωνές του ισοπεδωτικού μηδενισμού, ως να μην υπάρχει καμία απολύτως διαφορά μεταξύ Ακκιντζί και Έρογλου.
Έχω την αίσθηση ότι ανεξαρτήτως των όποιων προσωπικών πεποιθήσεων του καθενός μας, ενίοτε παραγνωρίζουμε ορισμένα βασικά δεδομένα που ισχύουν στο Κυπριακό, τα οποία καλώς ή κακώς υφίστανται:
- Η Διζωνική Δικοινοτική Ομοσπονδία είναι το συμπεφωνημένο πλαίσιο λύσης, το οποίο έχουν αποδεχθεί ΟΛΕΣ οι κυπριακές και ΟΛΕΣ οι ελληνικές κυβερνήσεις, ΟΛΟΙ οι Πρόεδροι της Δημοκρατίας, περιλαμβάνεται στις Συμφωνίες Κορυφής, σε σειρά Ψηφισμάτων του ΟΗΕ, αλλά και στη συμφωνία της 8ης Ιουλίου. Η οποιαδήποτε εκ μέρους μας πρόθεση περί “αποτίναξης” της ΔΔΟ, απλά βάζει ταφόπλακα στο όποιο τυχόν μέλλον έχει μια προοπτική διευθέτησης και την ίδια στιγμή δίνει στην άλλη πλευρά το δικαίωμα να εγείρει δικές της μαξιμαλιστικές θέσεις. Η δε εφεύρεση του όρου “ΔΔΟ με σωστό περιεχόμενο” εμπεριέχει τόση εγκυρότητα όσο το “ολίγον έγκυος”.
- Τον Απρίλη του 2004 οι Ελληνοκύπριοι είπαν ΟΧΙ σε ποσοστό 76% σε ένα συγκεκριμένο Σχέδιο Λύσης (το Σχέδιο Ανάν), στη βάση συγκεκριμένων αρνητικών προνοιών του. Δεν είπαν ΟΧΙ γενικά στην εξεύρεση λύσης ή στη ΔΔΟ. Είναι εντελώς αυθαίρετο αυτό το συμπέρασμα και δεν μπορεί να τεκμηριωθεί με καμιά σοβαρή ανάλυση.
- Στην επιχειρηματολογία εναντίον του Σχεδίου Ανάν τότε είχε χρησιμοποιηθεί κατά κόρον το επιχείρημα ότι μία μόλις εβδομάδα μετά, με την ένταξή μας στην ΕΕ, η θέση μας θα ισχυροποιούνταν κατά πολύ και συνεπώς θα μπορούσαμε να διαπραγματευτούμε από θέση ισχύος ένα καλύτερο Σχέδιο. Όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων, η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ δεν συνέβαλε ποσώς στην επίλυση του κυπριακού, ούτε ισχυροποίησε τη θέση μας καθ’ οιονδήποτε τρόπο.
- Τον Ιούνιο του 2004, στις τότε Ευρωεκλογές, οι ίδιοι Ελληνοκύπριοι που είπαν ΟΧΙ πριν από μόλις δύο μήνες, ανέδειξαν πρώτο κόμμα το ΔΗΣΥ, ο οποίος ήταν το μόνο από τα μεγάλα κόμματα που στήριξε επίσημα το ΝΑΙ.
- Το 2008, οι ίδιοι Ελληνοκύπριοι που είπαν ΟΧΙ το 2004, εξέλεξαν στην Προεδρία της Δημοκρατίας το Δημήτρη Χριστόφια (αφήνοντας μάλιστα εκτός Β’ γύρου τον ηγέτη του ΟΧΙ Τάσσο Παπαδόπουλο) και το 2013 το Νίκο Αναστασιάδη (ηγέτη του ΝΑΙ).
- Το 2010 το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ), μετά την εσφαλμένη πολιτική φιλοσοφία για δήθεν επίλυση του κυπριακού διά της νομικής οδού μέσω μαζικών προσφυγών, αναγνώρισε την Επιτροπή Αποζημιώσεων στα κατεχόμενα ως ένδικο μέσο που παρέχει ικανοποιητική θεραπεία.
- Έκτοτε, πάνω από 6000 Ελληνοκύπριοι προσέφυγαν μέχρι σήμερα στην εν λόγω Επιτροπή, ζητώντας την πώληση των περιουσιών τους, ουσιαστικά έναντι πινακίου φακής.
- Πάνω από €11 εκατομμύρια δαπάνησαν οι Ελληνοκύπριοι στα κατεχόμενα μόνο κατά το 2014, εκ των οποίων το μεγαλύτερο μέρος αφορά σε διαμονές σε ξενοδοχεία, παιγνίδι στα καζίνο και αεροπορικά εισιτήρια μέσω του αεροδρομίου της Τύμπου, σύμφωνα με τα στοιχεία της JCC.
- Όσοι πρόσφυγες ήταν άνω των 50 ετών το 1974 η πλειοψηφία τους σήμερα έχουν αποβιώσει. Με την πάροδο του χρόνου, νομοτελειακά ο αριθμός των ατόμων που έζησαν στην προσφυγιά σε κάποια στιγμή θα εκμηδενιστεί. Την ίδια στιγμή, ο αριθμός των εποίκων στα κατεχόμενα ολοένα και μεγαλώνει, ο αριθμός των ε/κ περιουσιών ολοένα και μειώνεται και οι κατεχόμενες περιουσίες στις οποίες γίνονται μετατροπές αυξάνεται. Το ρολόι του χρόνου κυλά εις βάρος μας, εφόσον φυσιολογικά σε κάποια στιγμή η ε/κ πλευρά δεν θα έχει καν αντικείμενο διαπραγμάτευσης.
- Η ανακάλυψη των υδρογονανθράκων, ενώ θα ανέμενε κανείς ότι θα υποβοηθούσε τη διαπραγματευτική μας ισχύ, επί του πρακτέου διαφαίνεται ότι (είτε λόγω ανικανότητας, είτε λόγω αδυναμίας) στην καλύτερη περίπτωση θα παραμείνει ουδέτερο, στη χειρότερη θα λειτουργεί εκβιαστικά εναντίον μας.
Δυστυχώς, η πλευρά μας δεν έχει σήμερα την “πολυτέλεια” ενός δεύτερου ΟΧΙ ή και αν την έχει το κόστος του θα είναι σαφώς μεγαλύτερο απ’ ότι το 2004. Είναι γι’ αυτό που το βάρος που πέφτει στους ώμους της νυν πολιτικής ηγεσίας είναι απείρως μεγαλύτερο απ’ ότι πριν 11 χρόνια. Στο σημείο που έχουν οδηγηθεί τα πράγματα, θεωρώ ότι η μόνη επιλογή για την ε/κ πλευρά είναι να εισέλθει σε μια σοβαρή διαδικασία διαπραγμάτευσης, δεδομένου μάλιστα του θετικού πρότερου πολιτικού βίου του συνομιλητή της τ/κ πλευράς, με απώτερο σκοπό την επανένωση της πατρίδας μας. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να αποδεχθούμε οποιοδήποτε σχέδιο μας προταθεί; Σαφέστατα όχι!
Ασφαλώς και είναι αναμενόμενο ότι το όποιο προτεινόμενο νέο Σχέδιο θα εμπεριέχει αρνητικές πτυχές. Ακόμη όμως και το καλύτερο Σχέδιο να προταθεί, αν δεν υπάρχει η απαραίτητη πολιτική βούληση από τα συμβαλλόμενα μέρη για να λειτουργήσει, είναι καταδικασμένο εκ των προτέρων σε αποτυχία. Συνεπώς, ο Νίκος Αναστασιάδης και ο Μουσταφά Ακκιντζί, αλλά και όλη η πολιτική ηγεσία και στις 2 κοινότητες, καλούνται να επιδείξουν τη μέγιστη δυνατή πολιτική σοβαρότητα και ευσυνειδησία, έτσι ώστε να καταλήξουν σε μια πρόταση που να μπορεί να γίνει αποδεκτή με όσο το δυνατό λιγότερη καχυποψία εκατέρωθεν. Εύκολο; Καθόλου! Εφικτό; Οψόμεθα..
Γράφει: Βίκτωρας Κουντούρης