Home Βασίλης Πρωτοπαπάς Βουλή, εκλογές και σύνταγμα. Του Βασίλη Πρωτοπαπά

Βουλή, εκλογές και σύνταγμα. Του Βασίλη Πρωτοπαπά

thireos


Σε δύο βδομάδες πραγματοποιούνται εκλογές, ιστορικά οι δέκατες, για τη σύνθεση της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας (ΚΔ).

Ωστόσο, μόνο οι πρώτες εκλογές, που έγιναν στις 31 Ιουλίου 1960, διεξήχθηκαν εντός του τυπικού πλαισίου που ορίζει το Σύνταγμα. Δηλαδή, για τη χωριστή εκλογή των 35 Ελληνοκυπρίων (70%) και των 15 Τουρκοκυπρίων (30%) μελών της Βουλής των Αντιπροσώπων. Μιας Βουλής χωρίς αρμοδιότητες για εκπαιδευτικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά θέματα, καθώς αυτά εμπίπτουν στη δικαιοδοσία των δύο αιρετών Κοινοτικών Συνελεύσεων (μίας ελληνοκυπριακής και μίας τουρκοκυπριακής).

Από το 1963-64 η ΚΔ και οι πολιτικοί θεσμοί εξουσίας της λειτουργούν με βάση το λεγόμενο «δίκαιο της ανάγκης». Έχει περάσει ήδη μισός αιώνας και σχεδόν το σύνολο των σημερινών πολιτών βιώνει μια ΚΔ που μικρή σχέση έχει με ό,τι απορρέει από το γράμμα και το πνεύμα του Συντάγματος και των Συμφωνιών του 1960. Οι Τουρκοκύπριοι δεν συμμετέχουν στα προβλεπόμενα γι αυτούς αξιώματα και οι θεσμοί λειτουργούν χωρίς να απαιτείται ο όρος για χωριστές πλειοψηφίες στις δύο κοινότητες (π.χ. στη Βουλή για θέματα Φορολογίας και Τελών).  Ο δικοινοτισμός, που είναι ουσιώδες στοιχείο στο Σύνταγμα της ΚΔ, δεν ισχύει. Οι θεσμοί εξουσίας στην ΚΔ λειτουργούν χωρίς να υπάρχει ανάγκη τήρησης ισορροπιών και συναλλαγών ανάμεσα στα συμφέροντα των κοινοτήτων και οι όποιες αντιπαραθέσεις συνδέονται με πολιτικά, κοινωνικά, ιδεολογικά, ταξικά συμφέροντα, πάντως όχι εθνοτικά/κοινοτικά.

Όταν λοιπόν ακούμε διαφόρους να «σκίζουν τα ιμάτια τους» για την «υπεράσπιση» ή τη «συνέχιση» της ΚΔ, ας έχουμε υπόψη ότι η – από άποψη διεθνούς νομιμότητας –  ισχύουσα ΚΔ δεν είναι το ελληνοκυπριακά ελεγχόμενο κράτος που έχουμε από εδώ και μισό αιώνα. Κι όταν ακούμε διάφορες κινδυνολογίες ή βάσιμες ανησυχίες για τη «λειτουργικότητα» και τη «βιωσιμότητα» ενός ομοσπονδιακού κυπριακού κράτους, ας διερωτόμαστε αν τελικά είναι πιο λειτουργική και πιο βιώσιμη η αυθεντική ΚΔ.  Ας έχουμε υπόψη πως στην περίπτωση μιας δικοινοτικής ομοσπονδίας με δύο πολιτείες, τυχόν ασυμφωνίες στην κεντρική κυβέρνηση δεν παραλύουν την καθημερινότητα των πολιτειών και των πολιτών. Σε ένα γεωγραφικά ενιαίο κράτος, ωστόσο, όπου προβλέπονται χωριστές εξουσίες σε κοινοτική βάση σε όλους τους θεσμούς εξουσίας, οι ασυμφωνίες (και τα ποικίλα δικαιώματα αρνησικυρίας και χωριστών πλειοψηφιών) συνήθως προκαλούν λειτουργικό αδιέξοδο στο σύνολο των δομών εξουσίας του κράτους και σε όλη την επικράτεια.

Στο Σύνταγμα της ΚΔ γίνεται σαφής διάκριση των τριών πολιτειακών εξουσιών. Αυτό το κρατήσαμε. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται από τον Πρόεδρο (και τον Αντιπρόεδρο) και το Υπουργικό Συμβούλιο, η δικαστική από τα Δικαστήρια και η νομοθετική εξουσία από τη Βουλή των Αντιπροσώπων (και τις Κοινοτικές Συνελεύσεις). Συνεπώς, σε δύο βδομάδες καλούμαστε να ψηφίσουμε για ένα θεσμό (Βουλή) που δεν έχει αρμοδιότητα να κυβερνά αλλά μόνο να νομοθετεί και να ασκεί κοινοβουλευτικό έλεγχο. Να θεσπίζει, να τροποποιεί και να καταργεί νομοθεσίες, να εγκρίνει τον προϋπολογισμό της κυβέρνησης (χωρίς να δικαιούνται να δημιουργεί πρόσθετες δαπάνες), να θέτει ερωτήματα προς την κυβέρνηση και να συζητά (ελέγχει) θέματα διακυβέρνησης.

Το Σύνταγμα της ΚΔ δεν ορίζει συγκεκριμένο εκλογικό σύστημα ούτε καθορίζει τις εκλογικές περιφέρειες. Οι σχετικές ρυθμίσεις γίνονται με νόμο.  Μέχρι το 1979 ίσχυε το πλειοψηφικό σύστημα, το οποίο αντικαταστάθηκε αρχικά από το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής (1981) και αργότερα από ένα σύστημα που προσομοιάζει στην απλή αναλογική (1996). Πρόσφατα (2015) το εκλογικό σύστημα τροποποιήθηκε ώστε η διάθεση των βουλευτικών εδρών στην Α’ κατανομή να γίνεται με απλή αναλογική ανά Επαρχία, ενώ στις δύο φάσεις της Β’ κατανομής να εφαρμόζεται ενισχυμένη αναλογική με ποσοστά 3,6% και 7,2% αντίστοιχα. Ας έχουμε περαιτέρω υπόψη ότι στο παρελθόν (1970) ο τρόπος ψηφοφορίας επέτρεπε την οριζόντια σταυροδοσία, μπορούσε δηλαδή ο ψηφοφόρος να δώσει ψήφο προτίμησης σε υποψηφίους πέραν του ενός εκλογικού συνδυασμού.

Ίσως ακουστεί οξύμωρο από έναν άνθρωπο με βασικό ακαδημαϊκό και ερευνητικό ενδιαφέρον την εκλογική συμπεριφορά και τα πολιτικά κόμματα, ωστόσο οι επικείμενες εκλογές είναι, όπως ίσως και οι πρώτες του 1960, οι πλέον αδιάφορες, υποτονικές και ανούσιες. Περισσότερα γι αυτό σε μια βδομάδα.

Γράφει: Βασίλης Πρωτοπαπάς