Η αποκρατικοποίηση της ΣΥΤΑ προκαλεί για ακόμη μια φορά ένα καταιγισμό τοποθετήσεων από την αντιπολίτευση που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Πιο κάτω αναλύονται κάποιες μικρές, αλλά σημαντικές λεπτομέρειες, τις οποίες σκοπίμως κάποιοι αγνοούν.
Η προώθηση των αποκρατικοποιήσεων σε περίπτωση μη βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, περιλαμβανόταν στο Μνημόνιο του Νοεμβρίου του 2012. Εάν κάποιος πίστευε τότε ότι το χρέος μας μπορούσε να καταστεί βιώσιμο χωρίς ουσιαστικές διαθρωτικές αλλαγές, τα τραγικά γεγονότα του Μαρτίου του 2013 σίγουρα τον έπεισαν για το αντίθετο. Συνεπώς, οι οποιεσδήποτε προεκλογικές τοποθετήσεις για μη προώθηση του θέματος, επισκιάστηκαν από τα συνταρακτικά αυτά γεγονότα που κατέστησαν τις αποκρατικοποιήσεις, και ιδιαίτερα της ΣΥΤΑ, μία από τις πλέον αναγκαίες μνημονιακές μεταρρυθμίσεις.
Όσο αφορά τα περί κερδοφόρου οργανισμού, αυτά διαψεύδονται από επίσημα στοιχεία του ίδιου του Οργανισμού. Η ΣΥΤΑ, παρόλες τις φιλότιμες προσπάθειες, αδυνατεί να ανταποκριθεί σε μια φιλελευθεροποιημένη αγορά με έντονο ιδιωτικό ανταγωνισμό, ιδιαίτερα τα τελευταία 5 χρόνια, με αποτέλεσμα να έχει μειώσει αισθητά το μερίδιο της στην κυπριακή αγορά, τόσο στη σταθερή (από 88% το 2010 στο 85% το 2014), αλλά ιδιαίτερα στην κινητή τηλεφωνία (από 85% σε 69%) και στις ευρυζωνικές υπηρεσίες (από 75% σε 66%). Αυτό είχε ως συνέπεια τη μείωση των εσόδων της ΣΥΤΑ κατά περίπου €70εκ τα τελευταία 6 χρόνια, ενώ η κερδοφορία του οργανισμού μειώθηκε κατά περίπου €20εκ. Συνεπώς, είναι πλέον αυτονόητο ότι χωρίς εκ βάθρων τομές, ο οργανισμός δεν θα είναι κερδοφόρος σε βάθος χρόνου, με ότι αυτό συνεπάγεται για τους εργαζομένους και τον ίδιο τον Οργανισμό.
Επιπρόσθετα, κάπου πρέπει να τελειώνει και το παραμύθι περί «ξεπουλήματος», καθώς αυτή η προσέγγιση, όχι μόνο δείχνει άγνοια, αλλά είναι και επικίνδυνη. Πρώτο, η αποκρατικοποίηση θα ολοκληρωθεί σε περίοδο που η Κύπρος θα είναι σε τροχιά ανάπτυξης, και ήδη από τις αρχές του 2015 βιώνουμε θετικούς ρυθμούς. Δεύτερο, υπάρχει μνημονιακή υποχρέωση για έσοδα από αποκρατικοποιήσεις ύψους €1.4δις, συνεπώς δεν συμφέρει, ιδιαίτερα στην Κυβέρνηση, να ξεπουληθεί ο πλέον σημαντικός οργανισμός, καθώς ο στόχος δεν θα είναι μετά εφικτός. Τρίτο, η αξία ενός οργανισμού μεγιστοποιείται μέσα από διαφανείς διαδικασίες ανοικτών διεθνών διαγωνισμών και όχι μέσα από «κουβέντες του καφενέ». Τέλος, όσοι επιμένουν στα «περί ξεπουλήματος», καλό είναι να θυμηθούν το παράδειγμα των Κυπριακών Αερογραμμών και την αποτυχημένη προσπάθεια εξεύρεσης στρατηγικού επενδυτή, όταν η εταιρεία είχε πλέον αγγίξει πάτο.
Αλλά και από ιδεολογικής άποψης, ο ΔΗΣΥ ανέκαθεν τασσόταν κατά της κρατικής παρέμβασης σε τομείς όπου ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να ανταποκριθεί πιο αποτελεσματικά. Ο ρόλος του κράτους στη σύγχρονη εποχή δεν είναι αυτός του επιχειρηματία, αλλά ρόλος εποπτικός, ο οποίος με αυστηρότητα και αποτελεσματικότητα θα αποτρέπει φαινόμενα ιδιωτικού μονοπωλίου και αισχροκέρδειας. Για αυτό και στον τομέα των τηλεπικοινωνιών, όλα τα ευρωπαϊκά κράτη έχουν προχωρήσει σε αποκρατικοποιήσεις, πλην της Κύπρου και του Λουξεμβούργου.
Στην περίπτωση της ΣΥΤΑ, στόχο της Κυβέρνησης είναι η εξεύρεση ενός στρατηγικού επενδυτή, ο οποίος μέσω νέων τεχνολογιών και υπηρεσιών, θα αυξήσει την αποδοτικότητα του Οργανισμού σε ένα άκρως ανταγωνιστικό περιβάλλον, θα βελτιώσει την ποιότητα των υπηρεσιών στους πολίτες και θα εξαλείψει τις όποιες κομματικές παρεμβάσεις που αποτελούν την εστία πολλών σκανδάλων. Επιπρόσθετα, η αποκρατικοποίηση μπορεί να χρησιμοποιηθεί και ως εργαλείο προσέλκυσης ξένων επενδύσεων, με στόχο την αναβάθμιση υποδομών και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Όσο αφορά τη διασφάλιση της κοινωνικής ειρήνης, διεξάγεται ήδη ένας γνήσιος και εποικοδομητικός διάλογος μεταξύ Κυβέρνησης και συντεχνιών, με καλή θέληση και από τις δύο πλευρές. Στόχος της Κυβέρνησης είναι η διασφάλιση των δικαιωμάτων όλων των εργαζομένων, σε επίπεδο μισθών, συντάξεων, προοπτικής ανέλιξης και μονιμότητας. Κυριότερα δε, η εξεύρεση στρατηγικού επενδυτή είναι η μόνη σίγουρη οδός που θα διασφαλίσει, σε βάθος χρόνου, τα κεκτημένα των εργαζομένων και τη βιωσιμότητα της ΣΥΤΑ.
Αναγνωρίζω ότι το όλο εγχείρημα δεν είναι εύκολη υπόθεση. Αλλά πιστεύω ότι με πραγματική βούληση από όλους, με σοβαρή προετοιμασία που ήδη γίνεται και με διαφανείς διαδικασίες, μπορούμε να πετύχουμε το καλύτερο για τους εργαζομένους, για τον Οργανισμό και για την οικονομία μας γενικότερα.
Και στην τελική, να μην ξεχνούμε και το παράδειγμα της Ελλάδας, όπου η πολιτική του «σκίζω τα Μνημόνια και δεν αποκρατικοποιώ», η οποία στηριζόταν και από αντιπολιτευτικούς κύκλους στην Κύπρο, κατέληξε, λόγω των τραγικών εξελίξεων στην ελληνική οικονομία, σε υπογραφή του τρίτου πιο σκληρού Μνημονίου και στην αποκρατικοποίηση σχεδόν των πάντων.
Γράφει: Σάβια Όρφανίδου