Στα δεξιά της κύριας εισόδου του παλατιού Τόπκαπι στην Κωνσταντινούπολη υπάρχει η επιγραφή «Η σκιά του Θεού (δικαιοσύνης) στη γη». Στα αριστερά της κύριας εισόδου αναγράφεται το εξής «Το καταφύγιο των καταπιεσμένων».
Οι συγκεκριμένες επιγραφές του οθωμανικού παλατιού παραπέμπουν ευθέως σε μια αυτοκρατορικού, επεκτατικού τύπου αντίληψη για «τη δικαιοσύνη και το ήθος», τη διάδοση των οποίων ανέλαβε πριν μερικούς αιώνες η Υψηλή Πύλη. Σήμερα οι επιγραφές αυτές φαντάζουν επίκαιρες όσο ποτέ προηγουμένως, τοποθετούμενες στα ευρύτερα ιδεολογικά πλαίσια της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Όμως σε μια προσπάθεια ερμηνείας των αδιεξόδων που προκαλεί σήμερα η τουρκική εξωτερική πολιτική και των συνεπειών που έχουν για την πατρίδα μας, θα ήταν λάθος να χρησιμοποιηθεί ως μοναδικό πλαίσιο αυτό που πολλοί ονόμασαν ως «νεο-οθωμανισμό». Μάλιστα χωρίς να δίνεται συγκεκριμένο περιεχόμενο στον όρο. Εάν ο στόχος είναι να μελετηθούν σφαιρικά τα δομικά προβλήματα της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής τότε θα πρέπει μεταξύ άλλων να αποκωδικοποιηθεί η βασική κοσμοαντίληψη του πολιτικού Ισλάμ, το οποίο κυβερνά την Τουρκία τα τελευταία χρόνια.
Εκείνο που διεκδικεί σε πρώτο πλάνο η Τουρκία του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης είναι η αναδιαμόρφωση των παγκόσμιων δομών με τρόπο που αυτές να συμπεριλάβουν τον ισλαμικό πολιτισμό και τη γεωγραφία του. Δηλαδή το μέρος εκείνο του κόσμου που η τουρκική κυβέρνηση θεωρεί ότι μπορεί να εκπροσωπήσει. Αυτός ο στόχος αποτελείται από δύο βασικούς άξονες. Στον πρώτο άξονα, η Άγκυρα στοχεύει σε μια καινούργια «ανάγνωση» της παγκόσμιας ιστορίας έτσι που να αντικατοπτρίζει τις νέες ισορροπίες ισχύος του 21ου αιώνα. Με λίγα λόγια διεκδικεί όπως ο ισλαμικός πολιτισμός και η Ανατολή να αναδειχθούν ως ένα κομμάτι του σύγχρονου οικουμενικού πολιτισμού. «Το παρελθόν της ανθρωπότητας δεν αποτελείται μόνο από την Ευρώπη και την Αμερική. Οι άνθρωποι από την Ασία, την Αφρική, τη Μέση Ανατολή, τα Βαλκάνια και τη Λατινική Αμερική, έχουν το δικαίωμα να πάρουν τη θέση τους στη διήγηση της ιστορίας», υπογράμμιζε ο Έρντογαν πρόσφατα στη Σύνοδο του Παγκόσμιου Φόρουμ Κωνσταντινούπολης.
Στο δεύτερο άξονα, η Τουρκία διεκδικεί να ενσωματώσει τον ισλαμικό κόσμο, τουλάχιστον το κομμάτι που ισχυρίζεται ότι εκπροσωπεί, στις παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές διαδικασίες. Στο σημείο αυτό, κρύβεται η βαθιά πεποίθηση ότι η Δύση δεν αποτελεί πλέον το κέντρο του κόσμου. Η βιομηχανική παραγωγή και το εμπόριο, συνεπώς και ένα σημαντικό κομμάτι του διεθνούς κεφαλαίου, μετακινείται προς την Ανατολή, παρασύροντας τις ισορροπίες ισχύος και δημιουργώντας νέα κέντρα εξουσίας στην «πρώην περιφέρεια». Καθόλου τυχαία λοιπόν, τα τελευταία χρόνια η Τουρκία τονίζει την ανάγκη για αλλαγή της δομής του ΟΗΕ, δείχνοντας ως καλύτερο παράδειγμα την σύνοδο των G-20. Συνεπώς εκείνο που διεκδικεί η Άγκυρα δεν είναι η ανατροπή του περιεχομένου των διεθνών σχέσεων και της οικονομίας, αλλά η διεύρυνσή του με την ενσωμάτωση του ισλαμικού κόσμου.
Οι δύο αυτοί βασικοί άξονες δεν έμειναν στο θεωρητικό επίπεδο. Αντίθετα, κάτω από το σύνθημα των «μηδενικών προβλημάτων», η Τουρκία επιδίωξε να τους θέσει σε εφαρμογή ιδιαίτερα στην πρώην οθωμανική γεωγραφία: Μέση Ανατολή, Βόρεια Αφρική, Βαλκάνια. Δηλαδή σε μια συγκεκριμένη περιοχή που θεωρεί ότι διαθέτει ιστορικές και πολιτισμικές προσβάσεις. Διαμέσου της λεγόμενης ήπιας δύναμης (soft power) η τουρκική κυβέρνηση επιδίωξε να καταργήσει όλα τα εμπόδια για την εξαγωγή του «δικού της» μοντέλου κοινωνικο-οικονομικού και πολιτικού εκσυγχρονισμού, αυξάνοντας την νομιμοποίηση των πράξεών της: Η στρατιωτική επιβολή, έδωσε τη θέση της στη δημόσια διπλωματία και στην «αγοραπωλησία» ενός «τουρκικού ονείρου» στην ευρύτερη Μέση Ανατολή.
Στο σημείο αυτό γεννήθηκαν οι αντιφάσεις. Το δόγμα των μηδενικών προβλημάτων δεν ήταν ένα δόγμα ειρήνευσης με τους γείτονες, αλλά ένα εργαλείο μεγιστοποίησης επιρροής. Οι ανακατατάξεις στην περιοχή, αλλά και η αλαζονεία που χαρακτηρίζει την Άγκυρα φαίνεται πλέον να υψώνουν νέα εμπόδια με αποτέλεσμα, μετά την «ήπια δύναμη» να εμφανίζεται τώρα η «σκληρή» στρατιωτική έκφραση στην τουρκο-συριακή μεθόριο.
Δυστυχώς οι ανταγωνισμοί στην περιοχή φαίνεται να βαθαίνουν. Πέραν και έξω από τα πλαίσια που προσπαθούν να επιβάλουν οι «επίσημες» ανακοινώσεις, επί του εδάφους διεξάγεται ένας ακήρυχτος πόλεμος, θύματα του οποίου είναι για μια ακόμα φορά οι λαοί της περιοχής. Για όλους αυτούς τους λόγους λοιπόν, χρειάζεται μεγαλύτερη ένταση στην προσπάθεια κατανόησης των κυρίαρχων αντιλήψεων στην Τουρκία σήμερα. Κάτι τέτοιο θα προσφέρει και στην προσπάθεια αποκάλυψης των πολύπλοκων διαδικασιών που επικρατούν στα κατεχόμενα, συμβάλλοντας θετικά στην επιδίωξη επανένωσης του τόπου και του λαού μας.
Γράφει: Νίκος Μούδουρος