Υπάρχει μια προκατάληψη εναντίον των Δημοσίων Υπαλλήλων, συχνά δικαιολογημένη, επειδή γενικά θεωρείται ότι ο όγκος, η ποιότητα και το επίπεδο της εργασίας που προσφέρουν δεν δικαιολογεί το ύψος των μισθών τους.
Η προκατάληψη αυτή ενισχύθηκε λόγω της οικονομικής κρίσης. Προσωπικά πιστεύω ότι το πρόβλημα δεν προέρχεται από τους μισθούς. Οφείλεται κυρίως στην υπερτροφία του δημόσιου τομέα αλλά και στην εντελώς αναξιοκρατική χρησιμοποίησή του από το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων και από όλες ανεξαίρετα τις κυβερνήσεις. Με αποτέλεσμα, αρκετοί δημόσιοι υπάλληλοι να επιτελούν το καθήκον τους με πλήρη επάρκεια αλλά να υπάρχουν και άλλοι τόσοι που φυτοζωούν παρασιτικά εις βάρος των πρώτων, ωστόσο εξακολουθούν να ανελίσσονται, ταυτόχρονα ασκούν και δεύτερο επάγγελμα τα απογεύματα και τα βράδια και αξιολογούνται και αυτοί ως εξαίρετοι. Εν ολίγοις, ναι υπάρχουν αρκετά περιθώρια μείωσης του αριθμού τους αν δεχτούμε ότι την δουλειά την κάνει ένα ποσοστό που δεν πρέπει να ξεπερνά το 75%. Και ενώ υποτίθεται ότι παγώνουν όλες οι νέες θέσεις στο δημόσιο, οι ωρομίσθιοι, αφήνονται σκόπιμα να ξεπερνούν τους 30 μήνες για να μετατρέπονται σε αορίστου χρόνου. Το φαινόμενο αυτό πρέπει να τερματιστεί άμεσα.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα είναι ο τρόπος ορισμού της οικονομικής επιφάνειας κάποιου. Το μοναδικό κριτήριο είναι μήπως ο μισθός; Και τι είναι ο υψηλόμισθος; Είναι αυτός που, προς τα μέσα ή το τέλος της καριέρας του λαμβάνει ένα μισθό 3, 4 ή 5 χιλιάδων ευρώ επειδή κατάφερε να αποκτήσει κάποια προσόντα και να προχωρήσει στην δουλειά του; Και τι γίνεται εάν αυτή είναι η μοναδική πηγή εσόδων που διαθέτει για την οικογένεια του και έχει και ένα γερό οικιστικό δάνειο που οφείλει να αποπληρώσει και για το οποίο οι φορολογικές εκπτώσεις καταργήθηκαν και έχει και δυο – τρία παιδιά να σπουδάσει; Επικρατεί η θέση ότι είναι υψηλόμισθος, άρα εύπορος και άρα θα πρέπει να υποστεί μειώσεις, περικοπές και επιπρόσθετη φορολογία; Ή μήπως ο προσδιορισμός της οικονομικής επιφάνειας οφείλει να συνυπολογίζει ένα σύνολο παραγόντων ώστε να απονέμεται μια στοιχειώδης κοινωνική δικαιοσύνη; Συνυπολογισμός π.χ. των εσόδων, των οικιστικών δανείων, της περιουσίας και του τρόπου ζωής; Πώς πρέπει να ορίζεται άραγε αυτός που δηλώνει ή που έχει εισόδημα 2.000 ευρώ αλλά την ίδια στιγμή κυκλοφορεί με αυτοκίνητο ή αυτοκίνητα αξίας άνω των 40 χιλιάδων ευρώ το καθένα, διαθέτει οικία άνω των 300 τετραγωνικών, σημαντική ακίνητη περιουσία και απολαμβάνει τις διακοπές του κάθε χρόνο στο εξωτερικό με ολόκληρη την οικογένειά του συχνά και με τη «φιλιππινέζα» που κατά το ανέκδοτο, μπορεί να είναι ή βουλγάρα ή ρουμάνα; Πώς δικαιολογείται αυτός ο τρόπος ζωής, αυτή η άνεση και πώς πρέπει να φορολογηθεί αυτός ο πολίτης; Ποιος από τους δύο είναι ο εύπορος;
Ακόμα, υπάρχουν πολύ μεγάλα περιθώρια για περιορισμό της σπατάλης στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όπως περικοπές σε διάφορα προγράμματα ελάχιστης έως και ανύπαρκτης σημασίας και υπάρχουν τέτοια σε όλα τα Τμήματα, Υπηρεσίες, Οργανισμούς και Υπουργεία ως επίσης και στον ημιδημόσιο τομέα. Περιορισμός των ταξιδιών στο εξωτερικό στα άκρως αναγκαία αρχίζοντας από τους κυβερνητικούς και πολιτειακούς αξιωματούχους μέχρι και τους απλούς λειτουργούς και αποφεύγοντας τις γνωστές πολυάριθμες αποστολές. Και βεβαίως, τα κονδύλια για την περιβόητη κυπριακή φιλοξενία είναι καιρός να περιοριστούν και η συμπεριφορά των δημόσιων και ημιδημόσιων οργανισμών στο θέμα αυτό να εξορθολογιστεί. Πολλές επιδεικτικές, αρχοντοχωριάτικες συμπεριφορές που στοιχίζουν πολλά μπορούν να περικοπούν και να απομείνει μια απλή, λιτή αλλά ζεστή φιλοξενία των ξένων που δεχόμαστε όπως ακριβώς μας δέχονται εκείνοι στις χώρες τους, χωρίς υπερβολές.
Ένα από τα προβλήματα που θα πρέπει να υπερπηδηθούν βεβαίως είναι η νοοτροπία και η στάση ζωής των προϊσταμένων, πολιτικών και διοικητικών, οι οποίοι παραδοσιακά θεωρούν ότι το κριτήριο της επιτυχίας τους είναι η εξασφάλιση όσο το δυνατό υψηλότερου προϋπολογισμού και όχι του προϋπολογισμού που πραγματικά χρειάζονται με ότι αυτό συνεπάγεται. Αυτή η νοοτροπία μεταφράζεται από τον Οκτώβριο κάθε έτους και μετά, σε μια κούρσα για να «ξοδευτεί ο προϋπολογισμός» διότι εάν δεν, τότε αυτό θα σημαίνει ότι δεν τα χρειάζονται και του χρόνου θα πάρουν λιγότερα… Οι δημόσιοι λειτουργοί που με διαβάζουν είμαι σίγουρος ότι μειδιούν… Οι προϊστάμενοι, πολιτικοί και διοικητικοί, θα πρέπει να αλλάξουν ριζικά τη στάση και τη νοοτροπία τους και να θεωρούν πλέον ότι ο επιτυχημένος προϊστάμενος είναι αυτός πού επιτυγχάνει να κάνει τις μεγαλύτερες δυνατές οικονομίες και περικοπές ακόμη και αναστέλλοντας προγράμματα αμφίβολης σημασίας, χωρίς να υπάρχουν σοβαρές επιπτώσεις στο Τμήμα/Υπηρεσία/Οργανισμό ή υπουργείο του. Και μπορούμε εύλογα να διερωτηθούμε γιατί σε καιρούς τόσο δύσκολους χρειάζονται τόσα στρατιωτικά οχήματα να μεταφέρουν πέρα δώθε τους αξιωματικούς και να μην μπορούν να μεταβούν στο χώρο εργασίας τους λόγου χάριν με το δικό τους αυτοκίνητο. Δεν ξέρω τι εξυπηρετούν σήμερα οργανισμοί όπως το Συμβούλιο Εμπορίας Πατατών, Σιτηρών, Αμπελοοινικών και πολλά άλλα που, αν δεν κάνω λάθος, διαθέτουν και Υπαλλήλους και Διοικητικά Συμβούλια. Και υπό τις περιστάσεις, γιατί τα Δ.Σ. των Ημικρατικών Οργανισμών να εξακολουθούν να είναι τόσο πολυμελή; Γιατί να μη μειωθεί ο αριθμός τους στα 5 μέλη, ιδίως όσων το επίδομα είναι σημαντικό αρχίζοντας από τους επόμενους διορισμούς; Γίνεται βέβαια αντιληπτό ότι σε μια τέτοια περίπτωση τα εκάστοτε κυβερνώντα κόμματα θα ικανοποιούν πολύ λιγότερα στελέχη, φίλους ή ακόμη και ανεξάρτητους τεχνοκράτες. Αλλά τουλάχιστον θα μειωθούν κατά πολύ τα έξοδα χωρίς να παρεμποδιστεί η ομαλή λειτουργία των οργανισμών. Και γιατί οι ανώτεροι κυβερνητικοί και κρατικοί αξιωματούχοι πρέπει να διαθέτουν λιμουζίνα στις μετακινήσεις τους και όχι ένα απλό καλό αυτοκίνητο; Για να μην ξεχνάμε και τις δαιδαλώδεις, χρονοβόρες και ως εκ τούτου πανάκριβες σε ανθρωποώρες και σε χρήμα διαδικασίες του δημοσίου. Δεν θα μπορούσαν να απλοποιηθούν;
Τέλος, ποιος μπορεί να μας εξηγήσει πειστικά γιατί η φορολογία της ακίνητης περιουσίας εξακολουθεί να υπολογίζεται με βάση τις τιμές του ’80, γιατί καταψηφίστηκε το νομοσχέδιο που προνοούσε τον εκσυγχρονισμό του τρόπου υπολογισμού της και τι έσοδα χάνει το κράτος κάθε χρόνο από την ύποπτη αυτή περίπτωση; Και γιατί αυτό δεν γίνεται έστω και τώρα; Διότι εάν το ζητούμενο είναι να ισοσκελίσουμε τον προϋπολογισμό του κράτους, τότε, αντί να μειωθούν οι μισθοί και τα ωφελήματα σκεφτείτε σοβαρά όλα τα πιο πάνω… Προπαντός εάν και η Εκκλησία συναινέσει να αναλάβει για τα επόμενα τρία χρόνια το μισθολόγιο των ιερέων. Πιθανόν η τρόϊκα να μη χρειαζόταν ή να χρειαζόταν πράγματι, μόνο για τον τραπεζικό τομέα…
Γράφει: Γιάννης Η. Ιωάννου