Λες και δεν κυβέρνησαν ποτέ ή τα αποτελέσματα της τελευταιας πενταετίας τους δικαιώνουν απόλυτα, εμφανίζονται ως προστάτες των εργαζομένων και καλούν το λαό σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας
Αυτό που παρακολουθούμε το τελευταίο διάστημα είναι πραγματικά εκπληκτικό. Αυτοί που μέσα σε πέντα χρόνια κατάφεραν- μετά από μεγάλη ομολογουμένως προσπάθεα- να βυθίσουν τη χώρα, ξαφνικά όχι μόνο έχουν άποψη και λύσεις για όλα, αλλά κατέχουν την απόλυτη αλήθεια. Με καθημερινές παρεμβάσεις και ανακοινώσεις εξηγούν τι δεν κάνει σωστά η κυβέρνηση και τι θα πρέπει να πράξει και παραδίδουν μαθήματα σωστής διαχείρισης και συμπεριφοράς.
Λες και δεν κυβέρνησαν ποτέ ή τα αποτελέσματα της Κύπρου της τελευταίας πενταετίας τους δικαιώνουν απόλυτα, κατηγορούν τους νυν κυβερνώντες πως με τις ενέργειες τους οδηγούν την οικονομία σε παρατεταμένη ύφεση, ότι έχουν εγκλωβήσει τη χώρα στα θέλω της Τρόικας, για το κούρεμα, την αδυναμία τους να αντιμετωπίσουν την ανεργία, για προσπάθεια ωραιοποίησης της κατάστασης, για έλλειψη σεβασμού προς τους θεσμούς.
Ποιοι;
-Aυτοί των οποίων η πολιτική διαχείριση οδήγησε στην ανάγκη για ένταξη στο μηχανισμό, που χρειάστηκαν 13 μήνες μετά τον αποκλεισμό μας από τις αγορές για να συνειδητοποιήσουν ότι η χώρα χρειαζόταν βοήθεια, που κάλεσαν την Τρόικα αλλά (ενώ όλες οι άλλες χώρες χρειάστηκαν 3 βδομάδες), χρειάστηκαν 9 μήνες διαπραγμάτευσης για να καταλήξουν (επειδή η Τρόικα θα έπρεπε να συμμορφωθεί στις δικές μας υποδείξεις αλλά κι επειδή “εμείς τον Αύγουστο διακοπεύουμε”) διπλασιάζοντας τις ανάγκες της χώρας, που ξόδευαν σταθερά ένα δις περισσόρερα από τα έσοδα;
-Αυτοί των οποίων η καθυστέρηση αντίδραση και διαβούλευση έφερε την πρόταση για κούρεμα στο τραπέζι
-Αυτοί που ανέλαβαν τη χώρα με μηδενική ανεργία και μέσα σε πέντε χρόνα την τετραπλασίασαν
-Αυτοί, που ενώ όλοι οι δείκτες ήταν αρνητικοί, επέμεναν ότι η κρίση δεν θα μας αγγίξει (και αργότερα ότι τα δύσκολα είναι πίσω μας) και κατηγορούσαν αυτούς που υποδείκνυαν τα προβλήματα για «εθνική προδοσία».
-Αυτοί οι οποίοι υπήρξαν οι πρώτοι που απαξίωσαν τα πορίσματα ερευνητικής επιτροπής-που οι ίδιοι μάλιστα διόρισαν- και επί θητείας των οποίων έγιναν οι περισσότεροι αντισυνταγματικοί διορισμοί (που ακύρωσε το δικαστήριο)
Και ο τέως πρόεδρος- που ανέλαβε μια χώρα με δημοσιονομικό πλεόνασμα της τάξης του 1.5%, δημόσιο χρέος κάτω από 60%, και με κατά κεφαλή εισόδημα στο 92% του μέσου κοινοτικού όρου και την παρέδωσε με δείκτες από τους χειρότερους της Ε.Ε., που χρειάστηκε 3 χρόνια και η οικονομία να δεχθεί 38 υποβαθμίσεις (και να καταστεί μη διαχειρίσιμη) για να αντιληφθεί ότι κάτι δεν πήγαινε καλά και ότι τα προβληματα δεν λύνονται μ’ ένα δάνειο. Αυτός που για μια πενταετία παρέδιδε μαθήματα οικονομίας σε υπαλλήλους του υπουργείου, τον υπουργό Οικονομικών, την Ε.Ε. αλλά και τους υπόλοιπους ευρωπαίους ηγέτες ως πρόεδρος, για να αποφανθεί τελικά ως πολίτης ότι δεν είναι οικονομολόγος και άρα δεν μπορούσε να τοποθετηθεί προφορικώς στις ερωτήσεις της Επιτροπής, αλλά ουδέποτε ένιωσε την ανάγκη για μια έστω έμμεση συγγνώμη. Αυτός επί θητείας του οποίου η χώρα βίωσε την απόλυτη ακυβερνησία, καλεί (σε γραπτή του δήλωση και χωρίς διάθεση αυτοσαρκασμού) τον νυν να πει mea culpa και να κυβερνήσει!
Είναι ειλικρινά για ν’ απορεί κανείς- Που το βρίσκουν τόσο θράσος; Να εμφανίζονται σήμερα ως θεματοφύλακες των θεσμών και μέγιστοι προστάτες των εργαζομένων. Να καλούν το λαό σε εκδηλώσεις διαμαρτυρίας για νομοσχέδια (που ψηφίζουν) και να διαμυνίουν προς πάσα κατεύθυνση οτι δεν θα δεχθούν μειώσεις μισθών ή απολύσεις, όχι αυτές στις οποίες προχώρησαν ως κόμμα- εταιρία, αλλά αυτές στις οποίες θα πρέπει να προχωρήσει το κράτος ως αποτέλεσμα της δικής τους διακυβέρνησης.
Και να απαιτούν από τους επόμενους να λογοδοτήσουν επειδή (όντως) αποδεικνύονται ανίκανοι να αναστρέψουν την κατάσταση που αυτοί δημιούργησαν. Να μιλούν και απευθύνονται στον κόσμο με την βεβαιότητα και αλαζονεία του εκ του αποτελέσματος δικαιωμένου. Να χαίρονται που δικαιώνονται για το δύσκολο του εγχειρίματος για επαναφορά της οικονομίας (λες και η ένταξη στο μηχανισμό αποτελούσε συνειδητή επιλογή ή δικαιώνει τη θέση τους για έξοδο από το ευρώ). Είναι ως κάποιοις να πυροβολήσει ένα αθλητή στο πόδι, να του λέει ότι δεν προπονείται αρκετά για να επανέλθει και να κοκορεύεται ότι δικαιώνεται που έλεγε ότι θα ήταν δύσκολο να ξανατρέξει. Αυτό κάνει το ΑΚΕΛ.
Είναι να απορεί κανείς, να εξίσταται, να εκνευρίζεται. Που το βρίσκουν τόσο θράσος;
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου