Το τελευταίο διάστημα με αφορμή την έκθεση του γ.γ. του ΟΗΕ ακούσαμε τα πάντα: Ότι ευθύνεται η πολιτική Αναστασιάδη, ότι ήταν αποτέλεσμα του ότι δεν διεκδικήσαμε αρκούντως αποφασιστικά τα δικαιώματα μας, του γεγονότος ότι «πληγώσαμε» τη Ρωσία. Εκτός από το προφανές. Πως απλά έφτασε το πλήρωμα του χρόνου.
Για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα βρεθήκαμε σε θέση άμυνας. Και εμείς, για μια ακόμα φορά, αντί προβληματιστούμε για το τι πάει -εδώ και καιρό- λάθος, γιατί αποτυγχάνουμε να πείσουμε εκεί που για χρόνια πείθαμε, πως έχουμε απολέσει κάθε στήριξη εκεί που ακόμα και επί Σπύρου Κυπριανού (με την πιο γραφική εξωτερική πολιτική) την είχαμε, μπήκαμε σ’ ένα διαγωνισμό ποιος θα πλειοδοτήσει περισσότερο σε βάρος του ΟΗΕ και των Αμερικανών, ποιος θα δώσει περισσότερα στη Ρωσία και για το αν η πολιτική του καλού παιδιού έχει χρεοκοπήσει.
Είδαμε και ακούσαμε απίστευτα πράγματα το τελευταίο διάστημα. Ένα πρόεδρο, ωρυόμενο, να ανοίγει μέτωπα με όλους, θυμίζοντας το χειρότερο πρόσωπο του «κατατρεγμένου» Χριστόφια και «ασυμβίβαστου» Τάσσου. Και μια αντιπολίτευση να επιβεβαιώνει την καταθλιπτική διαπίστωση ότι αυτή η κυβέρνηση ίσως και να είναι ό,τι καλύτερο διαθέτουμε. Είδαμε αυτούς, που δεν έμεινε γ.γ. και εκπρόσωπος του με τον οποίο να μην τα είχαν βάλει, να μας λένε ότι είναι αδιανόητο η κυβέρνηση να επιτίθεται στον Ντάουνερ και τους πρέσβεις για να καλύψει τα αποτελέσματα της δικής της διαχείρισης. Αυτούς, των οποίων η διακυβέρνηση έδωσε συγχαρητήρια στην Τουρκία για την εποικοδομητική στάση της στην προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού και κλείδωσε για πρώτη φορά με ονομαστική αναφορά τη μορφή λύσης, που σήμερα δεν αποδέχονται και με κάθε ευκαιρία διαμονοποιούν, να μας εξηγούν ότι η πολιτική του καλού παιδιού έχει χρεοκοπήσει. Πως όταν διεκδικούμε κερδίζουμε. Με το Γιώργο Λιλλήκα να δηλώνει απογοητευμένος επειδή δεν δίνουμε στρατιωτική βάση στους Ρώσους. Ακούσαμε πως οι εξελίξεις αποτελούν χαστούκι της ρομαντικής σχολής σκέψης στο Κυπριακό. Πως «Τα ΗΕ έχουν πάρει χαμπάρι ότι εμείς υποχωρούμε» γι’ αυτό «μας πιέζουν». Ότι «ήταν λάθος που βάλαμε όλα μας τα αυγά στο Αμερικανικό καλάθι». Αγνοώντας ότι ο λόγος που χρεοκοπήσαμε οριστικά ήταν επειδή κάποιοι αποφάσισαν να ρίξουν στο τραπέζι την απειλή της Ρωσίας, από την οποία εν τέλει τίποτε δεν πήραμε, και επιστρέψαμε πίσω στη Δύση για βοήθεια. Ακούσαμε ότι θα πρέπει να προχωρήσουμε σε νέα διαβήματα. Τα αποτελέσματα προηγούμενων τέτοιων κινήσεων φαίνεται έπεισαν κάποιους ότι αυτός είναι ο δρόμος. Μέχρι και ότι η Τουρκία είναι απομονωμένη διεθνώς ακούσαμε από τον αν. εκπρόσωπο του ΔΗΚΟ και δεν δικαιολογείται να κερδίζει στο Κυπριακό. Ακούσαμε τα πάντα. Εκτός από το προφανές. Ότι απλά έφτασε το πλήρωμα του χρόνου.
Στις τόσες «αναλύσεις» δεν βρέθηκε ένας να πει ότι αυτές οι εξελίξεις- η υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε ε/κ αρχές, η επαναφορά της απομόνωσης των Τ/κ., η διαφαινόμενη σταδιακή αποαναγνώριση που σήμερα «ανακάλυψε» ο Γιαννάκης Ομήρου- ήταν το αναμενόμενο τέλος μιας προδιαγεγραμμένης πορείας. Που όλοι γνωρίζαμε που οδηγούσε. Άλλωστε, όλοι αυτοί που σήμερα παρουσιάζονται αποσβολωμένοι από τα γεγονότα, παραδέχονταν ότι το status quo δεν μπορούσε να μείνει αναλλοίωτο. Πως η πάροδος του χρόνου μονιμοποιούσε και νομιμοποιούσε τα αρνητικά του δεδομένα. Ακόμα και αυτοί που μιλούν για ευρωπαϊκή λύση και δεν δέχονται τίποτε λιγότερο από την επιστροφή κάθε πρόσφυγα, κατά καιρούς μας το είχαν πει. Απλά η «εθνική συναίνεση», που μας έφερε εκτός συνομιλιών και έθεσε με ακόμα πιο επιτακτικό τρόπο το ερώτημα τι γίνεται με το Κυπριακό, επιτάχυνε τις εξελίξεις.
Δεν βρέθηκε ένας να πει ότι η έκθεση δεν είχε να κάνει με «γενναιόδωρες προσφορές», με το γεγονός ότι δεν διεκδικήσαμε αρκούντως αποφασιστικά τα δικαιώματα μας, δεν ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής Αναστασιάδη, η οποία επί της ουσίας ήταν μια συνέχεια της ίδιας αυτοκαταστροφικής διαχείρισης που έτυχε το Κυπριακό διαχρονικά (και είναι γι’ αυτό που όσο δίκαιο κι αν έχει να αισθάνεται ότι η έκθεση δεν παραθέτει τα γεγονότα ως θα έπρεπε, δεν δικαιούται να αισθάνεται αδικημένος). Ούτε – όσο κι αν ακούγεται αδιανόητο για τους Παπαδόπουλο, Λιλλήκα και Κυπριανού- με το ότι «πληγώσαμε» τη Ρωσία. Και βεβαίως δεν είχε να κάνει με το ότι τα τελευταία χρόνια ακολουθήσαμε πολιτική καλού παιδιού. Ότι τα Η.Ε. πήραν χαμπάρι ότι υποχωρούμε γι’ αυτό και μας πιέζουν. Όσες φορές θέσαμε διλήμματα, όρους και προϋποθέσεις (όπως τώρα), βρεθήκαμε στη γωνιά. Αλλά είχε να κάνει με την ευκολία με την οποία αφήσαμε 41 χρόνια να περάσουν, τις πραγματικότητες να μας προσπεράσουν και να δώσουν μόνες τους τη λύση. Τη διαχρονική ανευθυνότητα, την ανικανότητα, τη δημαγωγία, την πολιτική ανηθικότητα. Που μετέτρεψαν την προσπάθεια του Κυπριακού σε ένα συμπαγές και ακλόνητο statusquo και επέτρεψαν στην Τουρκία χωρίς πίεση να διατηρεί όσα πήρε το 74. Με το γεγονός ότι ποτέ δεν αξιοποιήσαμε τις συγκυρίες, όταν τα συμφέροντα ήταν μαζί μας. Αντίθετα τις διαχειριστήκαμε με εσωτερικούς επικοινωνιακούς όρους. Μαζί με το γεγονός ότι αυτοί που επιδίωξαν (μετά μανίας) τη διχοτόμηση- με την βοήθεια των υπολοίπων- έπεισαν περισσότερο.
Όπως δεν βρέθηκε κανείς, στις τόσες αναλύσεις, να πει ότι η έκθεση του γ.γ. απλά αντανακλά στο ισοζύγιο δυνάμεων και την προοπτική του Κυπριακού. Την ολοένα και πιο έντονη εκτίμηση ότι αυτό το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί. Αφού καμιά πλευρά δεν δείχνει διάθεση να κάνει τους συμβιβασμούς που απαιτούνται ώστε να φτάσουμε σε λύση. Ότι, υπό τα δεδομένα που δημιούργησε η στασιμότητα 41 χρόνων, η σημερινή εξέλιξη ήταν και η μόνη λογική. Διότι τα Η.Ε. μπορούν κάλλιστα να λειτουργήσουν έχοντας και απέναντι τους την Κύπρο. Η διεθνής κοινότητα (όσο κι αν μας φαίνεται απίστευτο) μπορεί να ζήσει και με μια διαιρεμένη Κύπρο. Το ίδιο και η Τουρκία. Και διότι η διαχρονική εξωτερική μας πολιτική (αυτή η προσήλωση στη Ρωσία) δεν μας έδωσε συμμάχους που θα μπορούσαν να αποτελέσουν τον αποτρεπτικό παράγοντα στις ενέργειες της Τουρκίας που δεν μπορεί να αποτελέσει η Κύπρος.
Η έκθεση του γ.γ. ήταν όντως ένα χαστούκι όπως είπε ανήμπορος να κρύψει την ικανοποίηση του ο Νικόλας Παπαδόπουλος. Δεν ήταν όμως χαστούκι για τη ρομαντική σχολή. Ήταν χαστούκι για ολόκληρο το πολιτικό σύστημα και την κοινωνία. Αυτούς που τόνιζαν ότι εντός Ε.Ε. το ισοζύγιο δυνάμεων θα έγερνε υπέρ μας, όσους στο όνομα της «εθνικής συνεννόησης» συνεργάστηκαν μαζί τους και υιοθέτησαν τη γραμμή τους, και για όσους τους ακολούθησαν.
Για όλους όσους κλήθηκαν να διαχειριστούν το Κυπριακό, και φάνηκαν ανάξιοι απέναντι στη χώρα και την ιστορία. Που δεν πήραν χαμπάρι ότι η ιστορία μας ξεπέρασε προ πολλού. Που ακόμα και σήμερα επιλέγουν μια διαχείριση που αγγίζει τα όρια της προδοσίας. Τρέχουν πίσω από τα τετελεσμένα, αλλά- ακόμα και σήμερα- αρνούνται να τα δουν. Δεν δέχονται «ωμούς εκβιασμούς» και ετοιμάζουν νέα διαβήματα. Ενώ η οριστική διχοτόμηση, η αναγνώριση δύο κρατών- όπως πλέον και οι ίδιοι παραδέχονται- είναι ήδη σε εξέλιξη. Κι όμως δεν χαμπαριάζει κανείς.
Δημοσιεύτηκε και στην Καθημερινή της Κυριακής
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου