Οι πραγματικότητες δεν μπορεί ποτέ να επιτάσσουν, η πολιτική να είναι συνώνυμη με το ψέμα
«Ναι αλλά είναι δικιά μας η ζωγραφιά», ήταν η απάντηση της βαφτιστήρας μου (κοντά στα έξι) όταν, σε ερώτηση της τι χρώμα να φτιάξουμε το δέντρο, με τη βεβαιότητα του ενήλικα και ύφος σχεδόν επικριτικό, της υπέδειξα ότι τα δέντρα είναι πράσινα. Υπενθυμίζοντας μου πόσο πιο ελεύθερα και «καθαρά» σκέφτονται σε πολλά θέματα τα παιδιά, προτού ενταχθούν σ’ ένα εκπαιδευτικό σύστημα που, αντί να τους ανοίγει ορίζοντες, τα «λοβοτομεί», ή γίνουν μέρος μιας κοινωνίας που τα καλουπώνει σ’ ένα συγκεκριμένο τρόπο σκέψης που πολλές φορές ελάχιστα διαφέρει από τον απόλυτο παραλογισμό.
Ακριβώς αντίθετη ήταν η αντίδραση φίλων όταν στις ατέλειωτες συζητήσεις προεκλογικά εξέφραζα την τεράστια έκπληξη μου για το γεγονός ότι οι υποψήφιοι- που αμέσως μετά θα είχαν να διαχειριστούν πρωτόγνωρα δύσκολες για τη χώρα καταστάσεις- επέμεναν στην ίδια ακριβώς ρητορεία. Αρνούμενοι ακόμα και τότε να πουν στον κόσμο πραγματικότητες και να παρουσιάσουν ένα σχέδιο διαχείρισης τους, υποσχόμενοι, αντ’ αυτού, πράγματα που ήταν ξεκάθαρο ότι δεν θα μπορούσαν να υλοποιήσουν. Κάθε συζήτηση κατέληγε με το «έτσι είναι η πολιτική». Όπως και πλείστες συζητήσεις μετεκλογικά: Όταν ο Νίκος Αναστασιάδης, παρά τη δέσμευση του για δημιουργία ενός κυβερνητικού σχήματος με αιχμή την γνώση και την ικανότητα, δημιουργούσε ένα ακόμα υπουργικό συμβατικών υποχρεώσεων και περιορισμένων δυνατοτήτων, ή όταν, μετά το σκάνδαλο της Δρομολαξιάς, το ΑΚΕΛ αντί να οδηγήσει εκτός κόμματος τα στελέχη που φέρονταν να είχαν καταδολιεύσει τα ταμεία των εργαζομένων, οδηγούσε στους δρόμους (υπέρ αυτών των στελεχών) τους οπαδούς του και έστηνε στον τοίχο τη γενική εισαγγελία. Η στάση της ΕΔΕΚ για τον προϋπολογισμό (που απέρριπτε νομιζόμενη ότι περνά, και υπερψήφισε όταν συνειδητοποιούσε ότι δεν την έπαιρνε), η μετεξέλιξη του Νικόλα Παπαδόπουλου από φανατικό μνημονιακό στον μεγαλύτερο αντημνημονιακό που ανέδειξε αυτή η χώρα, το μασκάρεμα του Γιώργου Λιλλήκα σε (αντισυστημικό) Ρομπέν των Δασών της Κύπρου, τα show Περδίκη, αυτή η παντελής αδυναμία του πολιτικού συστήματος να λειτουργήσει με τρόπο ωφέλιμο για τη χώρα, πάντοτε μ’ ένα εκπληκτικό τρόπο «εντάσσονταν» στο πλαίσιο της πολιτικής λογικής.
Αυτή είναι, στο μυαλό μου, και η μεγαλύτερη νίκη του συστήματος. Και παράλληλα η πιο τρανταχτή δική μας ήττα. Ότι κατάφερε να ταυτίσει την πολιτική με την αδιάκοπη δημαγωγία, την υποκρισία, τη λαμογιά, το ψέμα, με οτιδήποτε άλλο, δηλαδή, πέραν αυτού που θα έπρεπε να είναι: της παραγωγής πολιτικής. Και κυρίως να πείσει μια ολόκληρη κοινωνία ότι αυτό (το κατάντημα), δεν είναι απλά κατανοητό, αλλά, και επιβεβλημένο. Ότι είναι εντάξει να αποκόπτονται επιδόματα από τις πιο ευπαθείς ομάδες για να διατηρούνται επιδόματα παραστάσεως και ευθύνης(!) αξιωματούχων και διευθυντών με μισθούς 70,000+ ή λιμουζίνες εκατομμυριούχων πολιτικών. Πως είναι πιο σημαντικό, για εμάς, να έχουμε υφυπουργούς (με μισθούς και επιδόματα υπουργών) από το να «σπαταλάμε» 600,000 σε χυμούς για εκείνα τα παιδιά που η ανικανότητα του κράτους οδήγησε στην ανάγκη. Ότι η αγορά πλοίων (για να κάνουν τι αλήθεια;) και οπλικών συστημάτων θα πρέπει να ιεραρχείται πάνω από την δημιουργία ενός συστήματος υγείας για όλους ή μιας Παιδείας ικανής να σκεφτεί λογικά. Ότι προέχει η κρατική χορηγία 4.1εκ. στα κόμματα (για να συνεχίσουν το δούλεμα) ή 300,000 στις νεολαίες (ώστε να μπορέσουν να συνεχίσουν τον αγώνα τους εναντίον του καπιταλισμού, με συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας για επισκέψεις Ευρωπαίων αξιωματούχων και στήριξης αυτών που φέρονται να έκλεψαν τα δημόσια ταμεία) από τη διασφάλιση και των πιο χαμηλών συντάξεων.
Ότι σημασία δεν έχει αν μας κλέβουν αλλά ποιοι μας κλέβουν. Ότι κάποια εκατομμύρια στα ταμεία των κομμάτων από ύποπτες πηγές είναι αναγκαίο κακό, μπορεί να είναι και απόδειξη πολιτικής σκευωρίας. Ότι το επίπεδο της πολιτικής ηθικής είναι αισχρό, ο κόσμος είναι άδικος, αλλά τι να κάνουμε; Έτσι είναι. Θα πρέπει να ζήσουμε με αυτό.
Η κοινωνία και ο τρόπος διακυβέρνησης της, όμως, είναι η δική μας ζωγραφιά. Και στη δικιά μας ζωγραφιά θα έπρεπε να έχουν θέση μόνο όσα εμείς θεωρούμε ότι θα πρέπει να έχουν θέση. Ο πολίτης να έχει το δικαίωμα να διεκδικεί από την ίδια αφετηρία, οι πολιτικοί να δουλεύουν για τους πολλούς και όχι για τους λίγους (αυτούς και τους γύρω τους) και η παιδεία να αποτελεί υπόβαθρο για αλλαγή του τρόπου σκέψης που μας οδήγησε στο σήμερα και όχι διασφάλιση συνέχισης του.
Οι πραγματικότητες να μην δικαιολογούν, υπό οποιεσδήποτε συνθήκες, η πολιτική να είναι συνώνυμη με το ψέμα. Η λαμογιά να μην χαρακτηρίζεται αναγκαίο κακό. Η πολιτική να είναι αντιπαράθεση ιδεών και όχι σλόγκαν και γελοιότητας. Να μπορεί να είναι και ηθική.
Στη δικιά μας ζωγραφιά θα έπρεπε τα χρώματα και οι πραγματικότητες να είναι ότι εμείς θελήσουμε.
Για ένα ανεξήγητο λόγο έχουμε εδώ και χρόνια κρύψει τα μολύβια καλά στο συρτάρι και επιτρέψει σε κάποιους άλλους να φτιάχνουν τη δικιά μας ζωγραφιά. Στο χέρι μας είναι να τα βγάλουμε ξανά απ’ το συρτάρι, και να φτιάξουμε μια κοινωνία που δεν θα μας κάνει να ντρεπόμαστε. Ίσως, κάποιες φορές, μας κάνει να νιώθουμε και εντάξει..
Δημοσιεύτηκε και στην Καθημερινή της Κυριακής
Γράφει: Αντώνης Πολυδώρου