Το κύριο χαρακτηριστικό των ‘φασιστικών’ καθεστώτων είναι ο απολυταρχισμός, η συγκέντρωση εξουσιών σε μη εκλεγμένους, δημοκρατικούς θεσμούς.
Δεν είναι απλά μια παρέα νεαρών που βανδαλίζουν κτίρια, δεν είναι μόνο η ξενοφοβική και ρατσιστική ρητορική, είναι κυρίως η συνταγματική δομή ενός κράτους και η πρακτική του εφαρμογή με τρόπο που εξαλείφει σε σημείο αφανισμού την λαϊκή κυριαρχία και την αναπληρώνει με την πολιτική και βούληση ολίγων. Έτσι νομοθετούν με βάση τις προσωπικές τους πεποιθήσεις και συμφέροντα, εκτελούν και δικάζουν με την δική τους αίσθηση δικαιοσύνης και αναλόγως της περίπτωσης. Μόνο η δημοκρατία μπορεί να αποτρέψει αυτό το φαινόμενο. Και στην Κύπρο έχουμε έλλειμα από αυτό το αγαθό. Έλλειμα που προκύπτει και από την Συνταγματική μας τάξη αυτή καθ’ αυτή, αλλά κυρίως από την πρακτική της εφαρμογή.
Στην Κύπρο όπως και στις πλείστες ‘δημοκρατίες’ έχουμε τον διαχωρισμό των τριών κύριων κρατικών εξουσιών, δηλαδή την εκτελεστική εξουσία (κυβέρνηση), την νομοθετική εξουσία (βουλή) και την δικαστική εξουσία (ανώτατο δικαστήριο). Στην Κυπριακή Δημοκρατία η εκτελεστική εξουσία αποτελείται από 10 άτομα (υπουργικό συμβούλιο άρθρο 46 Του Συντάγματος) εκ των οποίων μόνο 1 μέλος είναι εκλεγμένο. Η βουλή απαρτίζεται από 56 αντιπροσώπους, εκλεγμένους από τον λαό και πρέπει να θεωρείται το πιο δημοκρατικό θεσμικό όργανο του κράτους. Τέλος, το Ανώτατο Δικαστήριο απαρτίζεται από 13 άτομα εκ των οποίων ουδείς εκλεγμένος. Αξίζει μια αναφορά και στις άλλες κρατικές αρχές, όπως τον Γενικό Εισαγγελέα, τον Διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας, αξιωματούχοι οι οποίοι και αυτοί δεν είναι εκλεγμένοι από τον δήμο. Νομίζω το δημοκρατικό έλλειμμα είναι εμφανές από μια απλή παράθεση των πιο πάνω συνταγματικών πραγματικοτήτων.
Επίσης απουσιάζουν οι πρόνοιες για δημοψηφίσματα σε σημαντικά θέματα (βλ. Ελβετία, 4 μέχρι στιγμής μέσα στο 2016) όπως και η διαδικασία για νομοθετική πρωτοβουλία από πολίτες. Απουσιάζουν αισθητά πρόνοιες για λογοδοσία και ανάκληση αξιωματούχων, και τέλος επικρατεί μια έντονη αδιαφάνεια που αποκρύπτει από τον πολίτη τις ‘δημόσιες’ διαδικασίες. Όταν προστεθεί και ο κομματικός παράγοντας, δηλαδή η εξάρτηση ενός εκλεγμένου αξιωματούχου σε ένα πολιτικό γραφείο το δημοκρατικό στοιχείο μειώνεται ακόμα περισσότερο. Αν κάποιος προσθέσει σε αυτή την εξίσωση τις κοινωνικό-οικονομικές πραγματικότητες, π.χ. την προβολή συγκεκριμένων πολιτικών απόψεων από τα Μ.Μ.Ε. και την προώθηση των ίδιων πολιτικών απόψεων από μεγάλα budgets μεγάλων προεκλογικών εκστρατειών, που φυσικά χρηματοδοτούνται από συγκεκριμένα συμφέροντα, το δημοκρατικό έλλειμμα είναι ένα γεγονός που δεν μπορεί πλέον να παραγνωρισθεί.
Η πρακτική εφαρμογή του Συντάγματος και η ερμηνεία των προνοιών του, κάνουν όλο το πολιτικό μας σύστημα ακόμα πιο αντιδημοκρατικό. Από το 2013 έχουν καταχωρηθεί 16 ‘αναφορές’, δηλαδή παραπομπές νομοθετημάτων στο Ανώτατο Δικαστήριο από την εκτελεστική εξουσία, για κρίση συνταγματικότητας και έχουν γίνει πληθώρα αναπομπών νομοθετημάτων πίσω στην βουλή για επανεξέταση τους επειδή η εκτελεστική εξουσία τους θεωρούσε αντισυνταγματικούς. Τις πλείστες φορές, το Ανώτατο Δικαστήριο βρίσκει ότι η Βουλή, το πιο δημοκρατικό όργανο του κράτους, έχει ψηφίσει αντισυνταγματικούς νόμους και έτσι τους ακυρώνει. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι σε καμία απόφαση του δεν αναφέρεται το γεγονός ότι η Βουλή είναι ο πιο δημοκρατικός θεσμός άρα το Ανώτατο και η Κυβέρνηση πρέπει πολύ δύσκολα να ακυρώνουν τις αποφάσεις τις Βουλής. Στην ουσία έχουμε 3 μη δημοκρατικά όργανα (Ανώτατο Δικαστήριο, Κυβέρνηση και Γενικός Εισαγγελέας) να ακυρώνουν την βούληση του λαού όπως αυτή εκφράζεται από τους αντιπροσώπους του στην Βουλή.
Για παράδειγμα στην απόφαση του Ανώτατου στις 12/12/15 αναφορικά με το θέμα του ωραρίου των καταστημάτων, το Ανώτατο ουσιαστικά περιόρισε την εξουσία της Βουλής σε ‘γενικά’ νομοθετήματα και όχι σε ειδικά που προσδιορίζουν διαδικασία και ρυθμίζουν συγκεκριμένα ‘διοικητικά’ θέματα. Όλα αυτά, τα πρακτικά και καθημερινά ζητήματα ρυθμίζονται με κανονισμούς από μη εκλεγμένα υπουργεία. Οι αντιπρόσωποι του λαού δικαιούνται να νομοθετούν μόνο ‘γενικούς κανόνες δικαίου’ που φυσικά εφαρμόζονται και κυρίως ερμηνεύονται από τις άλλες εξουσίες που δεν είναι δημοκρατικά εκλεγμένες. Με βάση αυτή την απόφαση, οποιοδήποτε νομοθέτημα περιέχει πρόνοιες ‘διοικητικής’ φύσης (π.χ. ο περί εταιριών νόμος, οι νόμοι που ρυθμίζουν διαδικασίες στο κτηματολόγιο και άλλους κρατικούς φορείς) είναι αντισυνταγματικοί επειδή παραβιάζουν την αρχή της διάκρισης των εξουσιών. Λίγο, λίγο και σιγά, σιγά οι αποφάσεις που αφορούν όλους μας φεύγουν από τα χέρια της λαϊκής κυριαρχίας και δίνονται στα χέρια ολίγων ‘άριστων΄.
Και επειδή κάποιοι πάσχουν από συνταγματικό φετιχισμό, το ‘δημοκρατικό έλλειμα’ είναι φαινόμενο που παραβιάζει την κύρια και πρώτη αρχή του Συντάγματος μας. Υπενθυμίζω ότι το άρθρο 1 του Συντάγματος καθορίζει ότι η εξουσία στον τόπο μας κατέχεται από την ‘λαϊκή κυριαρχία’. Το θέμα δεν είναι απλά θεωρητικό ή ακαδημαϊκό, το θέμα είναι ότι σήμερα στην Κύπρο υπάρχει ένα αισθητό δημοκρατικό έλλειμμα που πρακτικά παραβιάζει το σύνταγμα και θέτει τις ζωές μας στα χέρια άλλων.
Αυτό απωθεί χιλιάδες συμπολίτες μας από το να αναμειχθούν με τα κοινά και έτσι απέχουν νιώθοντας αδύναμοι και ανήμποροι να επηρεάσουν. Δεν ευθύνονται αυτοί που η ψήφος τους, η δημοκρατική τους άποψη, είναι πολύ λίγη να αλλάξει την πραγματικότητα τους. ‘Ας κάνουν κόμμα, πολιτική οργάνωση, κίνημα, ας ασκήσουν το δημοκρατικό τους δικαίωμα να συνευρεθούν και να προτείνουν λύσεις’, θα μας πουν κάποιοι. Φυσικά -και αυτό δεν το λέω ειρωνικά- μεταξύ δουλειάς, οικογένειας, φίλων και ξεκούρασης, δεν μένει αρκετός χρόνος για πολιτική ζωή.
Το Ε.Λ.Α.Μ. μπορεί να μιλά σαν φασίστας αλλά παράλληλα και ακόμα πιο ανησυχητικά, το κράτος μας είναι έτοιμο να επιτρέψει και να φιλοξενήσει τέτοιες απολυταρχικές τάσεις. Απλά δεν υπάρχουν αρκετές δημοκρατικές δικλίδες για να αποτρέψουν κάτι τέτοιο. Το γεγονός ότι μέχρι σήμερα μας κυβερνούν πιο ήπιοι και ανεκτικοί άρχοντες δεν αλλάζει το γεγονός ότι δεν κυβερνάμε τους εαυτούς μας.
Στην τελική η μόνη ουσιαστική και μόνιμη λύση στο πρόβλημα της ‘πολιτικής’ σκηνής του τόπου μας, είναι η ριζική δομική και συνταγματική αναθεώρηση των θεσμών. Ας ξεκινήσουμε να το συζητούμε τουλάχιστον. Ας οργανωθούμε και ας ερευνήσουμε ενναλακτικές μορφές διακυβέρνησης που στηρίζονται στην Δημοκρατία. Παραδείγματα προς αποφυγήν υπάρχουν πολλά, αλλά υπάρχουν και αρκετά προς μίμηση. Μια πραγματική συμμαχία πολιτών για την δημιουργία ενός πραγματικού δημοκρατικού κόμματος θα αυξήσει την αλληλεγγύη ανάμεσα μας και θα ενδυναμώσει εμάς, τους πολίτες.
Γράφει: Άντης Γεωργίου