Το αίτημα που ταλανίζει τα Δημόσια Πανεπιστήμια συμπυκνώνεται στην φράση: «Προπαρασκευάστε άτομα για την αγορά εργασίας».
Από το συγκεκριμένο αίτημα απορρέει εν πολλοίς η υποβάθμιση του Δημοσίου Πανεπιστημίου στην Κύπρο αλλά και διεθνώς. Το γεγονός ωστόσο ότι η Κύπρος δεν διαθέτει ακαδημαϊκή παράδοση ετών που θα μπορούσε να λειτουργήσει ως ανάχωμα και εξισορροπητική τάση στην άνευ ορίων σύνδεση του Δημοσίου Πανεπιστημίου με την αγορά δημιουργεί περαιτέρω προβληματισμούς και ανοίγει επιτακτικά την συζήτηση για τον ρόλο του Δημοσίου Πανεπιστημίου σήμερα.
Εάν θεωρήσουμε ορθή την παραδοχή ότι η διάθεση της γνώσης στο ευρύ κοινό, η εκδημοκρατικοποίηση δηλαδή του Πανεπιστημίου, ανέδειξε παράλληλα και το αυξανόμενο ενδιαφέρον για ισχυρό έλεγχο στην μάθηση, γίνεται σαφές ότι οδηγούμαστε στην κατανόηση της βασικής συνθήκης του υποβιβασμού της διανοητικής ικανότητας του ατόμου: το Δημόσιο Πανεπιστήμιο φαίνεται μην τυγχάνει αναγνώρισης εάν και εφόσον η παραγόμενη και διαχεόμενη γνώση δεν είναι άμεσα αξιοποιήσιμη από την αγορά.
Γίνεται αντιληπτό ότι το Δημόσιο Πανεπιστήμιο και η γνώση σήμερα υποβαθμίζονται λόγω της μείωσης του ενδιαφέροντος από τους ιθύνοντες για ανάπτυξη πρωτοβουλίας, επινοητικότητας και κριτικής σκέψης.
Δεν θα έπρεπε να εκπλήσσει κανέναν η έκθεση του προγράμματος PISA βάσει του οποίου οι Κύπριοι μαθητές υστερούν και σε γνώσεις και σε δεξιότητες, γεγονός που δυσχεραίνει την ένταξη και προσαρμογή τους στη σύγχρονη κοινωνία ενώ είναι μικρός σχετικά ο αριθμός των μαθητών που κατέχουν τις δεξιότητες εξαγωγής σύνθετων συμπερασμάτων, αξιολόγησης επιχειρημάτων και αναστοχασμού που τους κατατάσσουν στα ανώτερα επίπεδα δεξιοτήτων, όπως εξάλλου έχει επισημάνει στο παρελθόν ο ίδιος ο υπουργός Παιδείας.
Καθώς λοιπόν στις μέρες μας μέλημα του Δημόσιου Πανεπιστημίου είναι η παροχή επαγγελματικής εκπαίδευσης, η διατήρηση άμεσης σχέσης με την βιομηχανία, η προετοιμασία νέων για ‘εργοδότηση’, η επένδυση στην καινοτομία που οφείλει να συνδέεται με την έρευνα γίνεται προφανές ότι τα Πανεπιστημιακά Ιδρύματα μετατρέπονται σε επιχειρήσεις διαχείρισης της γνώσης, με συνεχώς διογκούμενη γραφειοκρατία. Τα Πανεπιστήμια γίνονται ολοένα και πιο περίπλοκοι γραφειοκρατικοί οργανισμοί που στοχεύουν στην ‘ανάπτυξη’ ενώ διοικούνται με τον ίδιο τρόπο που διοικείται μια επιχείρηση.
Υπό αυτές τις συνθήκες οι διδάσκοντες δεν είναι πια σε θέση να αντιμετωπίσουν τα ζητήματα της Ακαδημαϊκής Πολιτικής που εμφανίζουν διαρκή αυξητική πορεία. Είναι λοιπόν η Διοίκηση που καλείται να διαχειριστεί πλήθος θεμάτων που αφορούν την πολιτική του Πανεπιστημίου. Και άρα τον τρόπο κοινωνικής διάχυσηςτης γνώσης.
Ποιο είναι το αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, όπως παρατηρείται σε μια μικρή χώρα, όπως η Κύπρος; Μαζί με την επιχείρηση, σήμερα να βάλλεται και η Γνώση!
Κι ακόμη πιο δύσκολο για την κοινωνία να αντιληφθεί πώς ούτε η γνώση, ούτε καν η μη χρηστή διοίκηση είναι το πρόβλημα. Δύσκολο να γίνει αντιληπτό ότι το πρόβλημα σήμερα είναι το ίδιο το σύστημα που εξωθεί την διάθεση της γνώσης στην αγορά και όχι στην κοινωνία, είναι οι πολιτικές σε διεθνές αλλά και τοπικό επίπεδο που ενισχύουν την μετατροπή του Πανεπιστημίου από χώρο ελεύθερης διακίνησης της γνώσης σε επιτευγματική επιχείρηση με φοιτητές, διδάσκοντες και στελέχη που διακρίνονται στην ‘αριστεία’.
Η γνώση όμως δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελέσει παράπλευρη απώλεια. Είναι καθήκον του σκεπτόμενου πολίτη να σταθεί κριτικά απέναντι στα πράγματα και να αντιληφθεί ότι ο πυρήνας του προβλήματος βρίσκεται στην προσπάθεια ελέγχου της γνώσης. Τα ζητήματα που καλείται να επιλύσει η επιχείρηση είναι απλά το σύμπτωμα. Το σύμπτωμα της παθολογίας του Δημοσίου Πανεπιστημίου που αντανακλά και ερμηνεύει την προσπάθεια επιβολής του ελέγχου στην Δημόσια Παιδεία. Το πρόβλημα που προκύπτει από την συστηματική περιθωριοποίηση των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστημών, σαν ξαφνικά η ποιοτική κοινωνική έρευνα να μην αναδεικνύει και να μην θεραπεύει κοινωνικά αιτήματα. Το πρόβλημα που προκύπτει από τον συντηρητικό λόγο ορισμένων ελίτ που επιθυμούν να κατέχουν μόνο εκείνοι την γνώση – αναγνωρίζοντας φυσικά την δύναμή της. Το πρόβλημα που προκύπτει από την υποβάθμιση της φιλοσοφίας, της λογοτεχνίας, της ιστορίας, του πολιτισμού κ.τ.λ.
Ας αφήσουμε λοιπόν κατά μέρος τις μικροπολιτικές και τις μεγαλοστομίες και ας αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα στην ρίζα του με προτάσεις που θα ανακόψουν την λαίλαπα του θετικισμού της γνώσης. Και κυρίως ας ειπωθεί αρκετές φορές για να γίνει αντιληπτό, ότι η παγίδα που ενέχει η απαξίωση του Δημοσίου Πανεπιστημίου είναι όχι η επίλυση των προβλημάτων του αλλά η επίτευξη κοντόφθαλμων στρατηγικών. Και τέλος η περιθωριοποίηση της γνώσης.
Η επένδυση στην ουσιαστική Παιδεία και η εξασφάλιση των συνθηκών που θα αποτελέσουν τις βάσεις και τα γερά θεμέλια του ακαδημαϊκού πολιτισμού στην Κύπρο είναι η λύση. Και επιτρέψτε μου: ούτε καν η τιμωρία των όποιων ενόχων σήμερα θα μπορέσει να καλύψει το κενό που υπάρχει στην ακαδημαϊκή παράδοση της χώρας. Απαιτούνται κόπος, χρόνος και όραμα ώσπου να αποδώσει η συγκεκριμένη ‘επένδυση’. Θα ευχηθώ μόνο αυτός ο στόχος, στις σωστές του βάσεις, να αποτελέσει και το στοίχημα της Πολιτείας. Να αποτελέσει την «υλοποίηση» μιας «καινοτομίας» που θα θέσει, ίσως για πρώτη φορά σε αυτήν την χώρα γερά θεμέλια. Θεμέλια για ένα στέρεο Ακαδημαϊκό Οικοδόμημα, με ηθική και διανοητική νομιμότητα και υπεροχή.
Το κείμενο αυτό αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης προβληματικής που αφορά τον ρόλο του Δημόσιου Πανεπιστημίου στα σημερινά κοινωνικά συμφραζόμενα.
Γράφει: Αγγελική Γαζή