Στην αγορά στοιβάζουν τα ξερόκλαδα.
Μια λόχμη από σκιές, φτωχό πανωφόρι.
Κατοικώ
Το κέρινο ομοίωμα του εαυτού μου, κορμί κούκλας.
Η νόσος ξεκινά εδώ: είμαι χάρτινος στόχος για μάγισσες.
Μόνον ο διάβολος μπορεί να κατατροπώσει το διάβολο.
Στον μήνα των κόκκινων φύλλων,
σκαρφαλώνω σε ένα κρεβάτι από φωτιά.
Είναι εύκολο να κατηγορήσεις το σκοτάδι:
Το στόμα μιας πόρτας, Την κοιλιά του κελαριού.
Έσβησαν το πυροτέχνημά μου.
Μια μαυροντυμένη κυρία με κρατά σ’ ένα κλουβί για παπαγάλους.