Εδώ και 15 περίπου μέρες γίνεται λόγος στα Μέσα Μαζικής Επικοινωνίας για το 105σελιδο έγγραφο, συσσυγγραφής Τούρκου ΥΠΕΞ Αχμέτ Νταβούτογλου και Υπουργού Ευρωπαϊκών Υποθέσεων Μεβλούτ Τσαβούσογλου, που κατατέθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) κατά την 52η συνεδρία του Συμβούλιο Σύνδεσης Τουρκίας-ΕΕ, την 23η Ιουνίου 2014.
Το επίμαχο σημείο του εγγράφου, που ξεσήκωσε αντιδράσεις, είναι ο χαρακτηρισμός της Κυπριακής Δημοκρατίας ως defunct («εκλιπούσα» ή αλλιώς… «μακαρισμένη» – περισσότερα πιο κάτω).
Και ενώ η είδηση έχει καλυφθεί από διάφορα Μέσα, σε επίπεδο πολιτικής τηρείται σχετική σιγή, πλην της αντίδρασης της Κύπριας ευρωβουλευτού, Ελένης Θεοχάρους, η οποία ήγειρε το θέμα στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κατά την παράδοση της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ στην Ιταλία. Εκεί, η ευρωβουλευτής είχε φέρει τον Έλληνα Πρωθυπουργό, Αντώνη Σαμαρά, και τον Έλληνα ΥΠΕΞ, Ευάγγελο Βενιζέλο, προ των ευθυνών τους σχετικά με την απραξία της Ελλάδας και της ελληνικής προεδρίας της ΕΕ για το συγκεκριμένο έγγραφο και το περιεχόμενό του. Γεγονός που έβαλε την Ελλάδα σε δύσκολη θέση και εξόργισε, καθώς λέγεται, τον Έλληνα ΥΠΕΞ ο οποίος κινητοποίησε το ελληνικό ΥΠΕΞ στέλνοντας ρηματική διακοίνωση στο αντίστοιχο κυπριακό (περισσότερα εδώ και εδώ).
Η γενικότερη σιγή σχετικά με το θέμα είναι αξιοπερίεργη ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη τις άμεσες αντιδράσεις και καταγγελίες Κύπρου και Ελλάδας κάθε φορά που η Τουρκία προβαίνει σε παραβιάσεις εναέριων και θαλάσσιων χώρων καθώς και όταν Τούρκοι αξιωματούχοι κάνουν κάθε λογής δηλώσεις διχοτομικές, μη αναγνώρισης/από-αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, και διαχωρισμού των Κυπρίων σε δύο ξεχωριστούς λαούς. Αυτό όμως που μας ενδιαφέρει πιο συγκεκριμένα στην προκειμένη είναι η σύντομη αξιολόγηση της τουρκική πολιτικής και κατ’ επέκταση της πολιτικής της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Διαχρονική η Στρατηγική
Για να είμαστε ειλικρινείς, η κατάθεση του εγγράφου δεν θα έπρεπε ούτε να σοκάρει, ούτε να εκπλήσσει. Μάλλον αναμενόμενη θα έπρεπε να ήταν καθώς η Τουρκία μας έχει συνηθίσει σε τέτοια. Αποτελεί μια μορφή της στρατηγικής γνωστής και ως subversion(ανατροπή), την οποία έχουμε δει πολλάκις από την Άγκυρα, και στόχο έχει την αναίρεση της αξιοπιστίας του κράτους σε διάφορα επίπεδα, πάντα σε συντονισμό με την τουρκοκυπριακή ηγεσία. Παρομοίως έπραξε και όταν η ΚΔ βρισκόταν στα πρόθυρα οικονομικής κρίσης, και πάλι με τη βοήθεια της τουρκοκυπριακής ηγεσίας, για να διαφοροποιήσει το διπλωματικό και διαπραγματευτικό ισοζύγιο προς το δικό της συμφέρον και σε σχέση με την ΕΕ (το αναλύσαμε, τότε, εδώ).
Το σοβαρό όμως της συγκεκριμένης περίπτωσης έγκειται στο ότι, αυτή τη φορά, η Τουρκία χρησιμοποιεί τα όργανα της ΕΕ στην προσπάθειά της να υποσκάψει την ύπαρξη και το ρόλο της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δηλαδή χρησιμοποιεί έναν οργανισμό που υποτίθεται ότι η ίδια η ΚΔ χρησιμοποιεί ως μέσο για την αντιμετώπιση του στρατιωτικο-πολιτικού της προβλήματος.
Με βάση αυτή τη λογική, το εν λόγω έγγραφο χρησιμοποιεί ακριβώς το γεγονός ότι το κοινοτικό κεκτημένο defacto δεν ισχύει σε ολόκληρη την Κύπρο καθώς η ΚΔ δεν ελέγχει τις κατεχόμενες περιοχές, για να καταλήξει ότι η ΚΔ δεν μπορεί να έχει το μονοπώλιο σε διεθνείς πλατφόρμες και οργανισμούς και ότι ούτε μπορεί να χρησιμοποιεί την ΕΕ για τους δικούς της πολιτικούς στόχους (σελ. 59). Σημειωτέο πως αυτό το κάνει και πάλι σε συντονισμό με την τουρκοκυπριακή ηγεσία, η οποία στις 4 Ιουλίου 2014, απαίτησε όπως κάθε μελλοντική συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών στην Κύπρο πρέπει να βασίζεται στο πρωτογενές δίκαιο της ΕΕ.
Το έγγραφο συνεχίζει,
Μέχρι να βρεθεί μια τελική και δίκαιη λύση στο ζήτημα της Κύπρου, η ένταξη των Ελληνοκυπρίων [σσ. ΚΔ] σε οποιοδήποτε διεθνή οργανισμό δεν μπορεί να ληφθεί υπόψη ευνοϊκά από την Τουρκία. Η διευκόλυνση ελληνοκυπριακών απαιτήσεων για ένταξη σε διεθνείς οργανισμούς μόνο θα ενίσχυε τις λανθασμένες αξιώσεις τους για εκπροσώπηση της εκλιπούσας (defunct) ‘Κυπριακής Δημοκρατίας’ και θα αποσπούσε την προσοχή τους από το στόχο της διευθέτησης [του Κυπριακού]. Η Τουρκία πρέπει να δράσει σύμφωνα με τις ευθύνες της. (σελ. 59, μετάφραση του γράφοντος)
Σημειώνεται ότι η λέξη defunct έχει δυο αποδώσεις. Η μια σημαίνει (σε θηλυκό γένος) «μη υπάρχουσα», δηλαδή, εκλιπούσα, νεκρή, ή… μακαρισμένη (όχι μακάρια). Η δεύτερη, σημαίνει «μη λειτουργική», που πλέον δεν λειτουργεί, ή «κλινικά νεκρή».
Αποτελεσματικότητα και «Αποτελεσματικότητα»
Γενικότερα φαίνεται ότι η Τουρκία είναι σε θέση να είναι πιο αποτελεσματική στη χρήση της ΕΕ για την εκπλήρωση των στόχων της παρά η ΚΔ. Αυτό ισχύει για δύο λόγους. Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι η Τουρκία και οι θέσεις της έχουν δεινούς συμμάχους εντός της ΕΕ, ενώ ο δεύτερος, και κατά την άποψή μας πιο σημαντικός, είναι το γεγονός ότι η Τουρκία δεν ενδιαφέρεται για πλήρη ένταξη στην ΕΕ εάν αυτή δεν γίνει με τους δικούς της όρους. Οι δύο αυτοί λόγοι, μάλιστα, σε συνάρτηση αποδίδουν τα καλύτερα για την Τουρκία αποτελέσματα αφού η ίδια χωρίς να κάνει εκπτώσεις ευνοείται από κράτη και προσωπικότητες της ΕΕ αλλά και από τις γεωπολιτικές και οικονομικές συγκυρίες.
Ξεκινώντας με το τελευταίο, το έγγραφο Νταβούτογλου-Τσαβούσογλου υπογραμμίζει τη γεωπολιτική σημασία της Τουρκίας για τη Δύση και την ΕΕ, με τη γνωστή επιχειρηματολογία του Νταβούτογλου περί της Τουρκίας ως πόλου σταθερότητας, δημοκρατίας και φορέα πλουραλισμού και ανάπτυξης για την ΕΕ (σελ. 3-7). Σε ό,τι αφορά την εκ των έσω υποστήριξη των τουρκικών θέσεων, οι δύο συγγραφείς δεν διστάζουν, για παράδειγμα να παραθέσουν δήλωση του προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Χέρμαν βαν Ρομπέι, όπου έλεγε ότι, «Όπως η Γαλλία και η Γερμανία πριν 60 χρόνια συνασπίστηκαν για τον άνθρακα, δεν θα μπορούσε στην περίπτωση της Κύπρου η δίοδος για τη συμφιλίωση να κτιστεί πάνω στο διαμερισμό και πώληση αερίου;». (Ας σημειωθεί και η δεινή αμερικανική στήριξη της τουρκικής ένταξης στην ΕΕ).
Κάτι άλλο όμως που αξίζει ιδιαίτερης προσοχής, προς υποστήριξη του δεύτερου λόγου που παραθέσαμε, είναι αντίληψη της Τουρκίας για την ενταξιακή της πορεία προς την ΕΕ, όπως εκφράζεται από το εν λόγω έγγραφο. Μετά από μια αμφισβητούμενη παράθεση των ιστορικών λόγων και αιτιών που οδήγησαν τόσο την Οθωμανική αυτοκρατορία (στα τελευταία της) όσο και την Τουρκία προς την Ευρώπη και τους οργανισμούς της, οι δύο Υπουργοί γράφουν: «Είμαστε μέλος κάθε ευρωπαϊκού οργανισμού και διαπραγματευόμαστε με την Ευρωπαϊκή Ένωση για πλήρη ένταξη. Αντιλαμβανόμαστε την αναζήτηση της θέσης μας στην Ευρώπη ως τίποτε λιγότερο από την διεκδίκηση [reach out] του εκ γενετής δικαιώματός μας» (σελ. 4).
Το ξεκάθαρο συμπέρασμα είναι αυτό που θα μπορούσαμε να εξάγουμε και αν βλέπαμε το βαθμό στον οποίο η Τουρκία (υπό το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης, ΑΚΡ) ανταποκρίθηκε στα Κριτήρια της Κοπεγχάγης και ευθυγραμμίστηκε με το Κοινοτικό Κεκτημένο ΕΕ (acquisc ommunautaire) στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Οι προσπάθειες της δεν είναι σε καμία περίπτωση ανύπαρκτες ή ευκαταφρόνητες, αλλά παραμένουν στον βαθμό που το ΑΚΡ θέλει για να διατηρεί την προνομιούχα σχέση που έχει με την ΕΕ, χωρίς αυτό να συνεπάγεται αποδυνάμωση της ίδιας του ηγεμονικής εξουσίας στο εσωτερικό ή να θέτει σε κίνδυνο τις πολιτικές του σε ζητήματα όπως το Κυπριακό, το Αιγαίο, ή το Αρμενικό.
Ασύμμετρη Απειλή
Με βάση όλα τα παραπάνω, η Τουρκία και η σχέση της με την ΕΕ – και σε ό,τι αφορά την πολιτική της ΚΔ – προκύπτει σαν ασύμμετρη απειλή. Δηλαδή, η ΚΔ προσπαθεί να επηρεάσει την τουρκική πολιτική στο Κυπριακό, ή να αποτρέψει τις επιβουλές της, χρησιμοποιώντας μια σχέση (Τουρκίας-ΕΕ) από την οποία θεωρεί ότι η Τουρκία έχει κάτι να χάσει (την ένταξή της). Εφόσον όμως η Τουρκία όχι μόνο δεν έχει κάτι να χάσει, διότι ούτως ή άλλως δεν την ενδιαφέρει να μπει στην ΕΕ αν αυτό δεν γίνει με τους δικούς της όρους καθώς θεωρεί ότι μια τέτοια ένταξη είναι «εκ γενετής δικαίωμά» της, αλλά έχει σημαντική υποστήριξη από κράτη και παράγοντες της ΕΕ, πως μπορεί η ΚΔ να επιτύχει;
Πώς δηλαδή μπορείς να απειλήσεις (και να αποτρέψεις) έναν τρομοκράτη με βασανιστήρια (πάγωμα κεφαλαίων) ή θάνατο (παύση ενταξιακής διαδικασίας) εάν σκοπός του είναι να αυτό-εκραγεί (να μην ενταχθεί στην ΕΕ με τους όρους της ΕΕ). Μάλιστα, η αυτοκτονία του τρομοκράτη θα εκπλήρωνε τον απώτατό του σκοπό (τόσο επίγειο όσο και υπερκόσμιο, σε κάποιες περιπτώσεις), ενώ εσύ δεν ήσουν καν σε θέση να χρησιμοποιήσεις τα ανα χείρας μέσα επιτυχώς. Ασύμμετρη απειλή και λάθος στρατηγική αντιμετώπιση (για την προβληματική αυτή πολιτική της ΚΔ έχουμε ξαναγράψει, π.χ. εδώ).
Τελικά, το πρόβλημα δεν είναι τόσο το έγγραφο της Τουρκίας ή οι κατά καιρούς προκλήσεις της καθ’ εαυτό. Το πρόβλημα είναι η έμφυτη αδυναμία της ΚΔ να σχεδιάζει πολιτική. Η αδυναμία αυτή πρέπει επιτέλους να ξεκινήσει να επιδέχεται αντιμετώπισης ξεκινώντας πρώτα από το εσωτερικό (δομές, θεσμοί, πρόσωπα, νοοτροπία, πολιτική κουλτούρα, εξυγίανση, εξειδίκευση) και μετά το εξωτερικό (συμμαχίες, πλειάδα εργαλείων εξωτερικής πολιτικής, κτλ.). Σίγουρα, λαμβανομένων υπόψιν και όλων των πιο πάνω, τα προβλήματα της ΚΔ δεν λύνονται ούτε με συζητήσεις σε συνεδριάσεις της ΕΕ, ούτε με την ένταξη και σε άλλες δυτικές… Συμπράξεις.
Γράφει: Ζήνωνας Τζιάρρας