Ο ορίζοντας του 2050 και η φιλελεύθερη αστική τάξη της Ρωσίας
Μεγαλώνοντας στην Καλλιθέα της Αθήνας, την δεκαετία του ’80 και του ’90 συνειδητοποίησα, βιωματικά, τις μεγάλες αντιφάσεις της μετάβασης από την Σοβιετική Ένωση στην Ομοσπονδία της Ρωσίας. Από την μία, ο Ελληνοπόντιος φραγκοράφτης της γειτονιάς μου, από την Τασκένδη, έπαιζε στο ακορντεόν την ‘Kalinka’ και από την άλλη, το εξώφυλλο του ‘Newsweek’, που διάβαζα φανατικά προκειμένου να εμπεδώσω τα αγγλικά μου, φιλοξενούσε τον Μπορίς Γέλτσιν με την είδηση της χρονιάς: Μεθυσμένος, κάπως, είχε… χουφτώσει τον πισινό της ιδιαιτέρας γραμματέως του. Κάπου μεταξύ «Κράτους και Επανάστασης» του Λένιν και «Αρχιπελάγους Γκουλάγκ» του Αλεξάντερ Σολζενίτσκιν, συνειδητοποίησα ότι η απέραντη αυτή χώρα, που στον Β’ ΠΠ συνέτριψε τον φασισμό, στην γενέτειρα του, είναι γεμάτη αντιφάσεις. Αντιφάσεις που συνειδητοποίησα πολύ πριν πιάσω τα δύο προαναφερθέντα βιβλία, χαμένος στις λαϊκές αναπαραστάσεις της εικονογράφησης του Μιχαήλ Στρογκόφ, από τα «Κλασικά Εικονογραφημένα». Η πρόσφατη κρίση της Ουκρανίας, η απόσχιση της Κριμαίας και η επέκταση της έντασης στα ανατολικά της χώρας τις επαναφέρει δραματικότερα από ποτέ. Κι αυτή την φορά, τον «μεγάλο πατριωτικό πόλεμο» δεν τον διεξάγει η Γαλλία του Ναπολέοντα εναντίον του Τσάρου Αλέξανδρου. Δεν υπάρχουν θρυλικές μορφές όπως ο Μιχαήλ Κουτούζοφ ή ο Κάρολος Φίλιππος της Αυστρίας. Υπάρχει η Ρωσία του Πούτιν και οι αντιφάσεις που κουβαλάει μαζί της.
Το 2050
Σε πρόσφατη έρευνά του, το Ινστιτούτο Εθνικής Στρατηγικής της Μόσχας, διαπιστώνει πως ο χρονικός ορίζοντας του 2050 θα σηματοδοτήσει δημογραφικές αλλαγές στην ρωσική επικράτεια. Εκτιμάται ότι ο αριθμός των μεταναστών που θα διαμένει στην Ρωσία θα ανέλθει στα 30 εκατομμύρια, συμπεριλαμβανομένων ανθρώπων από την Ασία, τις περιοχές του Καυκάσου και μουσουλμανικές χώρες. Μέχρι το 2050, η έρευνα εκτιμά ότι ο μισός πληθυσμός της Ρωσίας θα είναι μη-Ρώσοι, μια ειδοποιός διαφορά σε σχέση με το μεταναστευτικό ρεύμα των αρχών της δεκαετίας του ’90 –που στη πλειοψηφία του ήταν ρωσόφονοι ή άλλοι σλαβικοί πληθυσμοί. Η Ρωσία, εξαιτίας της οικονομίας της, δεν περιόρισε αυτή την μεταναστευτική εισροή. Εξάλλου το φτηνό εργατικό δυναμικό, το οποίο προέρχεται κυρίως από περιοχές της Ασίας είναι πάντα επιθυμητό, ειδικά σε μια έντονα βιομηχανοποιημένη οικονομία όπως αυτή της Ρωσίας. Ωστόσο, η δημιουργία μιας ισχυρής μουσουλμανικής κοινότητας, εντός της χώρας, δημιουργεί αναπόφευκτα «ανησυχίες» στο Κρεμλίνο. Εξάλλου, εκτός από την Τσετσενία και την ασθενή περιοχή του Καυκάσου, υπάρχει και η ορθόδοξη παράδοση, η οποία στην Ρωσία θυμίζει εποχές… Εθναρχίας. Η πρόσφατη προσάρτηση της Κριμαίας προσθέτει στον «εθνικό ρωσικό κορμό» 2,000,000 κατοίκους. Μια πιθανή προσάρτηση κι άλλων περιοχών της ανατολικής Ουκρανίας, η Λευκορωσία ακόμη και η Υπερδνειστερία θα ανανέωναν τον ρωσικό πληθυσμό της χώρας. Ακόμη όμως και αν η Ρωσία του Πούτιν χρησιμοποιήσει μια πολιτική επαναπροσδιορισμού των συνόρων της στο μάξιμουμ θα κληθεί να «αντιμετωπίσει» και τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς των περιοχών. Στην Κριμαία εξάλλου διαμένουν 300,000 Μουσουλμάνοι. Το ερώτημα που προκύπτει στην παρούσα φάση είναι απλό αλλά σύνθετο: Μπορεί η Ρωσία να διαχειριστεί σωστά την θεσμοθετημένη (σ.σ. με χρονικό ορίζοντα το 2025) μεταναστευτική της πολιτική; Αν περιορίσει την μετανάστευση θα χάσει το εργατικό της δυναμικό, αν την συνεχίσει ως έχει σε λίγα χρόνια οι Κινέζοι μετανάστες θα έχουν κατακτήσει την Σιβηρία και τις ανατολικές επαρχίες της, οι Καυκάσιοι και οι Ασιάτες θα είναι παντού διάσπαρτοι στην κεντρική Ρωσία και οι Μουσουλμάνοι θα διαχέονται στον κεντρικό Βόλγα (σ.σ. και ενίοτε κάποιοι φανατικοί εξ’ αυτών θα δημιουργούν σκηνικά όπως η πρόσφατη επίθεση στις όχθες του ποταμού, στο ιστορικό Βόλγκογκραντ, πρώην Στάλινγκραντ). Το ερώτημα μπορεί να γίνει ακόμη πιο αμείλικτο: Δημοκρατία ή «φρούριο Ρωσία»;
O πατριωτισμός του Πούτιν
Για πολλά χρόνια, η εξωτερική πολιτική της Ρωσικής Ομοσπονδίας βασίστηκε, και βασίζεται ίσως ακόμη, στους στόχους που έθετε η Σοβιετική Ένωση. Αυτή η μη ομαλή μετάβαση αποτελεί από μόνη της μια αντίφαση που δεν κατόρθωσε να απεμπολήσει η Ρωσία του Πούτιν. Το (ημιενεργό κατά την ταπεινή άποψή μου ΝΑΤΟ), στα «τελευταία του Ψυχρού Πολέμου» έδωσε μια «υπόσχεση κυρίων» στην Σοβιετική Ένωση. Να μην επεκταθεί προς ανατολάς. Αυτή η παραβίαση της υπόσχεσης, κατά τον Πούτιν, τονίστηκε έντονα τις τελευταίες εβδομάδες με αφορμή την κρίση της Ουκρανίας. Ήταν όμως μια υπόσχεση που δόθηκε την δεκαετία του ’80 και αισίως έχουμε… 2014. Η διαδικασία εκδημοκρατισμού της Ρωσίας, στον αντίποδα, ποτέ δεν ομαλοποιήθηκε σαν μια εσωτερική πολιτική διεργασία, αλλά σαν την «συνταγή» για να αλληλεπιδράσει η Μόσχα με την Δύση. Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι η σύγχρονη Ρωσία δεν είναι δημοκρατική. Είναι όμως, αναμφισβήτητα, μια άλλου τύπου δημοκρατία, διαφορετική από το δυτικό μοντέλο. Αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη αντίφαση της μετάβασης από το «παλιό» στο «νέο», στην Ρωσία. Τις δύο εν λόγω αντιφάσεις τις γνωρίζει καλά η φιλελεύθερη αστική τάξη της Ρωσίας, η οποία δείχνει να μην εκχωρεί τον πατριωτισμό της στον Βλαντίμιρ Πούτιν. Ο Πούτιν έχει το δικό του μίγμα εθνικισμού και πατριωτισμού. Ορμώμενο από το φιλοσοφικό ρεύμα των Ρώσων εθνικιστών, που αναφέραμε και σε προηγούμενα άρθρα αυτής της στήλης. Παρατηρώντας κανείς την κρίση της Ουκρανίας βλέπει να συγκρούονται δύο δημαγωγικές προσεγγίσεις. Από την μία η Μόσχα υποστηρίζει πως «έσωσε» τον λαό της Κριμαίας από τους εθνικιστές Ουκρανούς και από την άλλη η Δύση κατηγορεί την Ρωσία πως «δεν είναι νορμάλ δημοκρατία». Η Ρωσία κατηγορεί, σαν άλλος Αλεξάντερ Ντουγκίν την Δύση για σατανικό φιλελευθερισμό, την στιγμή που οι φιλελεύθεροι κύκλοι της Ρωσίας δεν παραχωρούν ούτε σπιθαμή του πατριωτισμού τους στον Πούτιν. Ως εκ τούτου, η φιλοσοφική ρήση ότι ένας φιλελεύθερος είναι πατριώτης επειδή μπορεί να μην συμφωνεί με ότι κάνει η κυβέρνησή του και επειδή αναζητά το καλύτερο γι’ αυτήν και πως ένας πατριώτης είναι φιλελεύθερος διότι συνειδητοποιεί ότι οι αξίες του φιλελευθερισμού είναι οι καλύτερες βρίσκει τέλεια εφαρμογή στην τρέχουσα κατάσταση της ρωσικής πολιτικής ελίτ. Και εδώ γεννιέται ένα δεύτερο καίριο ερώτημα: Ποιο ιδεολογικό ρεύμα θα επικρατήσει τα επόμενα χρόνια στην Ρωσία; Ένας ρωσικός φιλελευθερισμός, εξωστρεφής και με χωρητικότητες δημοκρατίας ή ένας συντηρητικός ρωσικός πατριωτισμός της απομόνωσης; Η διάδραση μεταξύ των δύο ιδελογικών ρευμάτων θα δημιουργήσει αναπόφευκτα ενδιαφέρουσες εξελίξεις στην πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας.
Αντί επιλόγου
Η Ουκρανία του 2014 έχει κάτι από την Κέρκυρα του Πελοποννησιακού Πολέμου, από την Βοημία του Τριακονταετούς Πολέμου και από την Πολωνία το 1945. Η ιστορία επαναλαμβάνει εαυτόν. Η πρόσφατη τετραμερής διάσκεψη της Γενεύης ανέδειξε πως η Μόσχα και η Δύση δεν έχουν χάσει παντελώς τα κανάλια επικοινωνίας μεταξύ τους. Ωστόσο δεν υπήρξε, επί της ουσίας, μια δραστική φόρμουλα επίλυσης της κρίσης. Και αυτό είναι μια ειδοποιός διαφορά από τον Ψυχρό Πόλεμο. Στον Ψυχρό Πόλεμο η ισορροπία της ισχύος ήταν απλή και η έννοια της αποτροπής λειτουργούσε σχεδόν αξιακά, κάθε φορά που τα πράγματα οξύνονταν. Ο «μεγάλος πατριωτικός πόλεμος» όμως, που διεξάγει ο Πούτιν κατακερματίζει περισσότερο τα πράγματα. Γιατί δημιουργεί αμείλικτα ερωτήματα για την Δύση. Θα παίξω τον δικηγόρο του Διαβόλου και θα θέσω ένα: Τι θα κάνει η Δύση αν οι ρωσόφονοι κάτοικοι της Νάρβας στην Εσθονία ζητήσουν δημοψήφισμα για την ένωση με την Ρωσία; H Ουκρανία εξάλλου πρόσφερε την επιλογή της μη επέμβασης, γιατί δεν είναι στο ΝΑΤΟ, απλόχερα. Η Εσθονία όμως είναι μέλος του ΝΑΤΟ… Ποιος Πολωνός, Αμερικανός ή Έλληνας στρατιώτης θα πολεμήσει και θα πεθάνει για την Νάρβα; Η απάντηση είναι εύκολη. Κανείς! Αυτό το γνωρίζει ο Πούτιν, έχω όμως την αίσθηση ότι έχει αρχίσει να το συνειδητοποιεί και η Δύση. Και η συνειδητοποίηση αυτής της κατάστασης πιθανώς να οδηγήσει σε κάτι αρκετά πιο πολύπλοκο από τον Ψυχρό Πόλεμο, τις συνέπειές του οποίου για το διεθνές σύστημα δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε…
Γράφει: Γιάννης Ιωάννου