Η ταυτότητα των βομβιστών ξυπνάει το φάντασμα της Τσετσενίας και φτάνει μέχρι τα περίχωρα… της Δαμασκού.
Πέσαμε έξω λοιπόν. Δημοσιογράφοι και διεθνείς αναλυτές. Περιμέναμε όλοι κάποιον ακροδεξιό εξτρεμιστή ή κάποιον «σκουρόχρωμο» ισλαμιστή τρομοκράτη. Τουναντίον, δύο Αμερικανοί πολίτες -νέα παιδιά με ρίζες από τον Βόρειο Καύκασο (Νταγκεστάν) και τσετσένικη εθνοτική καταγωγή, οι αδελφοί Τσαρνάεφ έκαναν την απόσταση Βοστόνης-Καυκάσου να φαντάζει Άγαλμα-Δάλι. Ωστόσο η απευθείας σύνδεση της τρομοκρατικής επίθεσης με το ζήτημα της Τσετσενίας γεμίζει αναπάντητα ερωτήματα. Καταρχήν, δεν υπάρχει συνεκτική σχέση μεταξύ της επίθεσης, και του τρόπου εκδήλωσής της, με τις «τσετσένικες πρακτικές». Οι Τσετσένοι δεν σκοτώνουν δρομείς. Στρέφονται κατά Ρώσων και συνήθως στοχεύουν ένστολους ή πολίτες του καθεστώτος Καντίροφ (ο «Πρόεδρος» της Τσετσενίας, ελέω Πούτιν από το 2007)… Και το κάνουν «θεαματικά» (βλέπε εισβολές σε θέατρα, ομηρείες σε σχολεία κοκ) όχι με κατσαρόλες και χύτρες ταχύτητας… Από την άλλη, ο ίδιος ο Ντοκού Ουμάροφ, ο τοπικός Τσετσένος πολέμαρχος του Βορείου Καυκάσου, επίσημα δήλωσε πως δεν υπάρχει καμιά ανάμιξη ανάμεσα στους αδερφούς Τσαρνάεφ και στη δική του δράση. Στη δήλωσή του μάλιστα έκανε λόγο για πράξη της ρωσικής ιντελιτζένσιας προκειμένου η αμερικανική κοινή γνώμη να στραφεί εναντίον των Μουσουλμάνων του Βορείου Καυκάσου και των Τσετσένων εν γένει… Μια δήλωση γεμάτη ερωτηματικά που περιπλέκει ακόμη περισσότερο τα πράγματα.
Το σίγουρο είναι ότι τα αδέρφια Τσαρνάεφ αποτελούν μια ιδιαίτερη περίπτωση τρομοκρατών. Μεγαλωμένοι με αμερικανικά πρότυπα και πολίτες της χώρας προφανώς γνώρισαν την ιδιαίτερη πατρίδα τους μόνο μέσω αφηγημάτων. Βέβαια σε αυτό πάντοτε ενυπάρχει ο κίνδυνος του εθνικισμού. Το γεγονός όμως ότι οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες τους παρακολουθούσαν συνδέεται άρρηκτα με τα γεγονότα που διαβάσαμε από τα σχετικά ρεπορτάζ. Ο Ταμερλάν (σ.σ. όνομα να σου πετύχει!) ταξίδεψε στη Μόσχα και στην ιδιαίτερη πατρίδα του πατέρα του, το Νταγκεστάν, τόσο το 2011 όσο και το 2012 γεγονότα που αμφότερα γνώριζε το FBI. Και δεν είναι υπερβολή να υποψιαστεί κανείς, ότι κατά τη διάρκεια αυτών των ταξιδιών του ίσως να ήρθε σε επαφή με την ιδεολογία και τις πρακτικές των Τσετσένων αλλάζοντας την κοσμοθεωρία του. Κανείς όμως δεν μπορεί να βασιστεί σε υποθέσεις… Πόσο μάλλον να ξεκαθαρίσει τι ακριβώς κρύβεται πίσω από τις προθέσεις των δύο αδερφών, με τον έτερο, τον Τζοχάρ να δείχνει σχετικά «παρασυρμένος» και να υποδεικνύει τον αδελφό του ως εγκέφαλο πίσω από τον σχεδιασμό των χτυπημάτων.
Πέραν της αστυνομικής διάστασης του ζητήματος, που είναι εξ’ ορισμού θρίλερ (με τον έναν αδελφό νεκρό και τον άλλο με προβλήματα επικοινωνίας κατά την ανάκριση), η υπόθεση της Βοστώνης λαμβάνει διεθνείς διαστάσεις που ξετυλίγουν ένα πεδίο άσκησης άκρατης συνομωσιολογίας. Κάποιοι κάνουν λόγο για περίπτωση διπλού πράκτορα, άλλοι για ανικανότητα συντονισμού των υπηρεσιών ασφαλείας των ΗΠΑ (ένα επιχείρημα στη φαρέτρα κυρίως των Ρεπουμπλικάνων αντιπολιτευομένων του Ομπάμα) και άλλοι για εγγενή αδυναμία συντονισμού μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας για ζητήματα διεθνούς τρομοκρατίας (που στοιχειοθετείται στην ελάχιστη σημασία που έδωσαν οι Ρώσοι στην επίσκεψη Ταμερλάν –ενός αμερικανού υπηκόου στο Νταγκεστάν). Το ενδιαφέρον όμως στοιχείο εδώ πηγάζει από την ρωσική πλευρά.
Το ρωσικό ΥΠΕΞ όχι μόνο έσπευσε να κατηγορήσει τους Τσετσένους, να απορρίψει κατηγορηματικά οποιαδήποτε σχέση μεταξύ Τσαρνάεφ και Ρωσίας αλλά τουναντίον, έβαλε σε όλη αυτή την μπερδεμένη υπόθεση κι άλλο έναν παράγοντα… Την Συρία. Η ρωσική διπλωματία εκμεταλλεύτηκε άμεσα τη σύνδεση Τσετσένων βομβιστών και Συρίας για να αναδείξει το μεγαλύτερό της φόβο: Την ανάμιξη Τσετσένων εθελοντών στον εμφύλιο της Συρίας (σ.σ. υπολογίζονται σε μερικές χιλιάδες) στο πλευρό των αντικαθεστωτικών. Για την Ρωσία, μια «μετά Άσαντ» Συρία ελεγχόμενη από Ισλαμιστές αναπόφευκτα θα οδηγήσει σε έναν ακόμη γύρο στη Τσετσενία και στον Βόρειο Καύκασο και ίσως αυτό να αποτελεί, στη παρούσα, το ισχυρότερό της επιχείρημα προκειμένου να επιτύχει τους στόχους της στη Συρία: Πρώτον, την μη ενεργό ανάμιξη της Δύσης στο πλευρό των αντικαθεστωτικών και δεύτερον, την συνεχή υποστήριξή της προς το καθεστώς Άσαντ. Το επιχείρημα αυτό δείχνει να αξιολογείται μετά προσοχής από τους κύκλους της αμερικανικής διπλωματίας και την διακυβέρνηση Ομπάμα. Κι αυτό επισυμβαίνει γιατί η αμερικανική εξωτερική πολιτική γνωρίζει καλά την πολυσχιδή ιδεολογικά, θρησκευτικά και εθνοτικά σύσταση της συριακής αντιπολίτευσης η οποία στο μέλλον μπορεί να αναβιώσει τα φαντάσματα των Ταλιμπάν και του Σαντάμ…
Είμαι πεπεισμένος ότι ακόμη βρισκόμαστε στα πολύ αρχικά στάδια σε σχέση με την πλήρη διαλεύκανση της υπόθεσης του τρομοκρατικού χτυπήματος στον Μαραθώνιο της Βοστώνης. Χωρίς να θέλω να φανώ καχύποπτος, θεωρώ πως η υπόθεση θα είχε διαφορετική τροπή αν ο Ταμερλάν έπεφτε ζωντανός στα χέρια των αμερικανικών δυνάμεων ασφαλείας. Αλλά αυτό δεν θα το μάθουμε ποτέ. Το σίγουρο συμπέρασμα, είναι ότι τα αδέλφια Τσαρνάεφ αποτελούν μια ιδιαίτερη περιπτωσιολογία τρομοκρατών που δεν εμπίπτει σε κάποια ασφαλή επιστημονική ή άλλη τυπολογία. Ταυτόχρονα όμως, αποδεικνύουν περίτρανα ότι στο ρευστό σύστημα ασφαλείας του 21ου αιώνα, η σύνδεση της τρομοκρατίας με τα ανοικτά μέτωπα συγκρούσεων του διεθνούς συστήματος παραμένει άρρηκτη και πως ο Βόρειος Καύκασος παραμένει ακόμη το ζοφερό εκείνο σκηνικό που τόσο αριστοτεχνικά περιγράφει ο Λέον Τολστόι μέσα από τις σελίδες του Χατζί Μουράτ.
Δημοσιεύτηκε και στην εφημερίδα “Πολίτης”
Γράφει: Γιάννης Ιωάννου