«Όταν έγιναν οι φασαρίες ήμουν πολύ μικρή, όμως, θυμάμαι ακόμη το αίσθημα της ανασφάλειας και του φόβου για τη ζωή μου, την οικογένεια και την περιουσία μας…
Όμως αυτό έγινε πριν 50 χρόνια και σήμερα είμαστε στο 2014 και δε μπορεί κανένας να αγνοήσει αυτό το γεγονός. Θέλω να πω κάτι, εγώ ένιωσα περισσότερη ασφάλεια από την άμεση απόφαση του Νίκου Αναστασιάδη να παύσει τον Αρχηγό αστυνομίας μετά τα επεισόδια εναντίον του κ. Ταλάτ, παρά, την ασφάλεια που μπορεί να δημιουργεί η Συνθήκη Εγγυήσεων της Τουρκίας. Αυτή είναι η αλήθεια!».
Η πιο πάνω δήλωση έγινε από γνωστή τουρκοκύπρια δικηγόρο στο πλαίσιο μιας συζήτησης στρογγυλής τραπέζης την εβδομάδα που μας πέρασε με αντικείμενο τα θέματα ασφάλειας και το κυπριακό. Τη δήλωση δεν την αναπαράγω επειδή καταλήγει στην πάγια θέση της δικής μας πλευράς για απεγκλωβισμό από τη συγκεκριμένη Συνθήκη, αλλά, επειδή συμφωνώ απόλυτα με την ουσία της. Ότι δηλαδή, τα θέματα ασφάλειας πρέπει να συζητηθούν και να επιλυθούν στα πλαίσια που ορίζουν οι σημερινές πραγματικότητες αποδίδοντας περισσότερη σημασία στους θεσμούς, στη δικαιοσύνη και στην πολιτική βούληση. Οι μάχες της σύγχρονης εποχής δίνονται με βάση μια ολιστική αντίληψη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων η οποία λαμβάνει υπόψη τόσο τα ατομικά, αστικά και πολιτικά όσο και τα κοινωνικά, οικονομικά και πολιτιστικά δικαιώματα και εμπεδώνονται στα πλαίσια ενός Κράτους Δικαίου.
Στη βάση αυτή ακριβώς καλούμαστε να συζητήσουμε και τα θέματα της ασφάλειας στα πλαίσια μας διαδικασίας επίλυσης του Κυπριακού.
Αναμφισβήτητα η βιωσιμότητα της ενωμένης Κύπρου θα εξαρτηθεί σε τεράστιο βαθμό από το αίσθημα ασφάλειας που θα νιώθουν οι πολίτες έναντι του ίδιου του κράτους. Μόνο ένα κράτος δικαίου μπορεί να καλλιεργήσει την αίσθηση της δικαιοσύνης. Η κίνηση του ΠτΔ να παύσει άμεσα τον Αρχηγό της Αστυνομίας έστειλε τα σωστά μηνύματα και αφόπλισε την επιχειρηματολογία όσων ακραίων από την άλλη πλευρά βιάστηκαν να μιλήσουν για αυτοδικαίωση.
Πέρα όμως από την ετοιμότητα για διαχείριση έκτακτων περιστατικών, το κλίμα συμφιλίωσης πρέπει να καλλιεργηθεί επίσης με την ανάληψη γενναίων πρωτοβουλιών για την εφαρμογή Μέτρων Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης από την Τουρκία προς την ε/κ κοινότητα, και παράλληλα, από την ε/κ κοινότητα προς τους Τουρκοκυπρίους. Μόνο έτσι μπορούμε να καλλιεργήσουμε το έδαφος για να τεθούν οι σωστές βάσεις για τη λύση του κυπριακού.
Το άνοιγμα της Αμμοχώστου και η από κοινού διαχείριση κοινοτικών κονδυλίων για την ανοικοδόμηση της θα αποτελέσει πιστεύω ένα τέτοιο ισχυρό μέτρο για την οικονομική και κοινωνική ζύμωση που θα υποβοηθήσει στην πολιτική συνεργασία. Διασκεδάζοντας τις ανησυχίες των τ/κ για οικονομική και πολιτική υποδούλωσή τους στα πλαίσια μιας λύσης βασισμένης στη ΔΔΟ, ανοίγουμε το δρόμο για να πετύχουμε συμφωνία που να διασφαλίζει την πλήρη αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων καθώς και την απαγκίστρωση από τις συνθήκες εγγυήσεων.
Ενεργώντας με άξονα την οικοδόμηση εμπιστοσύνης ανάμεσα στις δύο κοινότητες και λαμβάνοντας μέτρα που θα επιτρέψουν στην πλειοψηφία των ΤΚ να απαλλαγούν από το αίσθημα απειλής – πείθοντας, με άλλα λόγια, ότι είμαστε ειλικρινείς στην επιδίωξη μιας λύσης που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα και θα εγγυάται την ασφάλεια του συνόλου του κυπριακού λαού, απογυμνώνουμε και εκθέτουμε πολιτικά τους οπαδούς διαχωριστικών λύσεων δίνοντας έτσι μια τελευταία ίσως προοπτική στην επανένωση.
Για χρόνια έχουμε επενδύσει οι μεν στην αδιαλλαξία των δε προκειμένου να κερδίζουμε τις εντυπώσεις και τη συμπάθεια της διεθνούς κοινότητας. Καιρός όμως να σκεφτούμε σοβαρά πως θα δημιουργήσουμε τις συνθήκες για να καρποφορήσει αυτή η κρίσιμη προσπάθεια για επίλυση του κυπριακού και να κάνουμε ένα νέο ξεκίνημα πάνω σε στέρεες βάσεις.
Γράφει: Ξένια Κωνσταντίνου