Απορριπτικοί, ενδοτικοί, πατριδοκάπηλοι, ανθέλληνες, αντιομοσπονδιακοί, τουρκόφιλοι, υπερπατριώτες, δουλοπρεπείς, οπαδοί της διχοτόμησης, ναινέκοι, ρατσιστές, οσφυοκάμπτες και πάει λέγοντας.
Ένα ανεξάντλητο λεξιλόγιο ανταλλαγής χαρακτηρισμών μεταξύ των “αντίπαλων σχολών σκέψης” του κυπριακού, που αρχίζει από τις απλές προσβολές και φτάνει στις χειρότερες ύβρεις. Μία εντελώς ανεξήγητη ρητορική απύθμενου μίσους μεταξύ των ελληνοκυπρίων, που σε βάζει πραγματικά σε σκέψεις: αν μεταξύ μας διαθέτουμε τέτοια αστείρευτα αποθέματα έχθρας, σε σημείο που να δυσκολευόμαστε να συμφωνήσουμε σε 5 βασικά, πως θα κάνουμε χωριό αύριο με το σύνοικο στοιχείο;
Στη δική μου αντίληψη, θα ήταν κάπως καθησυχαστικό αν το συγκεκριμένο φαινόμενο περιοριζόταν μόνο στο επίπεδο των καθημερινών συζητήσεων μεταξύ απλών πολιτών. Στο κάτω-κάτω, ο καθένας έχει το δικαίωμα έκφρασης της άποψής του και κρίνεται από το επίπεδο και το ύφος της επιχειρηματολογίας του. Το τραγικό είναι που πρωταγωνιστές σ’ αυτό το blame game γίνονται (ηθελημένα ή μη) τόσο πολιτικοί, όσο και ΜΜΕ.
Η εμπειρία του 2004 προφανώς δεν μας κατέστησε σοφότερους. Προσωπικά θυμάμαι έντονα ότι η προ και μετά Ανάν εποχή είχε αφήσει πολύ έντονα τα σημάδια της διχόνοιας οριζόντια σε ολόκληρη την κυπριακή κοινωνία. Δεν υπήρχε οικογένεια, γραφείο, καφενείο ή άλλος χώρος κοινωνικής συνέυρεσης που να μην έζησε τουλάχιστον έναν καυγά για το κυπριακό. Πλέον, πέραν των παραδοσιακών χώρων και τρόπων αντιπαράθεσης επιχειρημάτων, στο παιγνίδι έχει μπει ίσως και πιο ενεργά από όλους το διαδίκτυο και ειδικά τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης.
Είναι λες και παρακολουθείς ποδοσφαιρικό ντέρμπι μεταξύ αιωνίων αντιπάλων, οι οποίοι προσπαθούν καθημερινά μετά μανίας και διά πυρός και σιδήρου να επικρατήσουν. Κι αν στο ποδόσφαιρο αυτά είναι λίγο πολύ αναμενόμενα, το να γίνονται σημεία αναφοράς στην πολιτική ατζέντα που αφορά στο μέλλον μιας ολόκληρης χώρας κι ενός ολόκληρου λαού, προσωπικά το θεωρώ απαράδεκτο.
Γιατί όποιος εκφράζει κάποιες ανησυχίες/επιφυλάξεις για το μοντέλο λύσης που εκκολάπτεται πρέπει αμέσως να θεωρείται ότι δεν θέλει λύση; Γιατί από την άλλη όποιος είναι αισιόδοξος και θετικός με την όλη διαδικασία (ειδικά μετά την εκλογή Ακκιντζί), πρέπει να θεωρείται προδότης; Όλοι θεωρητικά τουλάχιστον νοιαζόμαστε για το μέλλον τούτου του δύσμοιρου τόπου. Κανείς δεν είναι πιο πατριώτης από τον άλλο επειδή φωνάζει ότι “Η Κύπρος είναι ελληνική”, ούτε ο άλλος αγαπά την πατρίδα του λιγότερο επειδή πάει σε δικοινοτικές συναντήσεις στα κατεχόμενα.
Είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι το 2015 θα δούμε τον επαναληπτικό του αγώνα που είδαμε το 2004. Κανένα σχέδιο λύσης δεν θα έχει την παραμικρή προοπτική αν αντικρίζεται μονίμως με έχθρα και καχυποψία. Ο σεβασμός στην αντίθετη άποψη είναι θέμα παιδείας, η οποία στην Κύπρο προφανώς απουσιάζει, εφόσον επικρατεί το …γινάτι απλώς και μόνο για να αποδείξουμε ότι “εμείς είχαμε δίκιο εξ αρχής”. Κανείς δεν κατέχει την απόλυτη αλήθεια στο κυπριακό και κανείς δεν είναι τόσο ικανός μάντης που να μπορεί να προβλέψει με ακρίβεια το μέλλον.
Γόνιμη, με επιχειρήματα, πολιτική ανταλλαγή απόψεων χρειαζόμαστε. Και υπομονή. Μπορούμε;
Γράφει: Βίκτωρας Κουντούρης