Οι δημόσιες τοποθετήσεις του Γ.Λιλλήκα, μετά από συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, αποτελούν μια εποικοδομητική προσέγγιση στο Κυπριακό.
Χωρίς να ακυρώνει τη γενικότερη θεώρησή του, αλλά διαφοροποιούμενος από τις άναρθρες κραυγές των «μονίμως ανήσυχων», ο κύριος Λιλλήκας:
- Στήριξε τη χρησιμότητα της συνάντησης του Προέδρου με το ΓΓ του ΟΗΕ στο Νταβός, ως ευκαιρία να τεθεί η Τουρκία προ των ευθυνών της.
- Ανέδειξε την ευθύνη ισχυρών χωρών, όπως η Γαλλία, η Ρωσία και οι ΗΠΑ, να συμβάλουν ώστε η Τουρκία να λάβει αποφάσεις που να επιτρέπουν τη λύση στο Κυπριακό.
- Εξέφρασε τη διάθεσή του να διατηρήσει επικοινωνία με τον Πρόεδρο και να υποβάλει εναλλακτικές προτάσεις, αναγνωρίζοντας ότι είναι στην αρμοδιότητα του Προέδρου να κρίνει αν και πώς θα τις αξιοποιήσει.
- Επεσήμανε ότι «η ποιότητα της λύσης θα επηρεάζει τη ζωή όλων μας», κατά συνέπεια όλοι έχουμε ευθύνη να συμβάλουμε θετικά με απόψεις και προτάσεις προς τον Πρόεδρο.
Βεβαίως, στις δηλώσεις του ο κύριος Λιλλήκας απέφυγε επιμελώς να αναφέρει ότι συζητούμε για λύση Ομοσπονδίας, αποτελούμενης από δύο πολιτείες (διζωνική) που θα διοικούνται από δύο πολιτικά ισότιμες κοινότητες (δικοινοτική). Μια ομοσπονδία που θα προκύψει ως μετεξέλιξη του ισχύοντος συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, πολιτική που κι ο ίδιος υποστήριξε και υπηρέτησε επί σειρά ετών ως βουλευτής και ως υπουργός. Ίσως να το θεωρεί δεδομένο και αυτονόητο.
Εντός αυτού του πλαισίου, της διζωνικής-δικοινοτικής ομοσπονδίας, υπάρχουν πραγματικά πολλά περιθώρια, αλλά και ανάγκη, για ιδέες και εισηγήσεις που θα συμβάλλουν στη διαμόρφωση ενός σύγχρονου και δημοκρατικού συντάγματος, που θα σέβεται τα ανθρώπινα δικαιώματα και ελευθερίες. Προτάσεις και απόψεις που θα βοηθούν ώστε το ομοσπονδιακό κράτος να είναι ένα κράτος ανάπτυξης, κοινωνικής δικαιοσύνης και ευημερίας για όλους τους πολίτες. Διότι μόνο έτσι μπορεί να είναι λειτουργικό και βιώσιμο.
Όλη η πολιτική ενέργεια και τα καλύτερα μυαλά που διαθέτει ο τόπος θα έπρεπε να ήταν αφοσιωμένα σε αυτή την προσπάθεια, κατά τρόπο δημιουργικό και εποικοδομητικό. Διότι, όπως ορθά το διατύπωσε ο κύριος Λιλλήκας, «η ποιότητα της λύσης θα επηρεάσει τη ζωή ολόκληρου του λαού». Δυστυχώς, όμως, αντί να επικεντρωθούμε στο περιεχόμενο και στην ποιότητα της λύσης, στο πλαίσιο που συμφωνήσαμε και συζητούμε εδώ και σχεδόν τέσσερις δεκαετίες, μερίδα των πολιτικών κομμάτων και μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ δίνει την εντύπωση ότι βρίσκεται σε διατεταγμένη υπηρεσία ακύρωσης αυτής της προοπτικής. Άλλοτε εμμέσως και άλλοτε ευθέως, αμφισβητεί το πλαίσιο της ομοσπονδιακής λύσης, αρνείται το δικοινοτικό χαρακτήρα, απορρίπτει το διαμοιρασμό εξουσίας ανάμεσα στις δύο κοινότητες, προσεγγίζει τους Τουρκοκύπριους ως θρησκευτική μειονότητα, αδιαφορεί για τις συνέπειες από την περαιτέρω συνέχιση της ντε φάκτο διχοτόμησης. Έχοντας υιοθετήσει μια άκρως αρνητική στάση στην προοπτική συμφωνημένης λύσης ομοσπονδίας, φτάνει στο σημείο να αμφισβητεί τη διεξαγωγή διακοινοτικών συνομιλιών, ως εάν αυτές να άρχισαν για πρώτη φορά το Μάη του 2015. Και βεβαίως, δεν έχει να προτείνει απολύτως καμία εναλλακτική πρόταση. Το μόνο που «προτείνει» είναι απαισιοδοξία, μεμψιμοιρία, φόβο, ανασφάλεια, μιζέρια, σε τελική ανάλυση, ηττοπάθεια και συμβιβασμό με το διχοτομικό στάτους κβο.
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης, αξιοποιώντας τη σοβαρή και υπεύθυνη στάση της Αριστεράς, αλλά και τη στήριξη ευρύτερων δυνάμεων από τον ενδιάμεσο χώρο και την κοινωνία των πολιτών, πρέπει να συνεχίσει με την ίδια αποφασιστικότητα.
Σε συνεννόηση με την τουρκοκυπριακή ηγεσία, να αρχίσει να ενημερώνει την κοινή γνώμη για τις συγκλίσεις που έχουν επιτευχθεί αλλά και τα ζητήματα στα οποία υπάρχουν αποκλίσεις. Να διατηρήσει τακτική επικοινωνία και να ενθαρρύνει την υποβολή εναλλακτικών προτάσεων και εισηγήσεων για την «ποιότητα της λύσης», έστω κι αν διατυπώνονται από δυνάμεις και πρόσωπα που δεν συμμερίζονται πλήρως τους χειρισμούς του. Με τον τρόπο αυτό η διαδικασία ενισχύεται, οι δυνατότητες για μια ποιοτική λύση ομοσπονδίας μεγιστοποιούνται, η προοπτική λειτουργικότητας και βιωσιμότητας διασφαλίζεται.
Γράφει: Βασίλης Πρωτοπαπάς