Αποχή
Η αποχή θα είναι με πολύ μεγάλη διαφορά το μεγαλύτερο «κόμμα» στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές.
Για διαφορετικούς λόγους, με διαφοροποιημένα ποσοστά αναλόγως ηλικίας και κοινωνικοοικονομικής κατάστασης, την αποχή θα επιλέξει η πλειοψηφία του εκλογικού σώματος. Η δυναμική που έχει αποκτήσει τα τελευταία 15 χρόνια η αποστασιοποίηση των πολιτών από την εκλογική διαδικασία είναι δραματική. Στις βουλευτικές εκλογές του 2001 και στις προεδρικές του 2003 η αποχή ήταν 8,3% και 9,45% αντίστοιχα. Δέκα χρόνια μετά, στις βουλευτικές του 2011 υπερδιπλασιάστηκε φτάνοντας το 21,3% ενώ στις προεδρικές του 2013 σχεδόν διπλασιάστηκε φτάνοντας το 16,9%. Τα δεδομένα των ευρωεκλογών είναι ακόμη πιο τρομακτικά. Από 27,5% το 2004 η αποχή εκτοξεύτηκε στο 56% το 2014.
Στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές εκτιμάται ότι η αποχή θα καταγράψει νέα επίδοση ξεπερνώντας το 30%, χωρίς να αποκλείεται να προσεγγίσει και να ξεπεράσει ακόμη και το 40%. Βεβαίως, τα κομματικά ποσοστά και η κατανομή εδρών δεν επηρεάζονται από την αποχή. Η αποχή ενδιαφέρει κάθε κόμμα μόνο στο βαθμό που επηρεάζει δυσμενώς το ίδιο σε σχέση με τους ανταγωνιστές του. Το βράδυ των εκλογών θα χυθούν και πάλι κροκοδείλια δάκρυα από την πολιτική ηγεσία για το μέγεθος της αποχής.
Κοινοβουλευτική Επιτροπή Παιδείας
Συμμετέχω αραιά και που ως προσκεκλημένος, υπό διάφορες ιδιότητες, από το 1989, κοντά τρεις δεκαετίες. Πιο πρόσφατη πρόσκληση την περασμένη βδομάδα, για το θέμα της εναλλακτικής πρόσβασης μαθητών (κυρίως ιδιωτικών σχολείων) στα δημόσια Πανεπιστήμια του τόπου. Γενική εντύπωση, «κάθε πέρσι και καλύτερα». Για την ακρίβεια, η όλη διαδικασία και όσα διαμείφθηκαν ήσαν προσβλητικά για το θεσμό του κοινοβουλίου και την αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Πολιτικός λόγος χαμηλής ποιότητας, πεποιθήσεις αντί επιχειρήματα, έλλειψη σεβασμού στους προσκεκλημένους, φωνασκίες και αντεγκλήσεις κι ένα προεδρείο ανίκανο να εκπληρώσει το ρόλο του. Ανεξάρτητα από την ουσία του θέματος και τις όποιες διαφορετικές απόψεις, που είναι πάντα σεβαστές, η εικόνα του θεσμού και των λειτουργών του, ενώπιον μάλιστα πολλών μαθητών που παρακολουθούσαν εμβρόντητοι, ήταν θλιβερή. Τόσο, που αρχηγός κόμματος αναγκάστηκε να επικρίνει επανειλημμένα βουλευτή του κόμματός του για συμπεριφορά «bulling» προς τους καλεσμένους. Κάθε κοινωνία έχει τους βουλευτές που της αξίζουν; Ίσως. Αλλά ένα μεγάλο μέρος αυτής της κοινωνίας αξίζει κάτι καλύτερο. Μόνο που αυτό δεν θα προκύψει μέσα από τις προσεχείς βουλευτικές εκλογές.
Αρνήσεις συμμετοχής στα ψηφοδέλτια
Πολλοί και διάφοροι, πριν το Σταύρο Ζένιο, αρνήθηκαν προτάσεις από μεγάλα ή μικρότερα πολιτικά κόμματα για συμμετοχή στα ψηφοδέλτια ενόψει βουλευτικών εκλογών. Ο πρώην Πρύτανης επέλεξε να εξηγήσει δημόσια και με καυστικό τρόπο την άρνησή του. «Δεν μπορώ να είμαι στο ίδιο ψηφοδέλτιο με υποψήφιους που δεν πληρώνουν τα πρόστιμα τους, που βρίζουν γυναίκα συνάδελφο τους ή διαφημίζουν στα κοινωνικά δίκτυα τις γαστρονομικές τους παρανομίες». Αυτή η αναφορά, που σε πολλούς άρεσε, ίσως αδικεί άλλους υποψήφιους, αξιόλογους και ικανούς, που εκ των πραγμάτων θα βρίσκονται στο ίδιο ψηφοδέλτιο ή/και σε άλλα πολύ χειρότερα. Ωστόσο, το γεγονός ότι προσωπικότητες όπως ο πρώην Πρύτανης δεν ενδιαφέρονται για το αξίωμα του βουλευτή, είναι αποκαλυπτικό του μειωμένου κύρους που διαθέτει ο θεσμός.
Όσο για τον αρχηγό του κόμματος που απελπισμένος διερωτάται «σε τι τόπο ζούμε» και «τι θα κάνουμε για να αλλάξουμε τα πράγματα», η απάντηση είναι μία και μοναδική. «Λύστε το Κυπριακό, τώρα». Για να μεγαλώσει ο τόπος, για να ανοίξουν οι ορίζοντες, για να γυρίσουμε σελίδα. Αλλιώς, συνεχίστε να ηγείστε της θλιβερής πολιτικής μας ζωής, αδιαμαρτύρητα.
Γράφει: Βασίλης Πρωτοπαπάς