Νέα, περισσότερα αυτή τη φορά, ρητορικά ερωτήματα έθεσε στη στήλη του ο φίλος Χρύσανθος Τσουρούλης (Η Σημερινή, 28/8/2016).
Καθώς μου τα κοινοποίησε, θα επιχειρήσω να τα απαντήσω, πάντα στο πλαίσιο συμβολής στο νηφάλιο δημόσιο διάλογο και προβληματισμό.
1) «Με ποια λογική, λοιπόν, μπορούν οι Αμερικανοί, αν το θέλουν, να πείσουν τον παντοκράτορα της Άγκυρας που τους ξηλώνει τη βάση στο Ιντζιρλίκ να κάνει κάτι διαφορετικό στην Κύπρο από εκείνο που έχει διακηρύξει εκατό φορές;»
Δεν ξέρω τι έχει διακηρύξει «εκατό φορές» ο Ερτογάν, ξέρουμε όμως τι προνοούν οι συμφωνίες μεταξύ των δύο ηγετών και το κοινό ανακοινωθέν του 2014. Είμαι επίσης βέβαιος ότι ο Ομπάμα και ο Μπάιτεν δεν έχουν ιδέα και ούτε ασχολούνται με τις λεπτομέρειες του Κυπριακού, το ίδιο ισχύει για τον Ερτογάν, εξ ου και στις μεταξύ τους συζητήσεις οι όποιες αναφορές στο Κυπριακό αφορούν τη μεγάλη εικόνα. Όχι, λοιπόν, δεν μπορούν, δεν θέλουν και δεν πρόκειται οι ΗΠΑ να απαιτήσουν από τον Ερτογάν οτιδήποτε αφορά σε επιμέρους πτυχές της λύσης (π.χ. επιστροφή της Μόρφου). Όσο για το ξήλωμα του Ιντσιρλίκ και γενικά για το ξήλωμα στις σχέσεις ΗΠΑ – Τουρκίας, ας μην βιαζόμαστε.
2) «Για ποια λύση εννοούν ότι γίνεται πριν από το τέλος του χρόνου;»
Λύση ομοσπονδιακού κράτους, αποτελούμενου από δύο πολιτείες. Μέλους της ΕΕ και της Ευρωζώνης, με όλα όσα αυτό συνεπάγεται. Μέλος του ΟΗΕ και της ΕΕ, χωρίς να απαιτηθεί νέα αίτηση. Οι Τουρκοκύπριοι θα έχουν τη δική τους συνιστώσα πολιτεία, στο πλαίσιο του ενός και μόνου διεθνώς κυρίαρχου ομοσπονδιακού κράτους (με μία υπηκοότητα). Οι δύο κοινότητες και οι δύο πολιτείες θα είναι πολιτικά ισότιμες, ωστόσο δεν θα υπάρχει 50% διαμοιρασμός των θέσεων εξουσίας (άλλο πολιτική και άλλο αριθμητική ισότητα, αυτό ορίζουν και σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ). Η «ΤΔΒΚ» δεν μπορεί να έχει συνέχεια διότι πολύ απλά δεν έχει οποιαδήποτε διεθνή υπόσταση σήμερα. Για τους Τουρκοκύπριους, όμως, ένα μεγάλο μέρος της πραγματικότητας που ζουν από το 1974 θα έχει συνέχεια.
3) «Μήπως είναι μύθος και το «πάρε-δώσε»; Ποιες θα είναι οι αντίστοιχες μετακινήσεις που θα χρειάζεται να κάνει η ελληνική πλευρά από θέσεις της;»
Αυτό θα το μάθουμε αν και όταν ολοκληρωθούν οι συνομιλίες και υπάρξει συνολική συμφωνία. Μετακινήσεις θα γίνουν διότι αυτό είναι κανόνας για κάθε διαπραγμάτευση. Καμία μετακίνηση δεν μπορεί όμως να γίνει αν ακυρώνονται τα χαρακτηριστικά ενός ομοσπονδιακού κράτους. Σίγουρα θα δίνονται περιθώρια σύναψης διεθνών συμφωνιών στις πολιτείες, βάσει Συντάγματος σε καθορισμένα θέματα (π.χ. εκπαίδευση, πολιτισμός), όπως συμβαίνει στις πλείστες ομοσπονδίες. Είναι επίσης σίγουρο ότι τα όρια της κάθε πολιτείας δεν θα είναι ο σημερινός διαχωρισμός, τουτέστιν η πολιτεία των Ελληνοκυπρίων θα έχει περισσότερο έδαφος απ΄ ό,τι σήμερα οι ελεύθερες περιοχές (αυτό βοηθά και την αποκατάσταση αρκετών περιουσιών). Ως προς το περιουσιακό, δεν μπορεί κατά απόλυτο τρόπο να έχει τον πρώτο λόγο ο κάτοχος τίτλου ιδιοκτησίας της ΚΔ, θα υπάρξουν κριτήρια βάσει των αποφάσεων του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Αυτό είναι το τίμημα του χρόνου. Είναι όμως μικρότερο από ό,τι ζούμε τα τελευταία 42 χρόνια. Αν ξέρεις κάποιος τη μαγική συνταγή για να αποκατασταθούν όσα γκρεμίστηκαν το 1974, να την ακούσουμε και να χειροκροτήσουμε με ενθουσιασμό.
4) «Με ποια λογική μπορεί να θεωρήσουμε ότι η σημερινή εντελώς αναξιόπιστη και απρόβλεπτη Τουρκία είναι σε θέση να γίνει εκείνος ο εταίρος με τον οποίο θα συμφωνηθεί και θα τεθεί σε εφαρμογή μια τόσο ευαίσθητη και λεπτή πολιτική διευθέτηση, μέσα σε ένα περιβάλλον φορτισμένο από δεκαετίες εχθρότητας;»
Ξανά η μηδενική εμπιστοσύνη. Βάσει αυτής, το λογικό ερώτημα είναι «με ποια λογική συζητούμε οτιδήποτε με αυτή τη χώρα»; Χτες, σήμερα, αύριο. Με βάση τη λογική της απόλυτης δυσπιστίας, μόνη ίσως επιλογή είναι να προτείνουμε από μόνοι μας δύο ανεξάρτητα κράτη με ένα «ψηλό τοίχο» στη μέση να μας αποξενώνει, «να τελειώνουμε, να ησυχάσουμε». Πώς όμως τελειώνουμε και πώς ησυχάζουμε; Αν η Τουρκία είναι αναξιόπιστη και απρόβλεπτη, αν στόχος της είναι η κατάληψη όλης της Κύπρου, όπως συχνά πυκνά ακούμε από «αναλυτές», θα την εμποδίσει ο «ψηλός τοίχος»; Ξανά: η Τουρκία είναι ένα ισχυρό κράτος με σοβαρά δημοκρατικά ελλείμματα, αυτό είναι από το 1923, ωστόσο δεν θεωρείται αναξιόπιστη ή απρόβλεπτη στις διεθνείς της συμφωνίες. Ξέρω, αυτή η θέση δεν γίνεται κατανοητή στο ελληνικό κοινό που έχει βαθιά ριζωμένα στερεότυπα και φοβίες. Ας έχουμε όμως υπόψη ότι το ίδιο αναξιόπιστους θεωρούν οι Τουρκοκύπριοι τους Ελληνοκύπριους.
5) «Αν τυχόν υπήρχε μια τελική συμφωνία μέχρι το τέλος του χρόνου, ποιος λέει στην υπεύθυνη ελληνοκυπριακή ηγεσία ότι στα μέσα του επόμενου χρόνου δεν μπορεί να προκύψει ένα νέο επεισόδιο μέσα στην Τουρκία και εκείνη να αξιώνει να ψάξει απ’ άκρου σ’ άκρο την Κύπρο αναζητώντας “εσωτερικούς εχθρούς”;»
Κανένας. Όπως κανένας δεν μπορεί να μας εγγυηθεί ότι ένας μετεωρίτης δεν θα κτυπήσει τη γη και ειδικότερα τον ομφαλό της (Κύπρος). Η κοινή λογική λέει, ωστόσο, πως τα περιθώρια μιας αυταρχικής εξουσίας στην Τουρκία να αναμιγνύεται στην Κύπρο είναι πολύ μικρότερα αν το νησί, με όλη του την επικράτεια και με όλο τον πληθυσμό του, είναι μέρος του θεσμικού πλαισίου της ΕΕ και της Ευρωζώνης. Αν η μισή επικράτεια συνεχίσει να είναι «ψευδοκράτος» ή, ακόμη χειρότερα, αν γίνει και επίσημα έδαφος της Τουρκίας, οι εστίες και οι αφορμές ξένης ανάμιξης και αποσταθεροποίησης είναι πολύ μεγαλύτερες. Λυπούμαι που οι διαφορές μας δεν είναι με τη Σουηδία, αλλά και δεν μπορώ να περιμένω μέχρι η Τουρκία είτε να εξαφανιστεί από το χάρτη είτε η ηγεσία και η κοινωνία της να αποκτήσουν σκανδιναβικά χαρακτηριστικά.
Άλλη ερώτηση;
Γράφει: Βασίλης Πρωτοπαπάς