Η μέχρι σήμερα αποτύπωση της πολιτικής και εκλογικής συμπεριφοράς των Κυπρίων μέσα από διάφορες έρευνες κοινής γνώμης, διαμορφώνουν ένα ιδιαίτερα ιδιάζων περιβάλλον στο οποίο θα δοθεί η μάχη των επόμενων Προεδρικών εκλογών.
Μέσα από την ανασκόπηση των μετρήσεων που αφορούν αυτήν την περίοδο καταγράφονται κάποια βασικά συμπεράσματα τα οποία δεν χωρούν αμφισβήτησης. Πρώτον, ότι αυτή η εκλογική αναμέτρηση θα είναι δύο γύρων και ότι στο δεύτερο γύρο θα είναι ο Νίκος Αναστασιάδης και ο Σταύρος Μαλάς. Δεύτερον, η μεταστροφή του επίκεντρου της πολιτικής ατζέντας και η στροφή του ενδιαφέροντος της κοινής γνώμης σε θέματα οικονομίας. Τάση η οποία ίσως σηματοδοτεί μια νέα μορφή πολιτικής κουλτούρας για τον τόπο μας, που αξίζει και ακαδημαϊκά να μελετηθεί. Τρίτον, το χαμηλό επίπεδο του γενικού ενδιαφέροντος για τις εκλογές που έπονται και που πιθανόν να προμηνύει και σε κάποιο βαθμό μια αυξημένη τάση αποχής και στις επόμενες προεδρικές εκλογές.
Ξεκινώντας από το τελευταίο, θα μπορούσε οποιοσδήποτε να παραδεχτεί ότι ο χαμηλός δείκτης ενδιαφέροντος για τις εκλογές δεικνύει και την αποτυχία όσων ξεκίνησαν από πολύ νωρίς την προεδρική τους εκστρατεία να πείσουν και να ανεβάσουν το ενδιαφέρον των πολιτών γύρω από τη δική τους υποψηφιότητα. Πέραν τούτου βεβαίως, επιβεβαιώνεται ότι η μακρά περίοδος προεκλογικής αντιπαράθεσης θέσεων και απόψεων δεν εξυπηρετεί κανένα, πέραν αυτών που αγωνιούν να εκλεγούν πρόωρα. Πολύ δε περισσότερο δεν βοηθά στην απαιτούμενη συναίνεση, που τόσο πολύ έχει ανάγκη ο τόπος, και που δυστυχώς όσοι βιάστηκαν να προβάλουν τις υποψηφιότητες τους θυσίασαν στο βωμό των σκοπιμοτήτων της εκστρατείας τους.
Παρά τις προσπάθειες και την από πολύ καιρό δημόσια έκθεση της υποψηφιότητας του, η εκλογική επίδοση του Νίκου Αναστασιάδη έχει ήδη βρεθεί στο μέγιστο σημείο της. Η συσπείρωση του ΔΗ.ΣΥ είναι σχεδόν απόλυτη κάτι που αναδεικνύει αναμφιβόλως ότι η υποψηφιότητα του αρχηγού του κόμματος απολαμβάνει, τουλάχιστον δημοσκοπικά, σχεδόν την απόλυτη στήριξη των συναγερμικών ψηφοφόρων. Το γεγονός αυτό όμως – ότι υποψήφιος είναι ο πρόεδρος του ΔΗΣΥ – λειτουργεί αρνητικά στην περίπτωση των ψηφοφόρων του ΔΗΚΟ, η ηγεσία του οποίου φαίνεται να πήρε τις αποφάσεις της ερήμην της θέλησης των υποστηρικτών της. Μόλις οι μισοί ψηφοφόροι του κεντρώου χώρου φαίνεται να συμφωνούν με την απόφαση του Μάριου Καρογιάν για στήριξη του συναγερμικού Προέδρου. Ενώ λοιπόν ο Νίκος Αναστασιάδης θέλει να περάσει το μήνυμα ότι «ενώνει δυνάμεις» στην πράξη με βάση τις δημοσκοπήσεις, είναι απλά εκείνος που διχάζει και διασπά το κέντρο και συγκεκριμένα το ΔΗ.ΚΟ. Συνεπώς οι δυνατότητες του κ. Αναστασιάδη για περαιτέρω άνοδο είναι εξαιρετικά περιορισμένες αυτήν την στιγμή.
Στις τελευταίες δημοσκοπήσεις γίνεται πλέον σαφές ότι στην δεύτερη θέση είναι ο Σταύρος Μαλάς. Καθώς αυτό θα γίνεται ολοένα και πιο ξεκάθαρο θα τίθεται στην κοινωνία με συγκεκριμένο τρόπο η σύγκριση ανάμεσα στους δύο βασικούς υποψηφίους για την προεδρία. Μέχρι σήμερα σε αυτή την σύγκριση ο Ν. Αναστασιάδης ασφαλώς έχει ισχυρό προβάδισμα, αλλά αυτό είναι δυνατόν να μεταβληθεί αφού ο Σταύρος Μαλάς ουσιαστικά μόλις έχει αρχίσει την δική του εκστρατεία. Επί της ουσίας δε, διαθέτει όλα τα εχέγγυα για άνοδο των ποσοστών του και ενίσχυση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων που ο ίδιος ο κόσμος μέσα από τις μετρήσεις του αποδίδει (δεν έχει ο ίδιος φθορές, χαρακτηρίζεται από την κοινή γνώμη ως ειλικρινής, ανθρώπινος, προσιτός, κοντά στον λαό)
Ειδικότερα, ο Σταύρος Μαλάς έχει σημαντικό περιθώριο να αυξήσει την συσπείρωση του ΑΚΕΛ στο πρόσωπό του, να αυξήσει σημαντικά τη δύναμη του στο χώρο των νεότερων ηλικιών όπου ήδη καταγράφει καλύτερα ποσοστά καθώς επίσης να προσελκύσει σημαντικά τμήματα ψηφοφόρων της ευρύτερης κεντροαριστεράς και του κέντρου, που δεν επιθυμούν την εκλογή του Νίκου Αναστασιάδη. Ή πολύ περισσότερο ανάμεσα σε τμήματα του πληθυσμού που δεν εμπιστεύονται τον ΔΗΣΥ και τον πρόεδρό του να κυβερνήσουν τον τόπο και μάλιστα σε συνθήκες οικονομικής κρίσης.
Γράφει: Βαλεντίνος Πολυκάρπου