«Βρέστε τα μεταξύ σας (για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων) και τότε φωνάξετέ μου».
Αυτή ήταν η δήλωση που έκανε ο ειδικός σύμβουλος του Γ.Γ. του ΟΗΕ κ. Άιντα μετά από τη συνάντηση που είχε με τον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Αυτή η δήλωση μπορεί να ερμηνευθεί και ως τερματισμός των προσπαθειών του Διεθνούς Οργανισμού για επανέναρξη των διαπραγματεύσεων.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η αναστολή των διαπραγματεύσεων προκλήθηκε από τις παράνομες ενέργειες της Τουρκίας σε βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν υπάρχει επίσης καμία αμφιβολία ότι η Τουρκία με τις προκλητικές ενέργειές της στοχεύει να μετατρέψει το θέμα του φυσικού αερίου από κυριαρχικό δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας σε πρόβλημα μεταξύ Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων. Η δήλωση του Τούρκου πρωθυπουργού κ. Νταβούτογλου ήταν καθαρή: «Η ελληνοκυπριακή διοίκηση (εννοεί την Κυπριακή Δημοκρατία) επιχειρεί να μονοπωλήσει την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων του νησιού».
Ορθά, λοιπόν, ο Πρόεδρος κι όλες οι πολιτικές δυνάμεις απέρριψαν το ενδεχόμενο το φυσικό αέριο να καταστεί δικοινοτικό πρόβλημα. Όπως ορθά υποστήριξαν ότι δεν μπορεί να γίνονται διαπραγματεύσεις υπό το καθεστώς απειλών και εκβιασμών.
Ως εδώ βρίσκεται η ομοφωνία. Από ‘δω και πέρα αρχίζουν οι διαφωνίες. Όπως γίνεται κάθε φορά, όταν τελειώνουν τα «δεν» και πρέπει να αναλάβουμε πρωτοβουλίες υποβάλλοντας συγκεκριμένες προτάσεις.
Ποιους βολεύει η κατάσταση της στασιμότητας και του αδιεξόδου; Όλους όσοι επιδιώκουν ή εξυπηρετούνται με τη διχοτόμηση, και πρωτίστως την Τουρκία. Για την Κύπρο η διχοτόμηση προοιωνίζει νέες περιπέτειες και ενδεχομένως η ευλογία του φυσικού αερίου να μετατραπεί σε κατάρα. Επομένως, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στο τι απορρίπτει. Πρέπει ή καλύτερα θα έπρεπε ήδη να είχε αναλάβει πρωτοβουλίες για τη δημιουργία προϋποθέσεων επανέναρξης των διαπραγματεύσεων. Κι αν αυτό τελικά δεν γίνει κατορθωτό, τουλάχιστον να μην μπορεί κανείς να της αποδώσει ευθύνες για τις εξελίξεις.
Ενώπιον αυτής της κρίσιμης κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, το ΑΚΕΛ ζήτησε από τον Πρόεδρο διαμορφώσει και να υποβάλει προτάσεις οι οποίες αποτελεσματικά να ακυρώνουν τους ισχυρισμούς της Τουρκίας και παράλληλα, να στρέφουν τις πρωτοβουλίες του διεθνούς παράγοντα προς την ορθή κατεύθυνση. Το ΑΚΕΛ κατέθεσε στον Πρόεδρο τέσσερις συγκεκριμένες προτάσεις για την επίτευξη δύο στόχων:
Πρώτο, για ενίσχυση και τεκμηρίωση της θέσης της ελληνοκυπριακής πλευράς ότι είναι έτοιμη, με την επίλυση του Κυπριακού, να συνεργαστεί με την τουρκοκυπριακή κοινότητα για τη διαχείριση των φυσικών πόρων και να μοιραστεί τα έσοδα που θα προκύπτουν από την εκμετάλλευσή τους.
Δεύτερο, για την υπογράμμιση της ετοιμότητας της πλευράς μας, με την επίλυση του Κυπριακού να συνεργαστεί με την Τουρκία στον τομέα της ενέργειας και του φυσικού αερίου.
Δυστυχώς, ο Πρόεδρος αντί να επιλέξει την ενεργητική πολιτική που θα δώσει στην Κυπριακή Δημοκρατία την πρωτοβουλία των κινήσεων, επέλεξε την ακινησία η οποία εγκυμονεί κινδύνους. Ούτε το αυτονόητο δεν τόλμησε να κάνει ο Πρόεδρος. Δηλαδή, να προτάξει τις πολύ σημαντικές συγκλίσεις που πέτυχε ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Χριστόφιας με τον Ταλάτ και τον Έρογλου που αφορούν στα κρίσιμα ζητήματα των θαλασσίων ζωνών, των φυσικών πόρων (περιλαμβανομένου του φυσικού αερίου) και της κατανομής των ομοσπονδιακών εσόδων (περιλαμβανομένων των εσόδων από το φυσικό αέριο).
Σ’ αυτή την πολύ κρίσιμη περίοδο για το Κυπριακό ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας έδειξε ατολμία. Οι εξελίξεις όμως είναι ανησυχητικές και οι προοπτικές δυσοίωνες. Ο Πρόεδρος καλείται, έστω και τώρα, να αναλάβει τις ευθύνες του και να κάνει αυτό που τόσο αρέσκεται σε διάφορες περιπτώσεις να δηλώνει: να είναι ωφέλιμος αντί αρεστός. Πριν να είναι αργά.
Γράφει: Στέφανος Στεφάνου