Η προοπτική επίλυσης του Κυπριακού θα εξαρτηθεί από τις αποφάσεις που οι δύο ηγέτες θα λάβουν τους επόμενους τρεις μήνες σε μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα. Η δυνατότητα τους να υπερβούν παγιωμένες κοινοτικές αντιλήψεις στο περιουσιακό, την εκ περιτροπής προεδρία και τις βασικές ελευθερίες θα καθορίσουν αν είναι εφικτή η επανένωση του νησιού ή αν θα παραμείνουμε οριστικά βαλτωμένοι στο διχοτομικό status quo.
Ο σκόπελος του περιουσιακού
Εάν η συζήτηση για το περιουσιακό αφεθεί να σέρνεται ακόμη δύο μήνες τότε είναι πολύ πιθανό να επέλθει ολικό βραχυκύκλωμα στη διαπραγματευτική διαδικασία. Τα χρονικά περιθώρια στενεύουν επικίνδυνα. Το παράθυρο ευκαιρίας για το Κυπριακό θα παραμείνει ανοικτό μέχρι και τις αρχές του 2016. Η έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας για τις βουλευτικές του Μαΐου θα διαμορφώσει συνθήκες πολιτικής πόλωσης και θα καταστήσει εξαιρετικά δύσκολη την συνεννόηση, ανάμεσα στα δύο μεγάλα κόμματα, στο εθνικό ζήτημα. Όσοι εσχάτως διαδίδουν πως ο πολιτικός χρόνος είναι ανεξάντλητος, πως το Κυπριακό θα υπάρχει και μετά τις βουλευτικές εκλογές του Μαΐου του 2016 καθώς και μετά τις προεδρικές του 2018, παραπέμποντας τις εξελίξεις σε βάθος χρόνου, πλανώνται πλάνην οικτράν.
Μια νέα αποτυχία δεν θα αναβάλει, απλά, την επίλυση του προβλήματος, αλλά θα μεταβάλει εντελώς την βάση της επιδιωκόμενης λύσης ενταφιάζοντας, οριστικά, την προοπτική μιας ομοσπονδιακής λύσης. Αν η σύγκλιση στο περιουσιακό είναι, σήμερα, δύσκολη εξαιτίας των τετελεσμένων που διαμόρφωσε η παρέλευση του χρόνου, αυτή θα καταστεί ακόμη δυσκολότερη σε τρία χρόνια από σήμερα. Η ελληνοκυπριακή πλευρά οφείλει να απεγκλωβιστεί από την εμμονή για προτεραιότητα του νόμιμου ιδιοκτήτη και να επιδιώξει την επίλυση του προβλήματος μέσω εναλλακτικών θεραπειών.
Η ελληνοκυπριακή κοινή γνώμη είναι έτοιμη να αποδεχτεί τέτοιες ρυθμίσεις, νοουμένου ότι θα δημιουργηθεί ένας αξιόπιστος μηχανισμός που θα εγγυάται ότι οι εναλλακτικές επιλογές πρόσβασης των προσφύγων στα περιουσιακά τους στοιχεία, δεν θα παραμείνουν επιταγές χωρίς αντίκρισμα. Σημαντικοί διεθνείς παράγοντες φέρονται, για πρώτη φορά, έτοιμοι να συμβάλουν αποφασιστικά στην οικονομία της λύσης, αφού αντιλαμβάνονται τον θετικό αντίκτυπο που θα έχει επί των πολιτικών και οικονομικών προοπτικών στην ευρύτερη περιοχή η επίλυση μιας μακροχρόνιας διένεξης όπως το Κυπριακό. Η αξιοποίηση της ευνοϊκής διεθνούς συγκυρίας θα επιτρέψει την προσέλκυση των απαραίτητων κεφαλαίων, είτε υπό την μορφή φτηνού δανεισμού είτε ως δωρεών, εξέλιξη που θα προσδώσει ρεαλιστική προοπτική στις προσπάθειες για την ανοικοδόμηση της Αμμοχώστου, την αντιμετώπιση του περιουσιακού και την μετεγκατάσταση των Τουρκοκυπρίων που θα μετακινηθούν για να καταστεί εφικτή η επιστροφή των προσφύγων σε περιοχές που θα επέλθουν υπό ελληνοκυπριακή ή και ομοσπονδιακή διοίκηση.
Το «προβάδισμα» του χρήστη (σε αυτούς περιλαμβάνονται και δεκάδες χιλιάδες ελληνοκύπριοι που κατέχουν τουρκοκυπριακές περιουσίες ή που έκτισαν οικίες σε τουρκοκυπριακή γη) επιτρέπει στον Ακκιντζί να κατευνάσει τις έντονες ανησυχίες των Τουρκοκυπρίων στο περιουσιακό οι οποίοι ερμήνευσαν τη συμφωνία για αναγνώριση, επί της αρχής, των δικαιωμάτων του νόμιμου ιδιοκτήτη ως προπομπό της «καθόδου των μυρίων» που θα οδηγήσει στην έξωση τους από κατοικίες, στις οποίες διαμένουν μετά το 1974, και από περιουσίες στις οποίες βασίζουν, επί του παρόντος, την οικονομική τους επιβίωση και προοπτική.
Οι βασικές ελευθερίες και ο «τρόμος» της απορρόφησης
Οι δηλώσεις του Μουσταφά Ακκιντζί περί εγγυημένων πλειοψηφιών ιδιοκτησίας και πληθυσμού έφεραν στο προσκήνιο τις ριζωμένες φοβίες της τουρκοκυπριακής κοινότητας. Οι ανησυχίες πως οι Τουρκοκύπριοι θα κατακλυστούν πληθυσμιακά και θα απορροφηθούν οικονομικά από τους Ελληνοκυπρίους έχουν βαθιά ιστορικότητα μέσα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα. Ο «υπαρξιακός» φόβος αποτελεί δομικό στοιχείο της τουρκοκυπριακής συλλογικής συνείδησης συνεπεία της τραυματικής, με τους Ελληνοκυπρίους, συνύπαρξης στα ογδόντα δύο χρόνια της αποικιακής περιόδου, στην διάρκεια της οποίας οι Τουρκοκύπριοι μετατράπηκαν σταδιακά από μια δεσπόζουσα κοινότητα, σε μια μειονότητα με περιορισμένο πολιτικό και οικονομικό βάρος. Η επικαιροποίηση αυτών των ανησυχιών προκύπτει και λόγω της αντικειμενικής ανάγνωσης των σημερινών οικονομικών και πληθυσμιακών μεγεθών της κάθε κοινότητας. Με τους Ελληνοκύπριους να εξακολουθούν να είναι, μετά από σαράντα χρόνια εποικισμού, τρεισήμισι φορές περισσότεροι από τους Τουρκοκυπρίους και το ελληνοκυπριακό Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν πενταπλάσιο από το τουρκοκυπριακό, οι Τουρκοκύπριοι θα ήθελαν την εισαγωγή ασφαλιστικών δικλείδων που θα διασφαλίζουν, στο διηνεκές, την δεσπόζουσα πολιτική, πληθυσμιακή και οικονομική τους υπεροχή στην τουρκοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία. Κάτι τέτοιο, ωστόσο, προϋποθέτει πως θα πρέπει να υπάρξουν περιορισμοί ως προς την εφαρμογή των βασικών ελευθεριών, που αφορούν στην ελεύθερη εγκατάσταση και την απόκτηση περιουσίας, από Ελληνοκυπρίους, στην τουρκοκυπριακή συνιστώσα πολιτεία. Μια τέτοια ρύθμιση, ορθά, θεωρείται ως απαράδεκτη για την ελληνοκυπριακή πλευρά.
Οι Τουρκοκύπριοι έχουν εξασφαλίσει από το 1977 πως θα διαθέτουν πολιτική πλειοψηφία στον βορρά. Η διζωνικότητα, η δυνατότητα δηλαδή κάθε κοινότητας να έχει υπό την διοίκηση της μία πολιτεία είναι, επομένως, δεδομένη. Η εμμονή να διασυνδεθεί η έννοια της διζωνικότητας με εγγυημένες πλειοψηφίες πληθυσμού και ιδιοκτησίας είναι ακατανόητη. Όπως και η εμμονή για μόνιμες παρεκκλίσεις από το ευρωπαϊκό κεκτημένο σε ότι αφορά την πλήρη εφαρμογή των βασικών ελευθεριών. Εννοείται και είναι κατανοητό πως θα υπάρξουν κάποιες προσωρινές παρεκκλίσεις στο πλαίσιο μεταβατικών περιόδων. Έως ότου, για παράδειγμα, το κατά κεφαλή εισόδημα στην τουρκοκυπριακή κοινότητα φτάσει στο 85% αυτού των Ελληνοκυπρίων. Για να διασκεδαστεί η εύλογη ανησυχία των Τουρκοκυπρίων πως οι «πλούσιοι» Ελληνοκύπριοι δεν θα επιχειρήσουν, στο μεσοδιάστημα, να τους «κατακτήσουν» οικονομικά. Ανάλογη πρόνοια περιλαμβανόταν, άλλωστε, και στο ειρηνευτικό σχέδιο που τέθηκε ενώπιον των δύο κοινοτήτων το 2004. Εάν δεν περιλήφθησαν τότε μόνιμες παρεκκλίσεις, στο σχέδιο λύσης, πως είναι δυνατό να τίθεται ένα τέτοιο ζήτημα σήμερα; Με την Κύπρο πλήρες μέλος της ΕΕ; Γιατί η τουρκοκυπριακή πλευρά υπαναχωρεί από μια θέση που περιλαμβάνεται στις συγκλίσεις Χριστόφια – Ταλάτ και που επαναβεβαιώθηκε στις συναντήσεις Αναστασιάδη – Ακκιντζί;
Η εκ περιτροπής το πραγματικό διακύβευμα;
Η υπαναχώρηση της τουρκοκυπριακής πλευράς, κυρίως στο ζήτημα των βασικών ελευθεριών, συνιστά διαπραγματευτικό ελιγμό που δεν αποβλέπει μόνο στην διασφάλιση ανταλλαγμάτων στο περιουσιακό. Επιδιώκει να επαναφέρει στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης την εκ περιτροπής προεδρίας. Ο Μουσταφά Ακκιντζί αξιολόγησε πως η δημοσιοποίηση των συγκλίσεων που «κλειδώθηκαν» στις πρώτες συναντήσεις των δύο ηγετών (πληθυσμιακή αναλογία 4:1, βασικές ελευθερίες και κεκτημένο σε ολόκληρη την κυπριακή επικράτεια, αναγνώριση επί της αρχής των δικαιωμάτων του νόμιμου ιδιοκτήτη, ονομασία του κράτους που παρέπεμπε σε μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας) θα τον έφερναν σε δυσχερή πολιτική θέση μέσα στην κοινότητα του. Επρόκειτο, ίσως, για ένα ετεροβαρές για την τουρκοκυπριακή πλευρά πακέτο που θα αξιοποιούσε το εθνικιστικό μπλοκ για να αναδείξει τον Ακκιντζί ως «ενδοτικό» ή «υποχωρητικό».
Οι ανησυχίες του τουρκοκύπριου ηγέτη δεν ήταν άσχετες με τις έντονες και μαζικές αντιδράσεις, που εκδηλώθηκαν ανάμεσα στους Τουρκοκυπρίους, σε σχέση με το περιουσιακό. Ο Ακκιντζί, έχοντας υποτιμήσει τις πολιτικές δυναμικές εντός της κοινότητας του, διαπίστωσε αίφνης πως κινδύνευε να απολέσει την λαϊκή νομιμοποίηση. Θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο, επομένως, πως κανένα κεφάλαιο της διαπραγμάτευσης δεν πρόκειται να κλείσει, πλέον, μέχρις ότου στο πακέτο των συγκλίσεων θα περιλαμβάνονται η εκ περιτροπής προεδρία, καθώς και ρυθμίσεις στο περιουσιακό που θα δίνουν πλεονέκτημα στον τρέχων χρήστη. Η ελληνοκυπριακή πλευρά νομιμοποιείται, από μέρους της, να «ανταλλάξει» την εκ περιτροπής με καλύτερες ρυθμίσεις, για παράδειγμα, στο εδαφικό. Αλλά να το πράξει το συντομότερο δυνατό. Ενόσω τα ζητήματα παραμένουν ανοιχτά και οι διαφωνίες αναδεικνύονται κατά τρόπο αντιπαραθετικό στο δημόσιο διάλογο, ενόσω ο συνομιλίες παραμένουν καθηλωμένες, η διαπραγματευτική διαδικασία θα απαξιώνεται μέρα με την μέρα μέσα στην κοινή γνώμη.
…και στο βάθος ο τρίτος δρόμος.
Στο ενδεχόμενο που η προσπάθεια για επίτευξη συμφωνίας αποτύχει και αυτή την φορά, σε μια συγκυρία δηλαδή, όπου στο πηδάλιο της τουρκοκυπριακής κοινότητας ευρίσκονται οι πιο προοδευτικές δυνάμεις των Τουρκοκυπρίων, τότε η επανένωση του νησιού θα πρέπει να θωρείται οριστικά ανέφικτος στόχος. Στην τουρκοκυπριακή κοινότητα θα ενδυναμωθεί η ιδέα για αναζήτηση ενός «τρίτου» εναλλακτικού δρόμου στο Κυπριακό, ο οποίος θα εδράζεται στην οικοδόμηση μιας διακριτής κρατικής οντότητας η οποία δεν θα βρίσκεται, κατ΄ανάγκη, υπό τον απόλυτο έλεγχο της Τουρκίας. Αντιθέτως. Οι κοινωνικές και πολιτικές δυναμικές, εντός της κοινότητας, ευνοούν την αυτονόμηση από τον εναγκαλισμό της Τουρκίας. Ανάμεσα στους Τουρκοκυπρίους είναι έντονη η πεποίθηση πως το στάτους κβο και η διαιώνιση της ασφυκτικής παρουσίας της Τουρκίας στον βορρά, συνιστούν απειλή κατά της ταυτότητας και της κοινοτικής υπόστασης των Τουρκοκυπρίων. Εάν η επίτευξη μιας ομοσπονδιακής λύσης καταστεί, επομένως, ανέφικτη οι Τουρκοκύπριοι δεν θα παραμείνουν αδρανείς στην προοπτική της πολιτισμικής, δημογραφικής και πολιτικής αφομοίωσης από την Τουρκία. Σε αυτή την συλλογιστική θα προσχωρήσουν οι πλείστες τουρκοκυπριακές πολιτικές δυνάμεις. Ακόμη και ο Ακκιντζί.
Γράφει: Σώτος Κτωρής