Home Σωτήρης Χριστοφή Περιμένοντας τις αποσκευές… Του Σωτήρη Χριστοφή

Περιμένοντας τις αποσκευές… Του Σωτήρη Χριστοφή

1235879890009879767555554

Γυρεύοντας το καλύτερο σκηνικό, την καλύτερη περίσταση και τους καλύτερους πρωταγωνιστές· τους βρηκες; 


Η απάντηση στο ερώτημα δεν προκύπτει από τον αναγνώστη, μα απ’ τον ίδιο τον συγγραφέα· την τέρψη που νιώθει στην ανάγκη του για γράψιμο, για έκφραση, για περισυλλογή, για έκθεση. Πιθανόν, από τη μιά, το φτηνό κρασί από την πρώην κρατική γερμανική αεροπορική εταιρεία, και από την άλλη, η όμορφη συναναστροφή με μια μεσαιοταξίτισσα πενηντάρα γερμανίδα, να έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην κατεύθυνση που παίρνει τούτη τη στιγμή το γραπτό μου.

Είναι, όμως, κι αυτή η ατέλειωτη συγγραφική αναζήτηση ένα πραγματικό μαρτύριο –μια πρόκληση για τον υποφαινόμενο. Περιμένοντας τις αποσκευές σκιαγραφώ ή καλύτερα μου σκιαγραφείται η καθημερίνοτητα στα πρόσωπα, στα σώματα, στις κινήσεις και τα χαχανητά ανθρώπων διαφορετικών –ετερόκλητων ψηφίδων σε ένα μωσαϊκό ψιλοκατεστραμμένο σε ένα αεροδρόμιο κολοσσιαίο. Γερμανικά, ρωσικά, γαλλικά κάπου-κάπου ψευτοελληνικά, μα κυρίως κυπριακά (βαρβάτα κυπριακά) –που χωρίς καμιά περιστροφή εξιστορούν, λογοποιούν νοήματα ξενόφερτα, συμπεριφορές αλλιώτικες προς τις δικές τους.

Ξεχωρίζει, ανάμεσα στις σκουρόχρωμες χαίτες, η κοτσίδα η ρωσική, της βασανισμένης γυναικός, της δουλευταρούς που μάχεται για ένα κομμάτι ψωμί, για να σπουδάσει την κόρη της στο Αμβούργο· ξεγελώντας την Ευρώπη, να την ανεβάσει σκαλί-σκαλί στην ιεραρχία της ηγεσίας του ευρωπαϊκού γίγνεσθαι . Χάνεται, αυτή, χάνεται… Η κοτσίδα της, με το ερυθρό χρώμα, τρεμοπαίζει σαν φλεγόμενο πάλσαρ, θυμίζοντας ουρανό καλοκαιρινό μέσα στο φθινοπωρινό-ανοιξιάτικο σκηνικό της Φρανκφούρτης. Έξω το λεωφορείο αναμένει να γεμίσει επιβάτες –ενθουσιασμένες κυπριακές φωνές, παραγεμισμένες κυπριακές αποσκευές.

Ο γάλλος σοφέρ, ευγενικός μέχρι βδελυγμίας, κοιτάζει άλλοτε με συμπόνια κι άλλοτε με φλογερή απορία τους επιβάτες. «Πρώτη φορά Κύπριους;» τον ρωτώ· η απάντηση είναι ήδη δοσμένη στα μπλε του μάτια. Μια μικρή βαλίτσα αναστατώνει την τάξη και την ηρεμία, διαταράσσει την σχολικής-εκδρομής ατμόσφαιρα, αναλαμβάνει ρόλο προξενήτρας με αντικείμενα άτομα άγνωστα, εν πρώτοις, μεταξύ τους.

Τι σου είναι τελικά αυτές οι βαλίτσες! Κουβαλούν τόσα –μα κανείς μας δεν μπορεί να προσδιορίσει ούτε ποσότητα, ούτε ποιότητα. Σαν εξώφυλλο βιβλίου, χιλιοφαγωμένου, που δε σου γεμίζει το μάτι για διάβασμα –μονάχα για διακόσμηση της abstract-style βιβλιοθήκης στο σαλόνι σου.  Μα είναι προϊόντα έρευνας, προβληματισμού. Τα χρώματα, τα σχήματα, οι πλάγιες ραφές, τα κορδόνια, τα φερμουάρ, τα μαραφέτια στα δεξιά της ετικέτας· όλα τους καταδεικνύουν το υποκείμενο, μα δεν καταδεικνύουν  και τίποτε.

Μια αποσκευή η ζωή του καθενός, κουβαλεί πόλεις, πρόσωπα, χαμόγελα, γκριμάτσες. Περιμένουμε. Αναμένουμε. Επιζητούμε. Αναζητούμε. Τη βρίσκουμε, τη βρίζουμε· είναι η δικής μας; Τη χάνουμε… Ξαναγυρίζει. Την αρπάζουμε με αυθάδεια –συχνά με έλλειψη σεβασμού- την τοποθετούμε στο τρόλει (το δικό μας, του συντρόφου μας). Προχωρούμε στην έξοδο. Σε λεωφορείο, σε ταξί ή σε αυτοκίνητο, με τον έναν, με κανέναν.

Μόνοι μας. Καλό μας ταξίδι.

 

Γράφει: Σωτήρης Χριστοφή