Τις τελευταίες δύο βδομάδες το Κυπριακό επανήλθε στο επίκεντρο του πολιτικού λόγου, με αφορμή το επερχόμενο «κοινωνικού χαρακτήρα» δείπνο μεταξύ του Προέδρου Αναστασιάδη και του Τουρκοκυπρίου ηγέτη Ντερβίς Έρογλου.
Τόσο πολιτικοί όσο και σκεπτόμενοι δημοσιογράφοι τονίζουν πως η λύση του Κυπριακού θα είναι καταλυτική για την ανάκαμψη της κυπριακής οικονομίας προς όφελος όλων των κοινοτήτων της. Αυτή την εκτίμηση μοιράζονται και ακαδημαϊκοί αναλυτές που υποστήριζαν πριν ακόμη την απαρχή της οικονομικής κρίσης, πως ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώνονται τα δεδομένα στην Κύπρο είναι αρνητικός και για τις δύο πλευρές, επισημαίνοντας την αναγκαιότητα βιώσιμης λύσης.
Είναι, τότε, ο συνδυασμός οικονομικής ανάπτυξης και λύσης του κυπριακού η καταλληλότερη στρατηγική για τη κυβέρνηση Αναστασιάδη;
Εξαρτάται από το κατά πόσο η κυβέρνηση μπορεί να υποδείξει φρόνηση ειδικά στο χειρισμό της πολιτικής λύσης του Κυπριακού προβλήματος.
Η φρόνηση κατά τον Αριστοτέλη αποτελεί την ανώτατη πολιτική αρετή και ορίζεται από την ικανότητα του πολιτικού να μετρήσει τις συνέπειες των επιλογών που έχει μπροστά του και να πάρει μια τεκμηριωμένη απόφαση ως προς το τι θα πράξει. Τέλος, η φρόνηση δεν είναι συνώνυμη με την επιφυλακτικότητα. Ο πολιτικός που την κατέχει είναι ικανός να πάρει δύσκολες και τολμηρές αποφάσεις οι οποίες δεν διαφαίνονται στους άλλους.
Το κυπριακό είναι κατ’εξοχήν πολιτικό πρόβλημα που δύσκολα θα λυθεί αφού λόγω της ιστορίας τους, οι δύο κοινότητες οι οποίες είναι αναγκασμένες να συνυπάρξουν σε ένα μικροσκοπικό κομμάτι γης, δεν εμπιστεύονται η μία την άλλη ενώ παράλληλα έχουν διαμετρικά αντίθετες απόψεις στα θέματα διακυβέρνησης.
Για παράδειγμα, ένα από τα πιο ουσιαστικά θέματα είναι αυτό της σύστασης των δύο ομόσπονδων κρατιδίων. Η ελληνοκυπριακή πλευρά θεωρεί πως τα δύο κρατίδια δεν πρέπει να καθορίζονται αποκλειστικά από τον εθνικό χαρακτήρα τους, κατοχυρώνοντας έτσι το δικαίωμα της ελεύθερης εγκατάστασης. Αντίθετα, η τουρκοκυπριακή πλευρά θεωρεί πως τα κρατίδια πρέπει να έχουν ξεκάθαρο εθνικό χαρακτήρα, καθιστώντας έτσι την εγκατάσταση Ελληνοκυπρίων στο τουρκοκυπριακό κρατίδιο, και αντίθετα, περιορισμένη.
Ιστορικά η έλλειψη της φρόνησης στην αντιμετώπιση και επίλυση παρόμοιων πολιτικών προβλημάτων έχει αποδειχτεί καταστροφική.
Μία περίπτωση που αποδεικνύει του λόγου το αληθές είναι αυτή της Υεμένης, η οποία για οικονομικούς κυρίως λόγους ενοποιήθηκε στις 22 Μαΐου 1990. Η χώρα σήμερα αποτελεί το κέντρο των δραστηριοτήτων του πιο επικίνδυνου παρακλαδιού της Αλ Κάιντα ένω η κυβέρνηση αντιμετωπίζει συνεχείς εκκλήσεις για απόσχιση του Νότου από το Βορρά.
Η σημαντικότερη ίσως αιτία πίσω από όλες τις διαδοχικές κρίσεις που ταλανίζουν την Υεμένη είναι η επιπολαιότητα με την οποία οι πολιτικοί της Νότιας και της Βόρειας Υεμένης μυωπικά και χωρίς εμπιστοσύνη επανένωσαν τη χώρα οδηγώντας την, μόλις τέσσερα χρόνια μετά, σε εμφύλιο πόλεμο.
Σαφώς η περίπτωση της Κύπρου διαφέρει ουσιαστικά απ’αυτή της Υεμένης κυρίως γιατί το πολίτευμα της Κυπριακής Δημοκρατίας είναι δημοκρατικό και όχι ολιγαρχικό. Η περίπτωση της Υεμένης, όμως, μπορεί να μας αφυπνίσει στους κινδύνους που ενέχει μία γρήγορη λύση που αποσκοπεί πρωταρχικά στην άμβλυνση της οικονομικής κρίσης ενώ της λείπει η φρόνηση στην αντιμετώπιση των πολιτικών πτυχών του προβλήματος.
Η λύση του Κυπριακού θα πρέπει να βασιστεί, πρώτα, στην Αριστοτελική αρετή της φρόνησης που σ’αυτή την περίπτωση προϋποθέτει πως οι ηγεσίες και των δύο πλευρών θα πρέπει να καθοδηγούνται όχι μόνο από εκτιμήσεις προσωπικού οφέλους, ούτε αποκλειστικά από τα συμφέροντα της δικής τους πλευράς.
Η φρόνηση προϋποθέτει πως παράλληλα με τα πιο πάνω θα πρέπει να συνεκτιμηθούν τα συμφέροντα και της άλλης πλευράς. Στην Κύπρο αυτό συνεπάγεται με γνώση και κατανόηση της ιστορίας και των δύο κοινοτήτων που σήμερα τις έχει οδηγήσει σε δυο διαφορετικούς ορισμούς του τι είναι η διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία.
Δυστυχώς, αν και κάποιοι από τους χειρισμούς του Προέδρου Αναστιασιάδη, όπως η επαναφορά στο τραπέζι μέτρων ανοικοδόμησης εμπιστοσύνης δείχνουν πως μπορεί να υπάρχει φως στη άκρη του τούνελ, στο χειρισμό του επερχόμενου δείπνου με τον κ. Έρογλου τόσο η κυβέρνηση όσο και ο υπόλοιπος πολιτικός κόσμος, επέδειξαν πως η φρόνηση ακόμη, δυστυχώς, λείπει.
Έτσι, όπως φαίνεται έχουμε δρόμο ακόμα και αυτό πρέπει να προβληματίσει όλους όσους θέλουμε τη βιώσιμη επίλυση του Κυπριακού προβλήματος αφού η οποιαδήποτε λύση θα καταστεί βιώσιμη και παράλληλα θα μπορέσει να συνεισφέρει στην άμβλυνση της οικονομικής κρίσης μόνο εάν τη διέπει η Αριστοτελική φρόνηση.
*Η φωτογραφία προέρχεται από πρόσφατη επίσκεψή μου στην Αμμόχωστο.
Γράφει: Σοφία Δίγγλη