Ο «τσιπρισμός» αποτελεί πλέον τη νέα μόδα στην Κύπρο, ιδιαίτερα προσφιλή ανάμεσα στις πολιτικές ομάδες που έχουν κάνει λάβαρο τον αντι-Μνημονιακό δρόμο και τα ευχολόγια, και που προσπαθούν να πείσουν ότι υπάρχει άλλος δρόμος για έξοδο από την κρίση, πέραν από την εφαρμογή του Μνημονίου.
Αυτό που δυστυχώς δεν έχει γίνει ακόμη αντιληπτό, είναι πως η οικονομική κρίση που μαστίζει εδώ και χρόνια την Ελλάδα, δεν έχει ούτε τα ίδια αίτια, ούτε την ίδια αντιμετώπιση, αλλά ούτε και τις ίδιες λύσεις, με την κρίση που βιώνουμε στην Κύπρο. Ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο που όλοι επιθυμούμε, η Ελλάδα να πείσει τους Ευρωπαίους για πίστωση χρόνου, αυτό δεν θα έχει ιδιαίτερο αντίκτυπο στην Κύπρο. Για τον λόγο ότι εμείς ήδη έχουμε εφαρμόσει μεγάλο μέρος του Μνημονίου, ήδη πληρώσαμε ακριβά για να σώσουμε την οικονομία μας και αυτή η μεγάλη θυσία από όλους έχει ήδη θετικό αντίκρισμα.
Για να αποφύγουμε την κατάρρευση του τραπεζικού μας συστήματος, το οποίο ήταν δυσανάλογα μεγάλο για το μέγεθος της κυπριακής οικονομίας, γίναμε το «πειραματόζωο» της Ευρώπης με το κούρεμα των καταθέσεων της Λαϊκής και της Τράπεζας Κύπρου. Με άλλα λόγια, μια μεγάλη μερίδα συμπολιτών μας, και όχι μόνο, πλήρωσε με τις ίδιες του τις καταθέσεις την επιβίωση του τραπεζικού μας συστήματος. Σήμερα, σχεδόν δύο χρόνια μετά, και μέσα από συλλογική προσπάθεια και θυσίες, οι συστημικές μας τράπεζες, με βάση και τα τεστ αντοχής, θεωρούνται ανακεφαλαιοποιημένες, διοικούνται από επαγγελματίες που έχουν την απαραίτητη εμπειρογνωμοσύνη και δεν είναι επιρρεπείς σε πολιτικές παρεμβάσεις, και έχουν γίνει ελκυστικές προς τους ξένους επενδυτές. Το τραπεζικό μας σύστημα έχει σταθεροποιηθεί, και αναμένει τα απαραίτητα «εργαλεία» για να μπορέσει να αντιμετωπίσει και την πρόκληση των μη-εξυπηρετούμενων δανείων.
Η τραγική κατάσταση των δημόσιων οικονομικών, απόρροια της αλόγιστης και σπάταλης δημοσιονομικής πολιτικής της προηγούμενης Κυβέρνησης, ήταν εξίσου σημαντικός παράγοντας για να οδηγηθούμε στο Μνημόνιο. Όλοι οι πολίτες, και ιδιαίτερα ο ιδιωτικός τομέας, έχουν υποστεί τις αρνητικές συνέπειες της κρίσης: μειώσεις μισθών, συντάξεων και ωφελημάτων, απώλεια εργασίας κτλ. Όλα αυτά αποτελούν τις θυσίες που έκαναν οι Κύπριοι πολίτες, για να «νοικοκυρέψουμε» τα δημόσια οικονομικά μας και να αντιμετωπίσουμε τα δημοσιονομικά μας ελλείμματα. Σήμερα, χάρη σε αυτές τις θυσίες, η επίδοση της κυπριακής οικονομίας έχει ξεπεράσει κατά πολύ τους φιλόδοξους στόχους του Μνημονίου, επιτυγχάνοντας το 2014, μικρό πλεόνασμα και μειώνοντας σταθερά το δημόσιο μας χρέος. Η κυπριακή οικονομία αναμένεται φέτος, μετά από πολλά χρόνια, να έχει οριακό ρυθμό ανάπτυξης.
Το μέρος του Μνημονίου που απέμεινε να υλοποιηθεί αφορά τις διαθρωτικές αλλαγές που θα έπρεπε εμείς οι ίδιοι να προωθήσουμε εδώ και δεκαετίες στην Κύπρο, ανεξαρτήτως Μνημονίου. Διαθρωτικές αλλαγές που θα βοηθήσουν στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων, στην προώθηση μεγάλων αναπτυξιακών έργων και στην πολυπόθητη επανεκκίνηση της οικονομίας μας. Ακόμη και οι πιο λαλίστατοι των πολιτικών που αντιμάχονται του Μνημονίου συμφωνούν ότι η οικονομία μας έχει ανάγκη από μεγάλες διαθρωτικές αλλαγές για να μπορέσει να ανακάμψει.
Συνεπώς, το όποιο θετικό αποτέλεσμα των προσπαθειών του Πρωθυπουργού της Ελλάδας, δεν θα επηρεάσει ιδιαίτερα το Κυπριακό Μνημόνιο. Γιατί εμείς, σε αντίθεση με την Ελλάδα, κτίσαμε την αξιοπιστία μας με την εφαρμογή εκείνων των πολιτικών που οδηγούν αργά, αλλά σταθερά, την Κύπρο έξω από την κρίση. Γιατί εμείς, όχι μόνο έχουμε εφαρμόσει με θυσίες μεγάλο μέρος του Μνημονίου, αλλά έχουμε ήδη δει θετικά αποτελέσματα.
Αντί λοιπόν κάποιοι να προσπαθούν να οικειοποιηθούν τις πολιτικές του Αλέξη Τσίπρα, θα ήταν καλύτερα να επιδείξουν πραγματική βούληση για να τερματιστεί το αδιέξοδο με τις εκποιήσεις και το πλαίσιο αφερεγγυότητας. Για να μπορέσει η Κύπρος να συνεχίσει απρόσκοπτα την εφαρμογή του Μνημονίου και τις θετικές αξιολογήσεις, να εκμεταλλευτεί το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που εξήγγειλε η ΕΚΤ, να ενισχύσει την αξιοπιστία της σε ξένους επενδυτές και να καταφέρει επιτέλους να βγει στις αγορές με ευνοϊκούς όρους. Αυτός είναι και ο μόνος δρόμος για έξοδο της Κύπρου από το Μνημόνιο και την κρίση.
Γράφει: Σάβια Όρφανίδου