Στις μέρες εκείνες όπου η φιλανθρωπία έχει πάρει ξεχωριστή θέση ίσως ακόμα και σε σπουδές μάρκετινγκ, συνειδητοποιείς πόσο η κοινωνία της ανθρώπινης αλληλεγγύης έχει γίνει κοινωνία του φαίνεσθε, της επίδειξης, της αξιοποίησης του ανθρώπινου πόνου και των κοινωνικών προβλημάτων για προβολή και εξαγορά των όποιων τύψεων συνείδησης, εάν και εφόσον υπάρχουν πλέον…
Για να μην παρεξηγηθώ υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που αφιερώνουν με πολύ αγνά κίνητρα τον προσωπικό τους χρόνο σε εθελοντικές οργανώσεις. Δεν μιλώ για αυτούς, γιατί αυτοί είναι οι άνθρωποι της διπλανής πόρτας που με ευαισθησία κινούνται σε κάθε πράξη της ζωής, είναι οι ανώνυμοι, είναι πάντα οι άνθρωποι που παρασκηνίου με την καλή έννοια του όρου. Μιλώ για τους άλλους, αυτούς που στο βιογραφικό τους φιγουράρουν οι δεκάδες οργανισμοί που είναι μέλη στα συμβούλιά τους, αυτούς που είναι στις φωτογραφίες με πανάκριβα ρούχα σε κάθε φιλανθρωπική εκδήλωση. Μιλώ για αυτούς που έχουν μετατρέψει τη φιλανθρωπία σε ευκαιρία προβολής του προφίλ που πουλάει, με το δάκρυ που κυλάει.
Διαβάζω τις τελευταίες μέρες για το κοριτσάκι που μεταφέρθηκε για εγχείρηση στο Ισραήλ μετά από τον έρανο που έγινε. Την είχα δει μερικές μέρες πριν τη μετάβαση στο Ισραήλ σε ένα τραπεζάκι του εράνου σε πολυκατάστημα της Λευκωσίας. Μία εικόνα σφηνωμένη στο μυαλό και στην καρδιά μου. Για να έχει μία ελπίδα αυτό το παιδί στην υγεία και στην ίδια τη ζωή πρέπει να εκτίθεται τόσο ο ανθρώπινος πόνος;
Γίνεται λέει μία επίδειξη μόδας ή μια συναυλία ή μία οποιαδήποτε αντίστοιχη εκδήλωση ενάντια στο «τάδε» σύγχρονο (εγώ θα έλεγα πολλές φορές διαχρονικό με μεταλλαγές) κοινωνικό πρόβλημα. Και πώς ευαισθητοποιείται κανείς δηλαδή επειδή πήγε στη συναυλία που έτσι και αλλιώς θα πήγαινε γιατί του αρέσει ο καλλιτέχνης; Ποια κοινωνική έρευνα έχει δείξει ότι τέτοιες μέθοδοι αποτελούν παρέμβαση για αντιμετώπιση κοινωνικών φαινομένων που αφορούν κυρίως τα παιδιά και τους νέους; Αντιμετωπίζεται έτσι, ώστε κατ ελάχιστο, είτε ο ρατσισμός, είτε τα ναρκωτικά, είτε ο εκφοβισμός είτε το προσφυγικό είτε η βία κατά των οποιοδήποτε; Πού είναι τα θύματα όλων αυτών των προβλημάτων εκείνη την ώρα; Εκεί στην εκδήλωση; Δεν νομίζω. Πότε έγινε εκδήλωση που να συμμετέχουν αυτοί οι ίδιοι; Σε πόσες αλήθεια εκδηλώσεις που οργανώνονται για τους πρόσφυγες στην Κοφίνου πήγαμε; Εκεί μαζί τους, σε μία εκδήλωση που είναι για τα δικά τους ψυχοσυναισθηματικά κενά, πίσω από κάμερες, φωτογραφίες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και προβολή;
Γίνονται δεκάδες έρανοι και εκδηλώσεις για μυοπαθείς, καρκινοπαθείς, καρδιοπαθείς και οποιουσδήποτε «παθείς» και καλώς γίνονται από εθελοντικές οργανώσεις που έρχονται να καλύψουν τα κενά του κράτους. Ο καθένας από εμάς που δίνει τη μικρή ή μεγάλη οικονομική βοήθεια, ας έχει την επίγνωση ότι αυτή δεν είναι αρκετή. Τα αντανακλαστικά μας διαμαρτυριών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης δεν είναι αρκετά κάθε φορά που ένας συνάνθρωπός μας πρέπει να εκθέσει τον ανθρώπινό του πόνο για να μπορέσει να έχει τα αυτονόητα. Οι κάμερες πολύ γρήγορα σβήνουν και ο πόνος μένει όσα λεφτά και εάν μαζευτούν, ο πόνος της ψυχής, εκείνος που στραπατσάρει την αξιοπρέπεια του ανθρώπου.
Ας πάμε όμως και στα πιο απλά καθημερινά. Κάποτε μία φίλη μου είχε πει ότι δεν θέλει να τρώει ποτέ ταχυνόπιτα γιατί της έρχεται στο μυαλό ο ήχος της ανακοίνωσης στα μεγάφωνα του σχολείου που καλούσε τα προσφυγόπουλα μετά το 74 να βγουν πιο γρήγορα διάλειμμα για να πάνε να πάρουν το συσσίτιό τους, τη ταχυνόπιτά τους. Τα λεφτά για το συσσίτιο τα έδινε το κράτος, τα έδιναν οι συνάνθρωποί μας τότε στους εράνους, τα έδινε ο καθένας που θεωρούσε ότι κάνει το καθήκον του. Τα συναισθήματα όμως εκείνα που έμειναν για πάντα σφηνωμένα στην καρδιά και την ψυχή του τότε παιδιού δεν θα τα σβήσει ποτέ η φωνή της λογικής ότι σε δύσκολες συνθήκες προείχε η επιβίωση. Αλήθεια πόσο διαφέρει όταν σήμερα υπάρχουν σχολεία που δίνουν τα «κουπόνια βοήθειας σε άπορα παιδιά» μέσα στην τάξη μπροστά στους συμμαθητές τους; Τα λεφτά μαζεύτηκαν, τα λεφτά δόθηκαν, είναι αυτό αρκετό; Λύνονται βιοποριστικά προβλήματα ίσως, γεννιούνται όμως πολλά άλλα συναισθηματικά και κοινωνικά τα οποία βρίσκουμε στη συνέχεια μπροστά μας και κάνουμε «εκδηλώσεις επιπέδου» για να καλύπτουμε το δικό μας κενό, για να καλύπτουμε τη δική μας ψευδαίσθηση περί φιλανθρωπίας.
Ας έχουμε κατά νου ότι το άγγιγμα της ψυχής του ανθρώπου που πονά στη δύσκολη ώρα είναι επένδυση, το δάκρυ που κυλά εξατμίζεται πολύ γρήγορα ή και σκουπίζεται.
Γράφει: Ρίτα Παναούρα