«I wake up everyday and I see the Turkish flag on the [Pentadaktylos] mountain and you tell me to reconcile with the Turks?» (Minas, Greek-Cypriot student)
«Some teachers and students are racist in this school. And I don’t think anything can be done, unless people admit this and be willing to change. People have to see us as human beings». (Gönül, Turkish-Cypriot student)
Απόσπασμα συνεντεύξεων από την έρευνα του Μιχαλίνου Ζεμπύλα «Negotiating co-existence in divided societies: teachers, students and parents’ perspectives at a shared school in Cyprus». Research Papers in Education, Δεκέμβρης 2010.
Επειδή τα σκάνδαλα δεν θα τελειώσουν αυτή τη βδομάδα, ας δούμε τι συμβαίνει στο English School με τη γιορτή του Μπαϊράμ. Σκεφτόμουνα να χρησιμοποιήσω τον «πολεμικό» τίτλο «Ελληνορθόδοξο English School;», για να καταδείξω το παράδοξο της συζήτησης. Μετά όμως σκέφτηκα τον τίτλο που θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει ένας συνάδελφός μου με την ακριβώς αντίθετη άποψη από τη δική μου («Τουρκικό English School;»), και αποφάσισα ότι δεν είναι η ώρα για πόλωση αλλά για περίσκεψη, διαπραγμάτευση, και μετριοπαθή διάθεση.
Πώς αντιμετωπίζεται ένα πρόβλημα πριν ξεφύγει εντελώς και γίνει χιονοστιβάδα και δεν μαζεύεται; Πώς επιτυγχάνεται ο συμβιβασμός που θα μας βοηθήσει να λειτουργήσουμε ομαλά και αποτελεσματικά; Πώς δημιουργούμε κουλτούρα διαλόγου και συναίνεσης μέσα στα σχολεία μας για να νιώθουν τα παιδιά μας ασφαλή, αποδεκτά και δημιουργικά; Πώς αποφεύγουμε τη δημιουργία αισθημάτων αδικίας; Πώς επιτυγχάνουμε με το παράδειγμά μας την ισότιμη μεταχείριση και όχι την αδικία προς τους Τουρκοκύπριους συμπολίτες μας, και ειδικά προς τα παιδιά τους που δεν φταίνε σε τίποτα;
Ας δούμε το ερώτημα που έπρεπε να είχε απαντήσει οριστικά το σχολείο: «Να αναγνωριστούν ως επίσημες οι θρησκευτικές αργίες των Τουρκοκυπρίων ή να αγνοούνται;». Μέχρι τώρα το θέμα λυνόταν με μεσοβέζικο τρόπο: Το Μπαϊράμ συνέπιπτε με το half term του σχολείου ή εντασσόταν σε μια «επί τούτου» ημέρα δράσης του, οπότε όλοι ήταν ευχαριστημένοι. Καθώς όμως το Μπαϊράμι είναι κινητή γιορτή, οπότε κάθε χρόνο χρειάζεται να γίνει καινούργιος χειρισμός φέτος «έτυχε» να μη βολεύει να συμπέσει με κάτι άλλο.
Θα μπορούσε εύκολα να παρατηρήσει κανείς ότι υπάρχουν άλλα, πολύ σοβαρότερα πράγματα για να συζητήσει κανείς για το EnglishSchool, όπως ο ελλειμματικός προϋπολογισμός και οι λυόμενες αίθουσες. Όμως οι ιδεολογικοπολιτισμικές διαμάχες έχουν τη σημασία τους σε αυτό το ιστορικό και με μεγάλο κύρος σχολείο της Κύπρου, όπου οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι ξανασυμβιώνουν μετά το 2004. Είναι ένας κοινός χώρος, από τους ελάχιστους στην Κύπρο όπου μπορεί να παρατηρήσει κανείς πώς συμβαίνει, αφενός, η αναγνώριση και η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο προνομιακών «εχθρών» και αφετέρου, πώς γίνεται ή δεν γίνεται η διαπραγμάτευση των διάφορων προβλημάτων, αντιπαραθέσεων, διαφορών συγκρούσεων που προκύπτουν, καλή ώρα σαν αυτή με το Μπαϊράμ.
Θα ήταν αφέλεια να ελπίζει κανείς ότι η «υγρασία» της ανοιχτής και άλυτης σύγκρουσης δεν θα διαπερνούσε τους τοίχους του σχολείου. Αρκετά από αυτά που διστάζουμε να αποφασίσουμε, που μας φοβίζουν, μας διχάζουν ή μας μπερδεύουν ως κοινωνία, περνούν μέσα στο σχολείο. Όμως αν σκοπεύουμε σύντομα να τολμήσουμε το μεγάλο βήμα στο κυπριακό, δεν πρέπει να αφήνουμε τίποτα να «μαζεύεται κάτω από το χαλί». Το χρωστάμε στα παιδιά μας, στους μαθητές μας και στο μέλλον του τόπου. Ας δούμε από πιο κοντά μερικά ιστορικά στοιχεία, τα αδιέξοδα των παραδεδεγμένων πρακτικών, αλλά και κάποιους πιθανούς δρόμους διαφυγής:
1) To English School θεωρείται ένα σχολείο κύρους μέσα από το οποίο αναπαράγεται η κυπριακή κοινωνική, πολιτική και οικονομική ελίτ. Από το 1974 και μετά στο English School αναπαράγεται μόνο η ελληνοκυπριακή ελίτ. Προφανώς ένα μεγάλο κομμάτι αυτής της ελληνοκυπριακής ελίτ νιώθει το σχολείο δικό της και δεν θέλει να το μοιραστεί με τους Τουρκοκύπριους.
2) Η σύγχρονη τάση σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες είναι η αποθρησκευτικοποίηση της εκπαίδευσης. Ο κοσμικός χαρακτήρας του σχολείου αλλά και η ουδετερότητα του απέναντι σε όλες τις θρησκείες είναι μια λύση.
3) Το 2 οδηγεί στο 3. Σημαίνει πως ούτε η κυρίαρχη ελληνοκυπριακή τάση θα μπορεί να επιβάλλει «το δικό της» εντός του σχολείου. Δηλαδή δεν γίνεται μονομερώς να επιβάλλεται ως σχολική αργία η ονομαστική γιορτή του Αρχιεπισκόπου Κύπρου και από την άλλη να μην αναγνωρίζονται οι τουρκοκυπριακές θρησκευτικές γιορτές. Χρειάζεται σθένος για μια διαπραγμάτευση των ζητημάτων και μια απόφαση για το αν τελικά θα γιορτάζονται γιορτές κι από τις δύο ή και περισσότερες κοινότητες του μαθητικού πληθυσμού του σχολείου ή εάν το σχολείο θα έχει ένα κοσμικό χαρακτήρα χωρίς θρησκευτικές γιορτές.
4) Θα πρέπει να υπάρχει καλύτερη αντιπροσώπευση των διαφορετικών τάσεων εντός του Δ.Σ και λογοδοσία. Αντί να διορίζεται το Δ.Σ θα μπορούσε να ψηφίζεται από τους γονείς, τη διεύθυνση και τους εκπαιδευτικούς του σχολείου.
5) Είναι λάθος να επιλύουμε το κάθε θέμα ως θέμα των δύο πλευρών. Υπάρχουν πάντα διαφορετικές τάσεις και αποχρώσεις εντός της ομάδας που φαινομενικά βλέπουμε ως ομογενή. Εκτός αν επίτηδες αφήνουμε να εννοηθεί ότι η κάθε ομάδα είναι ένα αδιαφοροποίητο «εθνικό όλο».
Η απόφαση για φέτος ήδη πάρθηκε από το Δ.Σ του σχολείου. Το σχολείο δεν θα αναγνωρίσει ως επίσημη γιορτή το Μπαϊράμι. Αναρωτιέμαι όμως εάν αυτή η λύση ήταν η καλύτερη δυνατή. Η μονομερής επιβολή δεν είναι λύση. Κι αν η ευτυχία και η ακαδημαϊκή ηρεμία των παιδιών μας δεν μπορούν να μας ενώσουν για να βρίσκουμε πιο συναινετικές λύσεις, τότε τίποτα δεν μπορεί. Θα αναπαράγουμε μια νέα γενιά «κατ΄εικόνα και καθ’ ομοίωση». Αυτό θέλουμε;
Το κείμενο δημοσιεύθηκε την Κυριακή 13 Οκτωβρίου στον Πολίτη.
Γράφει: Ρένα Χόπλαρου