Οφείλω να ομολογήσω ότι γέλασα με την καρδιά μου με ορισμένα αστειάκια. Ήταν πετυχημένα.
Παράγινε όμως το κακό με τα αγγλικά του Πρόεδρου. Έχει καταντήσει ευηπώλητη κιτρινίλα, χτύπημα κάτω από τη μέση και μάλιστα χτύπημα που συνεισφέρει στην άνευ ουσίας όξυνση, που απλώς ρίχνει κι άλλο νερό στον απολιτικό χυλό που μεγαλώνει γύρω μας.
Έχει σημασία να καταλαβαίνουμε κάθε φορά τι πολιτικά είναι περισσότερο και τι λιγότερο σημαντικό. Η γλωσσομάθεια του Προέδρου αν και φανερώνει κάτι για το πολιτισμικό/μορφωτικό του επίπεδο δεν είναι αυτή αποκλειστικά που καθορίζει την πολιτική του στάση. Ούτε θα χτυπηθεί το ‘‘έλλειμμα’’ πολιτικής ή η αδράνεια της κυβέρνησης όταν αναδεικνύεται το «έλλειμμα» των αγγλικών. Τα ίδια πέρασε και ο Γιώργος Παπανδρέου για τα φτωχά ελληνικά του,την ίδια άσφαιρη κριτική δέχεται ο Αλέξης Τσίπρας για τα αγγλικά του. Λες και το πρόβλημα της πολιτικής Τσίπρα είναι τα αγγλικά του!
Αντί των παραπάνω, θα μπορούσε να γίνεται τεκμηριωμένη και έντονη κριτική. Να λεχθεί πως πολιτική «με τα προβλήματα λυμένα» δεν υπάρχει. Ωραίες οι «ευαισθησίες» και οι αριστερίστικες κορώνες που τα ρίχνουν όλα στον νεοφιλελευθερισμό αλλά δεν νοείται σύγχρονη Αριστερά (ή/και Δεξιά) να αφήνει στο απυρόβλητο τον απίστευτο κρατικισμό που εν πολλοίς διαιωνίζει αντί να άρει τις κοινωνικές ανισότητες. Να ειπωθεί πως παρέμβαση στην πολιτική δεν γίνεται με λόγια μόνο. Δεν φτάνει να μιλάμε ευαίσθητα και “προοδευτικά” – κλέβω τα λόγια του Γιώργου Προκοπάκη, που έχει την καλή συνήθεια να τα λέει τσεκουράτα. Δεν υπάρχει πια άπειρο χρήμα να μοιράσουν οι Κύπριοι πολιτικοί. Ούτε μπορούν να παραγγείλουν δουλειές. Ούτε κάθονται στο τραπέζι με τους G8. Με αυτά τα δεδομένα – που επιτέλους ανακαλύπτουμε σαν παιδιά – τι μπορεί να γίνει για να καλυτερέψουμε τα πράγματα; Ή θα ξεκινήσει η πραγματική πολιτική και η πραγματική αλλαγή σε αυτή τη χώρα ή την οικονομική κρίση θα την πληρώσουν οι πιο αδύνατοι. Και είναι πολλοί. Το ένα τρίτο της κοινωνίας μας. Πώς θα γίνει η αναδιανομή μέρος του πλούτου των δύο τρίτων για να πάρουν το ένα τρίτο στην πλάτη τους ώσπου να περάσει η κρίση; Αυτό εγώ θεωρώ «προοδευτική» πολιτική.
Θα εστίαζα την κριτική μου στο να γίνουν πολύ, μα πολύ συγκεκριμένες οι προτάσεις. Θέλω να ακούω λόγο διαλεκτικό, επιστημονικά τεκμηριωμένο, βασισμένο σε δεδομένα και όχι σε ανεύθυνες συζητήσεις τύπου καφενείου. Ο λαϊκισμός (όπως και το αδελφάκι του ο εθνικισμός) θεριεύει εκεί που δεν υπάρχουν καθρέφτες, που πάντα κάποιος άλλος φταίει, οι νεοφιλελεύθεροι, οι τραπεζίτες, οι Ευρωπαίοι, οι Τούρκοι. Εκεί που η αλήθεια είναι μία, που η απάντηση είναι πάντοτε απλή. Εκεί που το επώδυνο ανήκειν σε κάτι ευρύτερο (βλ. Ε.Ε) θεωρείται χειρότερο απ’ τον απομονωτισμό. Εκεί που η ακινησία κερδίζει τη μεταρρυθμιστική κουλτούρα, η μούντζα την πολιτική περίσκεψη.
Θέλω αλήθειες (έλεος πια με το σύνθημα «όλοι οι πρόσφυγες στα σπίτια τους») και ρεαλισμό (έλεος και με το «όλα πάνε καλά στην οικονομία μας», σύνθημα με το οποίο μας αποκοίμισε η κυβέρνηση για πάνω από δύο χρόνια).
Με άλλα λόγια θέλω να γίνεται κριτική χωρίς “ναι, αλλά ο κομμουνιστής Χριστόφιας, θα έρθει νύχτα με τα ξυραφάκια!”. Θα χαρώ πολύ να ακούσω εμπεριστατωμένες απαντήσεις. Πόσο είναι το πρωτογενές έλλειμμα; Πόση ύφεση κατέγραψε η οικονομία τα χρόνια που κυβερνούσε η Αγία Τριάς; Συμφωνούμε τουλάχιστον στους αριθμούς; Φταίει το κρατικοδίαιτο παραγωγικό μοντέλο της χώρας ή το ότι δεν έχουμε δυναμικό και καινοτόμο ιδιωτικό τομέα; Πόσες εισαγωγές κάνουμε και πόσες εξαγωγές; Πόσο επιδοτούμε τους αγρότες, τα προσφυγικά σωματεία, τα πολιτιστικά δημοτικά δρώμενα; Εάν αυξήσουμε τη φορολογία και κυνηγήσουμε τους πλούσιους που φοροδιαφεύγουν, το λύνουμε το πρόβλημα; Ή μήπως δεν αρκεί; Τι θα γίνει σε ευαίσθητους τομείς όπως η περίθαλψη, το φάρμακο και τα κοινωνικά επιδόματα; Ποιοι συμφωνούν με τα εισοδηματικά κριτήρια;
Ούτε τον ΔΗ.ΣΥ συμφέρει ενόψει εκλογών να γίνει συγκεκριμένος ο λόγος του. Να κερδίσει τις εκλογές θέλει. Όχι να κάψει τη γούνα του. Στηρίζεται στο εμπόριο “αγανάκτησης” που θα βαίνει αυξανόμενο το επόμενο διάστημα. Πρέπει όμως να αποφασίσουμε γιατί αγανακτούμε. Διαφορετικά απλώς μεγαλώνουμε τον απολιτικό χυλό για τον οποίο μίλησα πριν. Γιατί η δική μου «αγανάκτηση» δεν έχει σχέση και ούτε θέλω να προστίθεται στο ποσοστό της μεγάλης Δεξιάς και της συντήρησης που θα τα ρίξει εν τέλει και στους μετανάστες. Γιατί, με ενδιαφέρει και μάλιστα πολύ, η λειτουργία ενός δίκαιου φορολογικού συστήματος, με νοιάζει πώς θα λειτουργήσει το κοινωνικό κράτος σε περίοδο κρίσης, η εφαρμογή ενός αναπτυξιακού μοντέλου που θα επιτρέψει στην Κύπρο να παράξει, με ενδιαφέρει να ξέρω πόσο θα περικοπεί ο μισθός μου, εάν θα πάρω σύνταξη, τι πολιτικές θα εφαρμοστούν για την ανεργία. Δεν ξεχνώ τους ΤΚ φίλους μου – γιατί συμπολίτες δεν αξιωθήκαμε να γίνουμε – που παραμένουν εγκλωβισμένοι μεταξύ δύο εθνικισμών, του ελληνοκυπριακού και του τουρκικού. Δεν ξεχνώ ούτε τους συγγενείς αγνοουμένων που ακόμα περιμένουν τα οστά των αγαπημένων τους. Με ενδιαφέρουν όλα τα παραπάνω «σοσιαλδημοκρατικά», όχι για να «αγανακτήσω», όπως το αριστεροδέξιο μπλοκ που φτιάχθηκε στην Ελλάδα, αλλά για να καταλάβω ποια είναι τα όρια των πολιτικών κινήσεων που έχει κανείς με βάση τα τωρινά δεδομένα. Γιατί μου αρέσει να είμαι αισιόδοξη και να το παλεύω στα μέτρα του δυνατού. Γιατί πιστεύω βαθιά στα ευρωπαϊκά, προοδευτικά πραγματιστικά αναχώματα. Και φοβάμαι τι μπορεί να φέρει ο αντιευρωπαϊσμός που θα ακολουθήσει την οικονομική κρίση. Πιστέψτε με, δεν θα παράγει πολίτες που απλώς δεν θα μιλούν καλά αγγλικά.
Γράφει: Ρένα Χόπλαρου