Home Ρένα Χόπλαρου Οι εύηχες ιδέες του κ. Σταυρινίδη. Της Ρένας Χόπλαρου

Οι εύηχες ιδέες του κ. Σταυρινίδη. Της Ρένας Χόπλαρου

ledra palace 1

 


…σπάνε σαν μπιμπελό

Ξεκίνησα την ανάγνωση του κειμένου του κ. Σταυρινίδη με πολλές προσδοκίες. Το κόμμα της Αριστεράς έκανε μια τολμηρή επιλογή στελεχώνοντας το ψηφοδέλτιό του με έναν ακαδημαϊκό που έχει κάνει συχνές παρεμβάσεις στην τηλεόραση και το διαδίκτυο με προοδευτικό πρόσημο, αλλά  και με φιλελεύθερη χροιά ασυνήθιστη για τα δεδομένα του ΑΚΕΛ (βλ. π.χ. τις θέσεις του για άτομα ΛΟΑΤ). Στο πρώτο του ουσιαστικά άρθρο μετά την ανακοίνωση της συνεργασίας του, ο κ. Σταυρινίδης παρουσιάζει το πολιτικό του όραμα για την Ευρώπη, με τίτλο «Ποια Ευρώπη θέλουμε». Θα μπορούσε να είναι  μια θαυμάσια ευκαιρία να γνωρίσω τις θέσεις ενός αξιόλογου συνομιλητή και να εμπλακώ ίσως σε μια παραγωγική συζήτηση αντιπροτείνοντας τις δικές μου.

Δυστυχώς, το κείμενο που διάβασα δεν προσφέρεται ιδιαίτερα για διάλογο, καθώς από αυτό απουσιάζουν πλήρως οι προτάσεις. Αντίθετα, πρόκειται για μια συρραφή κοινότοπων καταγγελιών και συναισθηματικών ρητορειών, μέσα από ένα πρίσμα νοσταλγίας για την «Παλιά Ευρώπη». Ας τα πάρουμε όμως με τη σειρά:

Η εξιδανικευμένη Ε.Ε.  των «αξιών», την οποία επικαλείται ο συγγραφέας, ιστορικά δεν υπήρξε ποτέ. Αποτελεί μια κατασκευή χρήσιμη για την παραγωγή προπαγανδιστικού υλικού, στην υπηρεσία της δημιουργίας μιας «ευρωπαϊκής ταυτότητας». Στην πραγματικότητα, η πορεία, από την πρώτη συμφωνία για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα,  μέχρι σήμερα, είναι αποτέλεσμα σύγκρουσης συμφερόντων, εκατέρωθεν καχυποψίας, ατυχημάτων, παρερμηνειών, ωμών εκβιασμών, συμβιβασμών την τελευταία στιγμή, και μερικών παράτολμων πολιτικών που έκαναν του κεφαλιού τους. Όλα αυτά, βέβαια, έγιναν  δίχως ιδιαίτερη δημοκρατική νομιμοποίηση, ουσιαστικά ερήμην των λαών (σκέφτεστε να είχε γίνει δημοψήφισμα για τη συνεργασία, τι θα ψήφιζαν το 1954 οι Γάλλοι και οι Γερμανοί;).  Επίσης, ας μην ξεχνούμε, ότι η Ευρώπη την οποία έχει στο μυαλό του ο κ. Σταυρινίδης είναι αυτή της ξέφρενης οικονομικής ανάπτυξης και της επέκτασης των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων πριν την πετρελαϊκή κρίση της δεκαετίας του ’70. Μια Ευρώπη όμως που στηρίχτηκε στην πολιτική επιρροή και την οικονομική βοήθεια των Η.Π.Α. εντός των αντιθέσεων του Ψυχρού Πολέμου. Το να περιμένει κανείς σήμερα ένα νέο σχέδιο Μάρσαλ είναι ανεδαφικό. Το να κάνει όμως ένας αριστερός (την απώλεια αυτής της Ευρώπης θρηνεί ο συγγραφέας) είναι οξύμωρο.

Αν δεν υπάρχουν όμως απόλυτες αξίες και ιδανικά, τι είναι αυτό που τελικά κράτησε τόσα χρόνια το εγχείρημα ζωντανό; Η κοινή επιθυμία για αποφυγή ενός νέου ευρωπαϊκού εμφυλίου, ήταν η πιο συμφέρουσα επιλογή για τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ αλλά και για τους λαούς. Ο δρόμος που προκρίθηκε ως ο ασφαλέστερος για τη διαφύλαξη της ειρήνης ήταν η μεταεθνική προοδευτική ολοκλήρωση. Σε αυτό το κρίσιμο στοιχείο, ο συγγραφέας αναφέρεται δυο φορές, και τις δυο διστακτικά, με βαριά καρδιά. Αντιγράφω από την πρώτη παράγραφο: «Γιατί και λάτρης της ευρωπαϊκής ενοποίησης να είσαι […]» (η χρήση του δευτέρου προσώπου βοηθά να κρατηθούν οι αποστάσεις). Και από την τελευταία: (Να αγωνιστούμε για την Ευρώπη ) «Έστω και σε αυτή την εσχατιά. Σε αυτή την γωνιά της Ευρώπης.» Με άλλα λόγια, εμείς που είμαστε Ακρίτες, είμαστε ειδική περίπτωση, είναι ακραίο να μας ζητάνε να γίνουμε ίσα και όμοια, θα έπρεπε να δικαιούμαστε ξεχωριστή μεταχείριση.

Το κείμενο έχει πολλά σημεία που επιδέχονται σχολιασμό, για να μην κουράσω όμως τους αναγνώστες  θα περιοριστώ μόνο σε ένα, αρκούντως χαρακτηριστικό. Χάσαμε λέει «τες αξίες» ο κ. Σταυρινίδης: «Αλληλεγγύη; Την πνίξαμε αφήνοντας συνανθρώπους μας να πνίγονται στις θάλασσες μας. Συνανθρώπους μας. Στη Μεσόγειο μας». Η έκφραση αγωνίας, φρίκης, θυμού, θλίψης για το γεγονός ότι αθώοι άνθρωποι, που ψάχνουν μια καλύτερη μοίρα, πνίγονται στη θάλασσα είναι ανθρώπινη, σεβαστή, αναγκαία, αξιέπαινη. Δεν συνιστά όμως πολιτική πρόταση, ούτε καν θέση. Κι επειδή βρισκόμαστε σε προεκλογική περίοδο, κι ο κ. Σταυρινίδης είναι υποψήφιος, βρίσκω τέτοιες διακηρύξεις προβληματικές.

Ας σκεφτούμε λογικά, γιατί συμβαίνουν αυτά τα τραγικά ατυχήματα; Εννοώ πριν να χτυπήσει τη βάρκα ο καιρός (η πρόσφατη περίπτωση στην Ελλάδα για την οποία υπάρχουν σοβαρές καταγγελίες περί ευθύνης του Λιμενικού, υποθέτω ότι συμφωνούμε πως αποτελεί εξαίρεση). Ο  λόγος είναι πως υπάρχουν άνθρωποι τόσο απελπισμένοι από την έλλειψη προοπτικών στον τόπο τους, που είναι έτοιμοι να δώσουν μια περιουσία και να βάλουν σε κίνδυνο τη ζωή τους και αυτές των μελών της οικογένειάς τους, εναποθέτοντας την τύχη τους στα χέρια εγκληματιών που τους υπόσχονται ένα πέρασμα στην ευρωπαϊκή Εδέμ. Αν δεχτούμε ότι η Ευρώπη δεν έχει τα χρήματα και την πολιτική επιρροή να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής στις χώρες καταγωγής των μεταναστών, ούτε να ελέγξει τους παράνομους «μεταφορείς», τότε τι θα μπορούσε να κάνει για να σταματήσει αμέσως τους θανάτους μεταναστών στη Μεσόγειο; Είναι απλό: να επιτρέψει την ελεύθερη δίοδο και εγκατάσταση, να σταματήσει όλα τα προγράμματα ελέγχου, τα φράγματα, τη δύναμη Frontex και τα συναφή.

Αυτό μάλιστα, είναι μια πρόταση, με πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα. Θα ήθελα να ακούσω αν ο κ. Σταυρινίδης την υιοθετεί (αλλά και την άποψη του κόμματος στο ψηφοδέλτιο του οποίου συμμετέχει). Σε διαφορετική περίπτωση, εν μέσω προεκλογικής περιόδου, η συναισθηματική ρητορεία περί αλληλεγγύης, με αναφορά στους μετανάστες που πνίγηκαν, είναι υποκριτική. Στην πολιτική δεν μπαίνουμε για να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, όσο ευγενή κι αν είναι, αλλά να προτείνουμε, να εξετάζουμε και να εφαρμόζουμε λύσεις.

Είναι θεμιτό να με ρωτήσει κάποιος: «Εντάξει η κριτική, εσένα όμως ποια είναι η θέση σου; Ελεγχόμενη ή ελεύθερη μετανάστευση;» Ενστικτωδώς, τείνω προς τη δεύτερη απάντηση, καθώς είμαι της άποψης ότι ένα θύμα είναι αρκετό για να απονομιμοποιήσει μια πρακτική (για αυτό είμαι φιλοσοφικά και εναντίον της ιδέας ενός «δίκαιου πολέμου»).  Αντιλαμβάνομαι όμως ότι ρεαλιστικά, όσο υπάρχουν κράτη, σύνορα, εθνικά ή μεταεθνικά, διακριτές οικονομικές ζώνες, τα πράγματα είναι πιο σύνθετα. Η ελεύθερη μετανάστευση, ιδίως σε μια εποχή οικονομικής κρίσης όπου η προσφορά εργασίας βαίνει μειούμενη, δύναται να προκαλέσει έντονα αποσταθεροποιητικά φαινόμενα σε σχέση με την κοινωνική συνοχή. Βέβαια η κοινωνική συνοχή δοκιμάζεται έτσι κι αλλιώς από τα μέτρα λιτότητας και την ανεργία, ενώ ο φόβος των «ξένων» αποτελεί όντως ένα ζήτημα που προνομιακά το εκμεταλλεύεται η ακροδεξιά. Είναι όμως λάθος να το αντιμετωπίσουμε αποκλειστικά ως «ψευδοπρόβλημα», ως απότοκο μικροαστικής πλάνης. Όχι για λόγους διαχειριστικούς, αλλά για ουσιαστικούς (π.χ. εργασιακό dubbing). Συνεπώς ναι, στη περίοδο που διανύουμε, κρίνω ως αναγκαία μια μορφή ευρωπαϊκού ελέγχου των μεταναστευτικών ροών. Πάντως, λόγω της γεωγραφικής μας θέσης, αυτή η συζήτηση αφορά πρώτιστα άλλες χώρες του Νότου, όχι τι δική μας. Ειδικότερα για την Κύπρο, είμαι υπέρ τού να δοθεί υπηκοότητα σε όσα παιδιά μεταναστών (και στους γονείς τους) έχουν μεγαλώσει στην Κύπρο, έχουν αποδεδειγμένα μάθει τη γλώσσα και θέλουν να μείνουν εδώ.  Είμαι υπέρ της βέλτιστης αξιοποίησης των ευρωπαϊκών κονδυλίων και της διαφάνειας σε κάθε στάδιο της διαδικασίας, έτσι ώστε να διασφαλιστεί στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό η ανθρώπινη μεταχείριση των μεταναστών που προορίζονται για επαναπροώθηση.

Συνοψίζοντας, ο κ. Σταυρινίδης, στο πρώτο του κείμενο ως υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΑΚΕΛ, απευθύνθηκε σε στενά κομματικά ακροατήριο, με ρόλο περισσότερο εμψυχωτικό, παρά παιδευτικό. Σε κάθε περίπτωση, με δεδομένα τα τρομακτικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε ως Κύπρος και ως Ευρώπη, μέσα σε έναν ταχύτατα μεταβαλλόμενο και ανταγωνιστικό κόσμο,  η λύση δεν μπορεί να είναι η νοσταλγία για μια επιλεκτική αφήγηση του παρελθόντος, ούτε η προσφυγή στην πολιτική ουτοπία. Γενικότερα, τα μανιχαϊστικά σχήματα καλού-κακού δεν είναι πολύ εύχρηστα στην πολιτική, όπως άλλωστε και στην υπόλοιπη ζωή. Χρειάζεται ρεαλισμός, αίσθηση ευθύνης και διάθεση για αγώνα. Ελπίζω ότι στην συνέχεια της προεκλογικής περιόδου θα δούμε πιο ολοκληρωμένες παρεμβάσεις από πλευράς του. Δεν είναι άλλωστε λίγα τα θέματα για τα οποία οι θέσεις μας είναι κοντινές. Έχω την πεποίθηση ότι κανένα από τα μεγάλα αυτά θέματα δεν αντιμετωπίζεται με μία στάση του τύπου «Όπισθεν ολοταχώς», όπως αυτή με την οποία κλείνει το κείμενο που σχολίασα εδώ, αλλά με γνώση του παρόντος και βλέμμα στραμμένο στο μέλλον. 

Γράφει: Ρένα Χόπλαρου

Υποψήφια Ευρωβουλευτής ΔΗ.ΣΥ

Μέλος της Πρωτοβουλίας «Μένουμε Ευρώπη»