Δεκάλογος υπέρ των αξιών του πλουραλισμού, της εκκοσμικευμένης εκπαίδευσης και των δικαιωμάτων των παιδιών.
Εάν η προσέγγιση της Διευθύντριας Μέσης, κ.Πουλλή και η κόντρα της με τις δύο Επιτρόπους, σχετικά με τα πρακτικά ζητήματα που προέκυψαν ύστερα από την εφαρμογή του δικαιώματος της απαλλαγής μαθητών από το μάθημα των θρησκευτικών δείχνουν κάτι για τη «δημοκρατική ποιότητα» της κυπριακής εκπαίδευσης, τότε θα πρέπει να τα συζητήσουμε όλα από την αρχή. Γιατί η φτωχή «ποιότητα» και η λειψή «δημοκρατικότητα» ευνοούν τον σκοταδισμό. Δουλειά εξάλλου των δημόσιων λειτουργών, ειδικά αυτών που βρίσκονται στις ανώτερες ιεραρχικά θέσεις, είναι να σκέφτονται δημιουργικές λύσεις και να επιλύουν προβλήματα.
Πάμε λοιπόν σήμερα ξανά να συζητήσουμε τα αυτονόητα. Ότι το σχολείο δεν πρέπει θρησκεύεται. Ότι οφείλει να αναγνωρίζει ως ισότιμες με την επικρατούσα θρησκεία τη θρησκευτική ετερότητα ή/και την απουσία θρησκευτικότητας. Και ότι οι μαθητές δεν πρέπει να υφίστανται καμία ευμενή ή δυσμενή διάκριση λόγω θρησκεύματος.
1) Πώς διδάσκεται το μάθημα σήμερα; Δεν ιστορικοποιεί, ούτε αναλύει το θρησκευτικό φαινόμενο. Παρά τον κατ’ επίφαση εκσυγχρονισμό του περιεχομένου και την πρόσφατη αλλαγή των διδακτικών εγχειριδίων, το μάθημα διατηρεί ουσιαστικά τον παραδοσιακό κατηχητικό του χαρακτήρα. Το ίδιο κάνει όλη η σχολική κουλτούρα με τους καθιερωμένους εκκλησιασμούς, προσευχές, χρήση επίσημων θρησκευτικών συμβόλων και ονομασίες (π.χ. Δημοτικό Σχολείο Αποστόλου Ανδρέα).
2) Τι κάνει ένας γονιός που θέλει να απαλλάξει το παιδί του από το μάθημα των θρησκευτικών; Σε όλα τα κράτη –μέλη της Ε.Ε όπου το μάθημα των θρησκευτικών είναι υποχρεωτικό, προβλέπεται η δυνατότητα απαλλαγής των μαθητών κατόπιν σχετικού αιτήματος των γονέων. Μετά την ένταξή μας στην Ε.Ε το μάθημα ορίζεται τυπικά τουλάχιστον ως προαιρετικό. Μόνο που στην Κύπρο απαιτείται ταυτόχρονη δήλωση της θρησκευτικής ταυτότητας των γονέων, κάτι που παραβιάζει τα προσωπικά τους δεδομένα. Το τελευταίο ελπίζω να αναδείξουν περισσότερο οι δύο Επίτροποί μας και επιτέλους να δεχτεί να πράξει το Υπουργείου μας. Η διαδικασία θα μπορούσε να απλουστευθεί περαιτέρω και να γίνεται με μια απλή δήλωση από πλευράς γονέων.
3) Να ξεκαθαρίσουμε ωστόσο ότι ο σεβασμός δια του αποκλεισμού δεν αποτελεί σεβασμό της ταυτότητας. Όχι μόνο δεν υφίσταται σχέση ισοτιμίας και ενιαία μεταχείριση μεταξύ των θρησκευτικών ταυτοτήτων στο ελληνοκυπριακό σχολείο αλλά αντίθετα η θρησκευτική ετερότητα απαξιώνεται. Πολίτες που ενδεχομένως να μη θρησκεύονται ή είναι αλλόθρησκοι δεν απολαμβάνουν ισότιμης αναγνώρισης στο πλαίσιο του σχολείου. Η κουλτούρα τους τοποθετείται εκτός της σχολικής γνώσης και εκτός των πρακτικών του σχολείου. Εξίσου απαξιωτική είναι και η στάση του επίσημου σχολείου προς την αθεΐα. Για αυτό άλλωστε, συχνά βλέπουμε αλλόθρησκα παιδιά να ζητάνε κλαίγοντας να κοινωνήσουν ή να εκκλησιαστούν ή να σταυροκοπιούνται με φανατισμό. Η βασική στρατηγική που φαίνεται να αναπτύσσουν τα παιδιά αυτά για να μη στιγματιστούν είναι να γίνονται «βασιλικότεροι του βασιλέως». Κάποια άλλα απλώς αποτραβιούνται, χάνοντας τη φωνή τους.
4) Αφού η συντριπτική πλειονότητα των ΕΚ είναι χριστιανοί ορθόδοξοι θα αφήσουμε απροστάτευτο το δικαίωμα της πλειονότητας για να ικανοποιήσουμε το δικαίωμα της μειονότητας; Τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν υπολογίζονται με όρους πλειονότητας/μειονότητας. Η πολιτεία οφείλει να καλύπτει με όρους καθολικότητας τα ανθρώπινα δικαιώματα για όλους τους πολίτες της. Οι μειονότητες εξάλλου είναι αυτές που χρήζουν προστασίας. Η ποιότητα της δημοκρατίας μας αξιολογείται κάθε φορά που πρέπει να πάρει θέση απέναντι στα διάφορα μειονοτικά ζητήματα. Κάθε φορά που οι θεσμοί πρέπει να επιδείξουν ουδετερότητα, να πάνε κόντρα στο ρεύμα. Το δικαίωμα μιας ομάδας για τη μετάδοση της κουλτούρας της μέσω του σχολείου, ακόμα κι αν αυτή αναγνωρίζεται ως πλειονότητα, δεν μπορεί να θεωρείται υπέρτερο του δικαιώματος οποιασδήποτε μειονοτικής ομάδας, για ισότιμη αντιμετώπιση/παρουσία/συμμετοχή στην εκπαίδευση.
5) Μα δεν πρέπει το σχολείο να διδάσκει την ηθική και να καλλιεργεί αξίες και πνευματικότητα στα παιδιά μας; Ναι, μόνο που πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι η θρησκεία δεν είναι το μόνο μέσο που έχουμε στα χέρια μας για να καλλιεργήσουμε τις ηθικές αξίες και για να δώσουμε απαντήσεις στα διάφορα ηθικά, επιστημονικά και πολιτικά ερωτήματα. Υπάρχει και το μάθημα της πρακτικής ηθικής φιλοσοφίας που, όπως θα δούμε παρακάτω, αρχίζει να χρησιμοποιείται ως εναλλακτικό μάθημα σε ορισμένες χώρες. Ο δογματικός χαρακτήρας της θρησκείας εξάλλου και η διεκδίκηση της απόλυτης αλήθειας συγκρούονται με τις σύγχρονες παιδαγωγικές αντιλήψεις που επιδιώκουν τη διερεύνηση, το πείραμα, την τεκμηρίωση, το διάλογο και την κριτική αντιπαράθεση επιχειρημάτων.
6) Υπάρχουν συναινετικές λύσεις; Ναι, υπάρχουν. Πολλές και διαφορετικές. Αρνούμαστε ωστόσο να τις συζητήσουμε με ειλικρίνεια, φοβόμαστε να πάρουμε αποφάσεις για το είδος των αλλαγών που απαιτούνται, πόσο μάλλον να τις εφαρμόσουμε Για παράδειγμα, η Γερμανία, το Βέλγιο, και το Λουξεμβούργο, εφαρμόζουν μια πιο σύνθετη πολιτική από τη δική μας. Προσφέρεται η δυνατότητα επιλογής μεταξύ ενός μαθήματος θρησκευτικών, το οποίο έχει κατηχητικό χαρακτήρα και ενός εναλλακτικού μαθήματος το οποίο δεν έχει ομολογιακό χαρακτήρα αλλά έχει ως αντικείμενο την πρακτική ηθική φιλοσοφία. Πρόκειται για ένα μοντέλο που σέβεται τη θρησκευτική ή μη θρησκευτική ταυτότητα των μαθητών ενώ διαθέτει τη δυνατότητα αποφυγής του κατηχητισμού. Η πολιτική άλλωστε της εναλλακτικότητας αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς τη διαδικασία εκκοσμίκευσης της εκπαίδευσης διότι δεν αντιλαμβάνεται τη θρησκευτικότητα ως αναγκαίο συστατικό στοιχείο της ηθικής διαπαιδαγώγησης του ατόμου. Άλλες χώρες, όπως η Αγγλία, η Ολλανδία, η Αυστρία ή οι σκανδιναβικές, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, έχουν αμβλύνει το υποχρεωτικό – κατηχητικό μοντέλο του θρησκευτικού μαθήματος με στοιχεία ενημέρωσης για τα άλλα κύρια θρησκεύματα που εκπροσωπούνται στον μαθητικό πληθυσμού. Ο πλουραλισμός που εισάγεται στο σχετικό μάθημα δείχνει τη σταθερή τάση που υπάρχει στις χώρες αυτές ως προς την υιοθέτηση ενός θρησκειολογικού μοντέλου (στοιχεία «Δίκτυο Ευρυδίκη»).
7) Μέχρι να προχωρήσουμε σε πιο δομικές αλλαγές, τι κάνουμε με τα περίπου διακόσια παιδιά που πήραν απαλλαγή από το μάθημα, ειδικά όσα δεν επιθυμούν να μείνουν μέσα στην τάξη την ώρα των θρησκευτικών; Επειδή ο αριθμός δεν είναι (ακόμα) τραγικά μεγάλος, γιατί κάνουμε τα εύκολα δύσκολα; Δεν μπορούν να βρεθούν απλές λύσεις εντός της σχολικής μονάδας; Το παιδί ή παιδιά να κάθονται στη βιβλιοθήκη διαβάζοντας λογοτεχνία, να παρακολουθούν μια ταινία ή να ασχοληθούν με εργασίες που σχετίζονται με ηθικά διλήμματα (γεμάτο το διαδίκτυο).
8) Η εμμονή σε παραδοσιακές μυθοπλασίες και ο φόβος ότι η ταυτότητα του έθνους κινδυνεύει αν αλλάξει το παραμικρό στο μάθημα των Θρησκευτικών αποτελούν χαρακτηριστικά μιας βαθιά συντηρητικής κοινωνίας. Το οπισθοδρομικό σχολείο που την χαρακτηρίζει αγνοεί την ουσιαστική εξέλιξη και στηρίζεται στις αξίες της εθνικής ομοιογένειας, των αποκλεισμικών ταυτοτήτων και των αδιάβατων συνόρων μεταξύ των διαφορετικών πολιτισμικών ομάδων. Οι τελευταίες αξίες πολλές φορές χρησιμοποιούνται στα επίσημα έγγραφα του Υπουργείου Παιδείας ως αποτέλεσμα των απαιτήσεων που δημιουργήθηκαν στην προσπάθεια τους να εξασφαλιστεί η ένταξη στην Ε.Ε. Δεν έχουν ακόμη καταφέρει να επηρεάσουν ουσιαστικά τη ζωή του σχολείου, παρά τις φιλότιμες προσπάθειες μια μικρής ομάδας εκπαιδευτικών. Το σχολείο που χρειάζεται για να βγει από το τέλμα της η συντηρητική κοινωνία που περιγράψαμε είναι αυτό του πλουραλισμού, της ανοχής και της κοινωνικής κινητικότητας.
9) Πίσω από κάθε ιδεολογικοπολιτισμικό ζήτημα κρύβεται συνήθως και ένα πιο πεζό ζήτημα. Στη συγκεκριμένη περίσταση η «κρυφή αμαρτία» των θεολόγων και των συνδικαλιστών που τους υποστηρίζουν είναι ότι δεν παραδέχονται ανοιχτά ότι τυχόν αλλαγές στο μάθημα των θρησκευτικών θα βάλει σε κίνδυνο τα κεκτημένα συμφέροντα τους (διορισμούς στο δημόσιο, συνήθειες, κύρος, κτλ).
10) Άλλο πράγμα ο α – θρησκευτικός χαρακτήρας της εκπαίδευση και άλλο πράγμα ο αντι –θρησκευτικός. Άλλο πράγμα να κρατάει η επίσημη κρατική εκπαίδευση μια ουδετερότητα απέναντι στα θρησκευτικά πιστεύω των μαθητών/τριών και άλλο πράγμα η μεταβολή ή η καταναγκαστική αποσιώπηση ή η απαγόρευση της έκφρασης των θρησκευτικών τους πεποιθήσεων. Το κείμενο αυτό υποστηρίζει το πρώτο και όχι το δεύτερο. Το γράφω αυτό για να μην υπάρξουν οι συνηθισμένες και εκ του πονηρού κατηγορίες ότι αναλύσεις σαν την παραπάνω θέλουν να φιμώσουν τη θρησκευτική έκφραση των πιστών. Ας σταματήσουμε να μπερδεύουμε τις βασικές αρχές που πρέπει να διέπουν μια φιλελεύθερη δημοκρατία με τις κουτοπονηριές των οπαδών του Κυπριστάν.
Μια πιο πρώιμη μορφή του κειμένου αυτού δημοσιεύθηκε στη στήλη “Αυτονόητα” της εφημερίδας Πολίτη.
Γράφει: Ρένα Χόπλαρου