Πρόσφατα παρατηρούμε τις δυσκολίες και προκλήσεις που έχουν να αντιμετωπίσουν πολλά Ευρωπαϊκά κράτη. Η περισυλλογή σε δαπάνες είναι πια επιτακτική ανάγκη.
Σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, δεν πρέπει να βλέπουμε τα έξοδα ως απλές δαπάνες αλλά πιο πολύ ως επένδυση η οποία μακροχρόνια θα αποφέρει όφελος με την ευρύτερη έννοια. Μπορούν άραγε, οι δαπάνες στην υγεία και πιο συγκεκριμένα αυτές που αφορούν στη χρήση καινοτόμων φαρμάκων να θεωρηθούν ως επένδυση; Πως μπορούν να είναι μετρήσιμα τα αποτελέσματα της χρήσης κάποιου καινοτόμου φαρμάκου;
Η αξία (ως όφελος) των καινοτόμων φαρμάκων συνοψίζεται σε τρεις τομείς:
- Θεραπευτικό/κλινικό όφελος: εδώ αναφερόμαστε στα καινοτόμα φαρμακευτικά σκευάσματα τα οποία έχουν την ιδιότητα να θεραπεύουν ή να προλαμβάνουν ασθένειες για τις οποίες μέχρι σήμερα δεν υπήρχε θεραπεία ή όπου η καινούργια θεραπεία προσφέρει πλεονεκτήματα όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα και την ασφάλεια.
- Όφελος όσον αφορά στην «ποιότητα ζωής» του ασθενή: εδώ αναφερόμαστε στα οφέλη από τη χρήση καινοτόμων φάρμακων τα οποία σε σχέση με μια υφιστάμενη θεραπεία προσφέρουν στους ασθενείς αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής.
- Κοινωνικό/οικονομικό όφελος: εννοώντας το όφελος από τη χρήση ενός καινοτόμου φαρμάκου συγκρινόμενο με μια υφιστάμενη θεραπεία σε σχέση με τη βελτίωση της υγείας του πληθυσμού και τη γενικότερη εξοικονόμηση πόρων.
Τα οφέλη από τη χρήση καινοτόμων φαρμάκων κατηγοριοποιούνται επίσης από την προοπτική από την οποία κάποιος αξιολογεί τη χρήση αυτή. Γενικά θα λέγαμε πως εδώ υπάρχουν δύο βασικές προοπτικές μέσα από τις οποίες μετριέται το όφελος από τη χρήση ενός καινοτόμου φαρμάκου:
- Η αξιολόγηση του οφέλους από την πλευρά του ασθενή. Τα κριτήρια των ασθενών για μια τέτοια αξιολόγηση είναι συνήθως η αποτελεσματικότητα της θεραπείας (πόσοι ασθενείς αποφεύγουν επιπλοκές από την ασθένεια ή ακόμη και θάνατο), η παράταση του ορίου ζωής, η ποιότητα ζωής που απολαμβάνει κατά τη διάρκεια της θεραπείας και η μείωση τυχών ανεπιθύμητων ενεργειών που σχετίζονται με τη χρήση μιας θεραπείας.
- Η αξιολόγηση του οφέλους από την πλευρά του εργοδότη/χρηματοδότη της συγκεκριμένης θεραπείας (π.χ. σε χώρες όπου υπάρχουν συστήματα υγείας) η οποία βασίζεται σε κριτήρια όπως μείωση του χρόνου ανάρρωσης εντός νοσοκομειακής μονάδας, μείωση στη χρήση επεμβατικών μεθόδων, μείωση επισκέψεων στα τμήματα επειγόντων περιστατικών (ή και στον γιατρό γενικότερα), ελάττωση του αριθμού ημερών με άδεια ασθενείας, αύξηση της παραγωγικότητας, βελτίωση της υγείας του πληθυσμού γενικότερα.
Οι φαρμακευτικές εταιρείες έρευνας και ανάπτυξης προσφέρουν εδώ και δεκαετίες καινοτόμα φάρμακα τα οποία παρέχουν στους ασθενείς και την κοινωνία γενικότερα πολλαπλά οφέλη. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που το προσδόκιμο επιβίωσης έχει αυξηθεί κατά 4 χρόνια από το 1990 μέχρι σήμερα (παγκόσμιος πληθυσμός).
Η χρήση καινοτόμων φαρμάκων (φαρμάκων και εμβολίων) έχει περιορίσει την εξάπλωση και έχει θέσει υπό έλεγχο πολλές ασθένειες οι οποίες είχαν ψηλά ποσοστά θανάτων όπως π.χ. γρίπη, πολιομυελίτιδα. Έχουν επίσης μειώσει δραματικά τους θανάτους που οφείλονται σε ασθένειες όπως το AIDS, το άσθμα, καρδιακά και εγκεφαλικά επεισόδια. Μελέτη η οποία διεξήχθη στις ΗΠΑ κατέδειξε πως κάθε ένα από τα 436 καινούργια καινοτόμα φάρμακα τα οποία κυκλοφόρησαν από το 1970 μέχρι το 1991, πρόσθεσαν συνολικά (αθροιστικά) 11.200 χρόνια ζωής στον Αμερικανικό πληθυσμό. Οι θάνατοι από παιδικές ασθένειες, αθηρωματική σκλήρυνση, υπέρταση και στομαχικά έλκη έχουν μειωθεί κατά 80%, 68%, 67%, 61% αντίστοιχα κατά την περίοδο 1965-1995.
Οι άνθρωποι σήμερα όχι μόνο ζουν περισσότερο αλλά απολαμβάνουν καλύτερη ποιότητα ζωής. Σήμερα έχει μειωθεί κατά πολύ η ανάγκη παραμονής στο νοσοκομείο ή η ανάγκη για υποβολή σε χειρουργικές διαδικασίες ή επίπονες διαγνωστικές μεθόδους.
Γενικά στις μέρες μας απολαμβάνουμε περισσότερα χρόνια ζωής ενώ ταυτόχρονα παραμένουμε ενεργοί και παραγωγικοί πολίτες δίχως να εξαρτόμαστε για πολλά χρόνια από τη φροντίδα άλλων ατόμων.
Για όλους τους πιο πάνω λόγους οι πλείστες Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θεωρούν τις δαπάνες για την υγεία ως επένδυση. Η γενική κατάσταση υγείας του πληθυσμού θεωρείται εθνικός πλούτος και συνυπολογίζεται μαζί με άλλες παραμέτρους στον υπολογισμό της ευημερίας. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν που οι πιο πολλές Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις δαπανούν σημαντικό μέρος του ΑΕΠ ως επένδυση στην υγεία. Τα πλείστα κράτη ευνοούν τη γρήγορη και ισότιμη πρόσβαση των πολιτών τους σε καινοτόμα φάρμακα και θεραπείες διότι γνωρίζουν τα πολλαπλά οφέλη που αποκομίζει τόσο ο ασθενής ως άτομο, όσο και η κοινωνία γενικότερα από τη χρήση τέτοιων φαρμάκων.
Γράφει:Πέτρος Α. Μαυρογένης