Αφού αρχίσαμε να μιλάμε περισσότερο για την Ομοσπονδία το τελευταίο διάστημα, θα ήταν χρήσιμο να εισέλθουμε και σε βαθύτερα ζητήματα.
Ένα θέμα που κατέχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον είναι το πόσο «συμμετρικό» είναι το κάθε Ομοσπονδιακό σύστημα. Ως συμμετρία μπορεί να ονομαστεί ο βαθμός συμμόρφωσης και αμοιβαιότητας στις σχέσεις μεταξύ των συμβαλλομένων μερών αλλά καθώς και η θέση έκαστου εντός του Ομοσπονδιακού συστήματος. Κατά αντίθετο τρόπο, η ασυμμετρία αντανακλά στην ανομοιομορφία αυτών των σχέσεων. Η ασυμμετρία είναι δυνατό να πηγάζει από το Ομοσπονδιακό σύνταγμα ή να εμφανίζεται εξελικτικά στην πρακτική εφαρμογή του.
Όπως, ορθά, έχει διατυπωθεί πολλές φορές, η κάθε Ομοσπονδία είναι διαφορετική και ως εκ τούτου τόσο ο βαθμός συμμετρίας όσο και οι λόγοι που παράγουν ασυμμετρίες είναι διαφορετικοί στην κάθε περίπτωση. Ωστόσο, η ασυμμετρία των Ομοσπονδιακών συστημάτων διακρίνεται σε δύο είδη. Την dejure ή Συνταγματική Ασυμμετρία και την defacto ή Πολιτική Ασυμμετρία.
Στη Συνταγματική ασυμμετρία, το σύνταγμα αναθέτει ανομοιόμορφες αρμοδιότητες στις συνιστώσες μονάδες. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση του Καναδά, όπου η γαλλόφωνη επαρχία του Κεμπέκ λειτουργεί ως ξεχωριστή κοινωνία σε σχέση με τις υπόλοιπες περιφέρειες. Η Ρωσική ομοσπονδία αποτελεί, επίσης, ένα πολύπλοκο παράδειγμα ασυμμετρίας. Το σύνταγμα της Ρωσίας καθορίζει 83 συνιστώσες μονάδες, που ανήκουν σε 6 διαφορετικούς τύπους. Ο κάθε τύπος συνιστώσας μονάδας απολαμβάνει μεγαλύτερη ή λιγότερη αυτονομία. Εντούτοις ακόμα και σε αυτή την πολύπλοκα ασύμμετρη Ομοσπονδία, η πολτική ισότητα των υποκειμένων, διασφαλίζεται με την ισότιμη εκπροσώπηση στο Ομοσπονδιακό Συμβούλιο (Άνω Βουλή). Η εκπροσώπηση στη Δούμα (Κάτω Βουλή) γίνεται με πληθυσμιακά κριτήρια. Θα ήταν λάθος να εκλαμβάνεται η dejure ασυμμετρία ως στοιχείο που ωθεί στο διαχωρισμό. Αντίθετα, στις περισσότερες περιπτώσεις, έχει χρησιμοποιηθεί ως μέθοδος συγκράτησης στην Ομοσπονδία, συγκροτημένων ομάδων που επιθυμούσαν μεγαλύτερη αποκέντρωση ή αυτονομία όπως είναι το παράδειγμα της Ισπανίας.
Στο βαθμό όπου οι ασυμμετρίες δεν μπορούν να προβλεφθούν εξ αρχής, είναι πολύ πιθανόν να προκύψουν εξελικτικά κατά την εφαρμογή των Ομοσπονδιακών συστημάτων. Η de facto ασυμμετρία μπορεί να είναι αποτέλεσμα της επίδρασης πολιτικών, πολιτιστικών, οικονομικών, δημογραφικών και κοινωνικών συνθηκών. Θα μπορούσε όμως να προκύψουν και λόγω εξωγενών παραγόντων όπως η τάση άλλων κρατών για προσάρτηση συγκεκριμένων περιοχών ή ακόμα και γιατί μια περιφέρεια του Ομόσπονδιακού κράτους έχει πληγεί από φυσική καταστροφή. Οι συνθήκες αυτές, όπως είναι ο πλούτος, η αύξηση του πληθυσμού ή ένας σεισμός, αναπόφευκτα επηρεάζουν τη σχετική ισχύ και επιρροή των συνιστώσων μονάδων που συνθέτουν μια ομοσπονδία. Συνεπώς, επηρεάζονται οι σχέσεις μεταξύ τους, καθώς και με τα Ομοσπονδιακά όργανα. Αυτού του είδους οι ασυμμετρίες μπορεί να είναι προσωρινές ή και αναστρέψιμες. Ωστόσο είναι δυνατόν να ενταθούν σε τέτοιο βαθμό που μπορεί να γεννήσουν εσωτερικά ανώμαλες καταστάσεις όπως είναι αιτήματα για Συνταγματικές τροποποιήσεις, μεγαλύτερη αυτονομία ή και απόσχιση από το Ομοσπονδιακό κράτος. Η Γερμανία είναι ένα παράδειγμα Ομοσπονδιακού κράτους στο σύνταγμα του οποίου κατοχυρώνεται πλήρως η συμμετρία μεταξύ των κρατιδίων και της Ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Είναι όμως γεγονός ότι πληθυσμιακή ισχύς και η οικονομική ανάπτυξη κάποιων κρατιδίων διαμορφώνει defacto ασυμμετρίες. Παρόλα αυτά, μια τροποποίηση στο Ομοσπονδιακό σύνταγμα αναθέτει στην Ομοσπονδιακή κυβέρνηση την ευθύνη να παρεμβαίνει σε περιπτώσεις που δύνανται να επηρεάσουν την ισότητα και την ομοιογένεια του κράτους.
Θα ήταν ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι το ζήτημα της «ασυμμετρίας» τροφοδοτεί τη συζήτηση σχετικά με την ανάπτυξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε πολλαπλές ταχύτητες. Στην περίπτωση της Κύπρου η συζήτηση για συμπερίληψη ασύμμετρων προνοιών στο Ομοσπονδιακό σύνταγμα θα πρέπει να αφορά αποκλείστηκα και μόνο θέματα που θα ενισχύουν την ενότητα του κράτους. Επιπρόσθετα θα πρέπει να περιληφθεί πρόνοια στο Ομοσπονδιακό σύνταγμα, ότι τόσο οι δύο κοινότητες όσο και η Ομοσπονδιακή κυβέρνηση θα δρουν προληπτικά και θα παρεμβαίνουν για να αποτρέψουν καταστάσεις η παγίωση των οποίων ενδέχεται να αποτελέσει γενεσιουργό αιτία διαχωρισμού από την Ομοσπονδία.
Γράφει: Πέτρος Κλεάνθους