Home Παναγιώτης Σταυρινίδης Τα αηδόνια δεν σ’αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες, του Παναγιώτη Σταυρινίδη

Τα αηδόνια δεν σ’αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες, του Παναγιώτη Σταυρινίδη

heatwave

Στις εφτά το απόγευμα το είχα αποφασίσει. Τέρμα η εισφορά στην ΑΗΚ, η (κατά)χρηση του κλιματιστικού με καθιστούσε πλέον και επίσημα στους μεγάλους ευεργέτες της εταιρείας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.



Σκέφτηκα ότι ποτέ δεν είχα καταλάβει γιατί η ΑΗΚ λέγεται Αρχή Ηλεκτρισμού και όχι Εταιρεία ή Οργανισμός. Από την άλλη, συνειδητοποίησα ότι ως Αρχή έχει ένα άλλο στάτους, αποκτά κάτι σαν θεσμικό χαρακτήρα. Αλλιώς είναι να σου κόβει το ρεύμα μια Αρχή και αλλιώς μια εταιρεία. Στην εταιρεία ίσως να σκεφτείς να πεις ας πάει στα τσακίδια, με τις αρχές όμως δεν τα βάζεις ποτέ.
Έκλεισα με θλίψη το κλιματιστικό, νομίζω το άκουσα να ξεφυσάει καιρός ήταν, πήρα βαθιά ανάσα, και άνοιξα με όχι πολλή αυτοπεποίθηση την πόρτα του μπαλκονιού.
Αυτό που φοβόμουν.
Το δροσερό αεράκι που περίμενα ήταν μια πλάνη, αντίθετα ένα κύμα καυτού αέρα μπήκε με θράσος στο σαλόνι. Αμέσως θόλωσαν τα γυαλιά μου, τα καλοκαίρια πάντα μου συμβαίνει αυτό. Για μερικά δευτερόλεπτα ήμουν για μια ακόμα φορά μεταξύ της επιλογής να βγάλω τα γυαλιά και να μη βλέπω τίποτα και να συνεχίσω να τα φοράω χωρίς πάλι να βλέπω μέσα από αυτά. Ποτέ δεν επιλέγω συστηματικά, συνειδητοποίησα.
Μετά από σαράντα περίπου βασανιστικά δευτερόλεπτα επανήλθε η όρασή μου, το διαμέρισμά μου είχε κιόλας χάσει την δροσιά του κλιματιστικού, σκέφτηκα να κάτσω στο μπαλκόνι, σοφά όμως απέρριψα αυτή την σκέψη. Η ζέστη ήταν ακόμα αφόρητη.
Για ένα ακόμα καλοκαίρι θυμήθηκα πόσο middle east είναι αυτός ο τόπος. Ευρώπη πάντως κλιματικά, δεν τον λες. Από άποψη καιρού, πιο οικεία ένιωσα όταν κατέβηκα για πρώτη φορά καλοκαίρι στο Port Said, παρά στο Schiphol. 
Ειδήσεις πάντως, ακόμα υπάρχουν. Ίσως γιατί δεν έχει μπει ακόμα ο Αύγουστος, υπέθεσα. Στην τηλεόραση οι εκφωνητές των ειδήσεων ανακοίνωναν την άφιξη του μηχανισμού, με ύφος που σκέφτηκα να πεταχτώ μέχρι το αεροδρόμιο να τον γνωρίσω.
Στην Αγία Νάπα ο μόνος αυτόπτης μάρτυρας του φονικού ήταν ένας Βρετανός σε κατάσταση μέθης. Η εκδίκηση της ειρωνίας, σκέφτηκα. Πόσο πιο στερεότυπο μπορεί να υπάρχει από καλοκαίρι στην Αγία Νάπα με βρετανούς να ξερνάνε στα πεζοδρόμια. Προσπαθώ να φανταστώ την κατάθεσή του στην αστυνομία. Τι να σας πω, στο όγδοο πάϊντ και κάπου στην δέκατη τρίτη εγχώρια τεκίλα, βγήκα νηφάλιος από το μπαρ ψάχνοντας το γαστρεντερικό μου σύστημα μέσα σε μια γλάστρα.
Τελικά η Ελλάδα δεν προκρίθηκε, η Μέρκελ το χάρηκε, και ο Χελάκης δεν χρειάστηκε να επαναλάβει πόσο καλοί εραστές είναι αυτοί που σας χρωστάνε. Ευτυχώς, κατέληξα. Μια νίκη στο ποδόσφαιρο επί της Γερμανίας θα μου έδινε προσωρινή χαρά για το αθλητικό επίτευγμα και ανείπωτη ντροπή που μιλάω ακόμα ελληνικά. Προτίμησα την ήττα, σκέφτηκα με βεβαιότητα.
Και μέσα σε όλα αυτά, η νέα ελληνική κυβέρνηση, που την περίμενα με μεγαλύτερη αγωνία και από την Έλλη Στάη, βρέθηκε στο νοσοκομείο αντί στην σύνοδο κορυφής. Εδώ, η προεκλογική εκστρατεία αρχίζει δειλά να παίρνει την σκυτάλη από την Ελλάδα, και ένας γερμανός δημοσιογράφος ρωτάει αν η Κύπρος είναι προς πώληση. Φυσικά και είναι, θα του απαντούσα ψύχραιμα. Όταν η μαλακία μπερδεύεται με το χιούμορ και το οικονομικό ρεπορτάζ, πως αλλιώς να απαντήσεις. Με μαλακία πρέπει να απαντήσεις. 
Η οικονομία είναι ψυχολογία, επαναλάμβανε το γνωστό κλισέ ένας γνωστός αναλυτής τις προάλλες. Δεν διαφωνώ. Και η ψυχολογία όμως, άμα το σκεφτείς λίγο, είναι (και) οικονομία. Πως αλλιώς να εξηγήσεις την αύξηση των αυτοκτονιών και των ανθρώπων που υποφέρουν από κατάθλιψη, σε μια περίοδο που η μεσαία τάξη στην Ελλάδα έχει εξαφανιστεί, και στους υπόλοιπους εμάς του νότου κινδυνεύει; 
Σε τέτοιες μέρες του καλοκαιριού, οι απαντήσεις είναι πιο δύσκολες. Σκέφτομαι όμως τελικά, εάν στην προσπάθεια των χωρών να σώσουν τις οικονομίες τους, χάσουν στην διαδρομή τις κοινωνίες. Γιατί, μια οικονομία θα μπορέσεις, αργά ίσως, να την επαναφέρεις σε ισορροπία. Αναρωτιέμαι όμως πόσο εύκολο θα είναι να επαναφέρεις σε ισορροπία, μια ολόκληρη κοινωνία.
Τα αηδόνια δεν σ’αφήνουνε να κοιμηθείς στις Πλάτρες, ισχυριζόταν κάποτε ο Σεφέρης. 
Η ζέστη της Λευκωσίας να δεις, του απάντησα με ενοχές, κοιτάζοντας το κλιματιστικό.

Γράφει: Παναγιώτης Σταυρινίδης