Home Παναγιώτης Χαραλάμπους Αριστερά και Κράτος. Του Παναγιώτη Χαραλάμπους

Αριστερά και Κράτος. Του Παναγιώτη Χαραλάμπους

Για δεκαετίες η ιδεολογική αντιπαράθεση μεταξύ δεξιάς και αριστεράς επικεντρωνόταν και ακόμη επικεντρώνεται γύρω από την έννοια του κράτους.


 

Οι μεν να θεωρούν το κράτος ως τροχοπέδη στην οικονομική πρόοδο, πηγή διαπλοκής και διαφθοράς και καταφύγιο του κάθε αργόσχολου και χαραμοφάη, οι δε τον προστάτη του δημοσίου συμφέροντος, των αδύναμων τάξεων και της κοινωνικής συνοχής. Ως εκ τούτου οι αντιπαραθέσεις επί των πλείστων θεμάτων περιστρέφονταν γύρω από το λιγότερο η περισσότερο κράτος, λιγότερες η περισσότερες κρατικές ενισχύσεις και λιγότερες η περισσότερες κρατικές παρεμβάσεις. Οι αντιλήψεις της δεξιάς για το κράτος πηγάζουν από τις φιλελεύθερες και νεοφιλελεύθερες σχολές σκέψης σε συνδυασμό με τις συντηρητικές ηθικές νόρμες που προστάζουν ότι μια στρωματοποιημένη κοινωνία είναι ηθικά αποδεκτή, η ελευθερία στο πράττειν πρέπει να κατοχυρώνεται και η επικράτηση του εκ φύσεως καλύτερου πρέπει να διασφαλίζεται πάση θυσία. Από την άλλη η αριστερά ωθούμενη από τις αρχές της κοινωνικής ισότητας  και έχοντας ως παράδειγμα τον υπαρκτό σοσιαλισμό και την επιβολή του μέσω του κράτους αναπτύσσει τις φιλοκρατικές τις αντιλήψεις και να τάσσεται υπέρ κάθε τι κρατικού. Ενώ όμως η μείωση της κρατικής παρέμβασης έχει αποδεδειγμένα οδηγήσει σε μεγιστοποίηση της οικονομικής παραγωγής με όλα τα συνεπακόλουθα όπως υπερσυσσώρευση πλούτου, αύξηση της ανισότητας και όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων, τίθεται το ερώτημα αν ο κρατισμός, ως μέσο της εξασφάλισης, μπορεί να αποτελέσει το αντίβαρο στον μετασχηματισμό της κοινωνίας σε ένα περιβάλλον που πλέον θα ρυθμίζεται με το δίκαιο του ισχυρού.

Η βασική κριτική της αριστεράς στο καπιταλιστικό σύστημα βασίζεται στις υφιστάμενες σχέσεις παραγωγής και στην άδικη κατανομή του πλούτου ως αποτέλεσμα αυτών. Ο κύριος πολιτικός της στόχος είναι η εγκαθίδρυση νέων σχέσεων παραγωγής οι οποίες θα επιφέρουν μεγαλύτερη κοινωνική ισορροπία και ιδεατά θα επιτύχουν την ισότητα μεταξύ των πολιτών. Μπορεί όμως ένα ισχυρό κράτος να πετύχει κάτι τέτοιο; Η απάντηση είναι πως δυστυχώς όχι. Η αντιπαράθεση κρατικού και ιδιωτικού ελάχιστα διαφοροποιεί κάτι στις σχέσεις παραγωγής. Και αυτό γιατί η βασική σχέση παραγωγής είναι η σχέση ιδιοκτήτη-εργαζόμενου. Με απλοϊκούς όρους, σε αυτή την σχέση ο ιδιοκτήτης καρπώνεται τα αποτελέσματα της εργασίας του εργαζόμενου και εργαζόμενος ανταμείβεται με τον ανάλογο μισθό. Με αυτή την ρύθμιση των σχέσεων ο εργαζόμενος παραιτείται κάθε δικαιώματος και αποσυνδέεται πλήρως από το αποτέλεσμα της εργασίας του. Υπό αυτή την οπτική το κράτος ως φορέας οικονομικής δραστηριότητας ελάχιστα διαφέρει από μια μεγάλη δημόσια εταιρία. Απλά αντικαθίσταται η ορολογία μέτοχος με τις ορολογίες φορολογούμενος και ψηφοφόρος. Οι φορολογούμενοι/ψηφοφόροι είναι απλά ex officio μέτοχοι σε μια μεγάλη δημόσια εταιρία που ονομάζεται κράτος. Από αυτή την εταιρία αποκλείονται μια σειρά ομάδων οι οποίες στερούνται δικαιώματος ψήφου και συμμετοχής, όπως οι μετανάστες, μετατρέποντας έτσι το κράτος σε μια εταιρία που δεν ανήκει σε αντικειμενικά όλους αλλά εκπροσωπεί τα συμφέροντα της μερίδας της κοινωνίας που είναι μέτοχοι.

 Από εκεί και πέρα οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν διαφέρουν καθόλου από τους υπαλλήλους μιας δημόσιας εταιρίας όπως πχ η Τράπεζα Κύπρου. Η μόνη διαφορά του κράτους με την Τράπεζα Κύπρου είναι ότι το κράτος έχει πολύ περισσότερους μετόχους. Η παραγωγική δομή όμως παραμένει η ίδια. Ως αποτέλεσμα αυτής της αποξένωσης, τα αποτελέσματα της εργασίας, ιδιαίτερα όταν είναι θετικά, ελάχιστα επηρεάζουν τους φορείς της, τους ίδιους τους εργαζόμενους, με αποτέλεσμα αυτοί να οχυρώνονται πίσω από τα προσωπικά κεκτημένα της εργασίας την οποίας πουλούν παρά να συντάσσονται με τα ευρύτερα συμφέροντα του ίδιου του οργανισμού. Έχουν ως αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να οχυρώνονται πίσω από μισθούς, συντάξεις, εφάπαξ, άδειες και άλλα κεκτημένα άμεσα συνδεδεμένα με την προσωπική τους επιτυχίας και τα οποία καμιά σχέση δεν έχουν με την επιτυχία του οργανισμού τον οποίο υπηρετούν.

Η αριστερά ως φορέας κοινωνικού μετασχηματισμού πρέπει να ξεφύγει από τον μονόδρομο του κρατισμού και να αντιληφθεί ότι κοινωνικοποίηση και κρατικοποίηση δεν αποτελούν ισοδύναμες έννοιες. Η αριστερά πρέπει πλέον να θέσει απαίτηση για πραγματική κοινωνικοποίηση της εργασίας και των αγαθών που απορρέουν από αυτή. Η αριστερά στα διλήμματα της δημόσιας και ιδιωτικής υγείας και παιδείας θα πρέπει να αντιτάξει εναλλακτικές προτάσεις πέρα από τους δύο μονόδρομους. Για παράδειγμα, θα πρέπει να τολμήσει να προτείνει και να στηρίξει αυτονόμηση δημόσιων οργανισμών όπως νοσηλευτηρίων και εκπαιδευτικών ιδρυμάτων που θα διακυβερνούνται από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Τα νοσοκομεία θα πρέπει να ανήκουν στους ίδιους τους γιατρούς και τους νοσοκόμους που τα λειτουργούν. Τα εκπαιδευτικοί οργανισμοί όπως τα πανεπιστήμια και τα σχολεία πρέπει να διοικούνται από τους εκπαιδευτικούς που διδάσκουν σε αυτά. Με την ίδια λογική η αριστερά πρέπει να κινηθεί και για το θέμα των ημικρατικών οργανισμών. Οι ημικρατικοί οργανισμοί πρέπει να περάσουν στα χέρια αυτών που τους έκτισαν. Ούτε στο κράτος, ούτε σε ιδιώτες. Στους εργαζόμενους. Και με αυτή την πυξίδα η αριστερά οφείλει να πορευτεί σε όλα τα θέματα που ταλανίζουν την κοινωνία. Η παραγωγή πρέπει να διοικείται από τους παραγωγούς και όχι από τους μετόχους. Οι πόλεις και οι γειτονιές πρέπει να ανήκουν στους κατοίκους. Ούτε στο κτηματολόγιο, ούτε στην πολεοδομία, ούτε και στους επιχειρηματίες. Τα ίδια πρέπει να ισχύσουν και αλλού. Τα αθλητικά σωματεία στους αθλητές και τα μέλη τους, τα θέατρα στους ηθοποιούς και οι εφημερίδες στους δημοσιογράφους. Ούτε σε επενδυτές αλλά ούτε και στο κράτος.

Δυστυχώς η τελευταία δεκαετία έριξε ταφόπλακα στην ιδεολογική διαμάχη του κρατισμού με την ιδιωτική πρωτοβουλία. Βιώσαμε την τραγική αποτυχία και των δύο. Είδαμε ιδιωτικές επιχειρήσεις μεγαθήρια να καταρρέουν και ταυτόχρονα είδαμε δημόσιους οργανισμούς να αδυνατούν να επιβιώσουν. Μάθαμε ότι δυστυχώς κανένα από τα δύο μοντέλα δεν υπερτερεί του άλλου. Φορείς διαφορετικού καθεστώτος ο καθένας, βασισμένοι όμως όλοι στο ίδιο ιδιοκτησιακό μοντέλο. Του ιδιοκτήτη/μετόχου από την μια και του εργαζόμενου από την άλλη. Μέσα σε αυτή την γενικευμένη αποτυχία, η αριστερά οφείλει να προχωρήσει παραπέρα και να ρίξει στην αρένα της ιδεολογικής αντιπαράθεσης νέες ιδέες. Η μάζα των εργαζομένων και πολιτών πρέπει να ξεφύγει από το καθεστώς του παρατηρητή των αποφάσεων αλλά να γίνει ο φορέας τους. Ο ιδιωτικός υπάλληλος πρέπει να σταματήσει να είναι έρμαιο στις αποφάσεις των αφεντικών του, ο δημόσιος υπάλληλος θα πρέπει να πάψει να αδιαφορεί για τις ενέργειες του πολιτικού του προϊστάμενου και ο δημότης πρέπει να σταματήσει να γίνεται έρμαιο στις ορέξεις του Δημάρχου. Η αριστερά πρέπει να προωθήσει ιδέες οι οποίες θα καταστήσουν τον εργαζόμενο επίκεντρο της παραγωγικής διαδικασίας και τον πολίτη επίκεντρο της πολιτικής  και κοινωνικής ζωής. Γιατί μόνο έτσι το όραμα για κοινωνική ισότητα μπορεί να γίνει επίκαιρο ξανά.

Γράφει: Παναγιώτης Χαραλάμπους