Home Νίκος Τριμικλινιώτης Η Ρατσιστική επίθεση, οι ευθύνες των ιθυνόντων και της κοινωνίας. Του Νίκου...

Η Ρατσιστική επίθεση, οι ευθύνες των ιθυνόντων και της κοινωνίας. Του Νίκου Τριμικλινιώτη

racismtrim

 


Μια καταγγελία στην Αρχή κατά του Ρατσισμού

Παρακολουθώ την έντονη συζήτηση που ξέσπασε μετά τη ρατσιστική συμπεριφορά από μερίδα οπαδών του ΑΠΟΕΛ σε βάρος του ποδοσφαιριστή Μίκαελ Ποτέ την Κυριακή 30.11.2014 και την αδικαιολόγητη και παράνομη τιμωρία του θύματος, του ποδοσφαιριστή, από το διαιτητή.

Από τη συζήτηση αυτή εξάγονται συγκεκριμένα συμπεράσματα. Επιβάλλεται επιτακτικά όπως ξεριζώσουμε το ρατσιστικό έγκλημα από το ποδόσφαιρο. Αυτό όμως απαιτεί, πέρα από τις φραστικές καταδίκες τις γενικόλογες τοποθετήσεις, συγκεκριμένα, άμεσα και αποφασιστικά μέτρα. Μόνο έτσι θα έχουμε ουσιαστική πρόοδο και τη νίκη κατά του ρατσιστικού και νεοναζιστικού εκτρώματος στην ευρύτερη κοινωνία.

Η καταπολέμηση του ρατσισμού στα γήπεδα ως υπεράσπιση της κοινωνίας

Καταρχάς καταγράφω στα θετικά το γεγονός ότι υπήρξε καθολική καταδίκη του περιστατικού και της όλης συμπεριφοράς. Θετική θεωρώ και τη σαφή δήλωση από τη διοίκηση του ΑΠΟΕΛ που απολογείται στον ποδοσφαιριστή, διαχωρίζει πλήρως τη θέση της ομάδας από τους ρατσιστές, τονίζοντας ότι θα παρθούν αποφασιστικά μέτρα για την τιμωρία των ενόχων. Παρά τα όσα οι εκπρόσωποι του σωματίου/εταιρείας δηλώνουν για όσα θετικά έχουν πράξει (π.χ. το φιλμάκι ενάντια στο ρατσισμό κτλ), τόσο το ίδιο το περιστατικό, όσο το ότι υπήρχαν απαγορευμένα φασιστικά σύμβολα στον συγκεκριμένο αγώνα που έχουν καταγγελθεί, αποδεικνύουν ότι έχει αποτύχει από τον να ξεριζώσει το κακό του ρατσισμού και των νεοναζιστικών πυρήνων από τους οργανωμένους φιλάθλους του. Είναι δεκάδες τα παραδείγματα επιθέσεων ενάντια σε Τουρκοκύπριους, Τούρκους αθλητές, μετανάστες, ακόμα και ενάντια σε Κύπριους που μοιάζουν με μετανάστες έξω από το οίκημα του ΑΠΟΕΛ. Επομένως, αν εννοεί αυτό που δηλώνει η διοίκηση, αναμένουμε να δούμε τα μέτρα που θα ληφθούν.

Δεύτερο, παρατηρώ ότι αντί να διεξαχθεί συζήτηση ως προς τους τρόπους για να ξηλωθεί ο ρατσισμός από τα γήπεδα μας, πολύς χρόνος και ενέργεια αναλώθηκαν γύρω από την ανακριβή δήλωση εκπροσώπου της διοίκησης της Ομόνοιας που προφανώς εσφαλμένα μίλησε για «15,000 ρατσιστές». Ευτυχώς, έχουμε μόνο μια μικρή ομάδα συνειδητοποιημένων ρατσιστών στη Κύπρο. Ούτε  η υπερβολή ή διόγκωση, αλλά ούτε και η υποτίμηση ή παραγνώριση της έκτασης του προβλήματος ωφελεί. Το στοίχημα είναι να γίνει συνείδηση στη καταπληκτική πλειοψηφία των φιλάθλων και των σωματείων τους που είναι δημοκράτες να απομονώσουν τους συνειδητούς ρατσιστές και να καταστήσουν σαφές ότι από τούδε και στο εξής θα επιδείξουν μηδενική ανοχή στο ρατσισμό, ως οφείλουν. Αυτό επιβάλλει καθολική προσέγγιση και συνδυασμό κοινωνικών και ποινικών μέτρων. Μόνο έτσι θα εκδιωχτούν τα εγκληματικά αυτά στοιχεία από τα γήπεδα.

Τρίτο, αρνητικό θεωρώ ότι στη συζήτηση ορισμένοι αποπειρώνται να εξισώσουν, να συγκρίνουν ή να συσχετίσουν το ευρέως διαδομένο υβρεολόγιο του γηπέδου με το ρατσισμό. Αυτά τα δύο φαινόμενα δεν συγκρίνονται. Καταδικαστέες και απαράδεκτες είναι ασφαλώς οι λογής ύβρεις και βωμολοχίες, ωστόσο αποτελούν εντελώς διαφορετικής ποιότητας  φαινόμενο σε σύγκριση με το ρατσισμό που αποτελεί σοβαρή εγκληματική πράξη. Παρομοίως επιχειρείται να συγκριθεί ο ρατσισμός με την οπαδική βία. Προωθείτε δε ο σχολιασμός  περί «χούλιγκαν» και «ανεγκέφαλων». Σήμερα πια, αυτοί  οι χαρακτηρισμοί όχι μόνο είναι ανεπαρκείς, όχι μόνο δεν βοηθούν αλλά αποπροσανατολίζουν,  παραπλανούν και συσκοτίζουν: αν όπως πολλοί ισχυρίζονται είναι «ανεγκέφαλοι», τότε οι οπαδοί αυτοί δεν έχουν καμιά ευθύνη – αφού δεν έχουν μυαλό.

Η πραγματικότητα ωστόσο είναι άλλη: Υπάρχουν ορισμένοι συνειδητοποιημένοι ρατσιστικοί και νεοφασιστικοί πυρήνες που κρύβονται πίσω από την ανωνυμία. Ωστόσο, υπάρχει και ο λανθάνων ρατσισμός που βασίζεται στις  αρνητικές παρακαταθήκες ιδεολογιών που αποκλείουν ή υποτιμούν τους άλλους, προκαταλήψεις και άλλες κοινωνικές πεποιθήσεις και πρακτικές.

Δεν χαρίζουμε ούτε ένα που είναι νοήμον και δημοκράτης στους ρατσιστές, με τους οποίους μας χωρίζει άβυσσος. Η εξάλειψη του ρατσισμού από το γήπεδο και των νεοναζιστικών γκρουπούσκουλων που κρύβονται στο πλήθος αποτελεί δημοκρατική ανάγκη για υπεράσπιση της κοινωνίας.

Η Αρχή κατά του Ρατσισμού καλείται να παρέμβει και να πάρει μέτρα

Από τη συζήτηση αυτή δεν μπορεί να απουσιάζει μια σαφής τοποθέτηση της αρμόδιας αρχής επί του θέματος, της Αρχής κατά του Ρατσισμού και των Διακρίσεων. Είναι με αυτό το σκεπτικό που καταγγέλλω στην αρχή το χειρισμό του θέματος από (α) τις αρχές του γηπέδου και την αστυνομία (β) τους διαιτητές του αγώνα Δημήτρη Μασιά και Θωμά Μούσκο για τις εξής παραβιάσεις των καθηκόντων τους, το σύνταγμα  και τους νόμους:

  • Απέτυχαν να προστατεύσουν τον παίκτη από τη ρατσιστική συμπεριφορά.
  • Απέτυχαν να προστατεύσουν τους φιλάθλους από το ρατσισμό και να στείλουν ένα σαφές και αποφασιστικό μήνυμα κάνοντας ότι είναι αναγκαίο για να τιμωρηθούν οι ένοχοι και να προστατευτεί το άθλημα.

Πρώτο, η Αρχή κατά του Ρατσισμού οφείλει να υποδείξει τα σοβαρά ποινικά παραπτώματα που υπάρχουν στην προκειμένη περίπτωση. Οφείλει λοιπόν  παραπέμψει τη πτυχή αυτή στο Γενικό Εισαγγελέα, ο οποίος προφανώς δεν έχει λάβει τα μνήματα των καιρών και προχωρήσει σε ποινικές διώξεις κατά των ρατσιστών και των νεοναζιστών.  Υπάρχει ποινικό αδίκημα με βάση το άρθρο ν41(β)) του  ποινικού κώδικα και του νόμου που μεταφέρει την Ευρωπαϊκή Απόφαση Πλαίσιο για την καταπολέμηση του ρατσισμού μέσω του ποινικού δικαίου (νόμος 134(I)/2011), ο οποίος προβλέπει σαφώς βαρύτερες ποινές μέχρι 5 χρόνια και που ποινικοποιεί και την υποβοηθητική προς τους ρατσιστές στάση του διαιτητή. Σχετικός είναι επίσης ο νόμος Ν. 11(III)/92 που ενσωματώνει τη Σύμβαση του ΟΗΕ για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων (UN Convention on the Elimination of All Forms of Racial Discrimination).

Υπάρχει ζήτημα και για την Αστυνομία: Ποια η στάση της  αστυνομίας την ώρα του περιστατικού; .Κατά τη συζήτηση στη βουλή για την Απόφαση Πλαίσιο για το ρατσισμό, πολέμησε και κέρδισε το δικαίωμα να μπορεί να κινήσει διαδικασίες ακόμα και όταν δεν έχει λάβει συγκεκριμένο παράπονο. Οπόταν τώρα από την αστυνομία πρέπει να αναμένουμε και να απαιτούμε κινήσεις.

Δεύτερο, παρά το ότι Νόμος 59(Ι)/2004 δεν δημιουργεί ποινικά αδικήματα και έχει εφαρμογή μόνο σε συγκριμένους τομείς, ωστόσο δίνει νομικές διεξόδους στα θύματα και τους επηρεαζόμενους. Υπήρξε σαφής παραβίαση του νόμου Περί Ίσης Μεταχείρισης (Φυλετική ή Εθνοτική Καταγωγή) Νόμος του 2004 (59(I)/2004), ο οποίος απαγορεύει τις διακρίσεις και επιβάλλει την ευθύνη σε «όλα τα πρόσωπα του δημοσίου και του ιδιωτικού τομέα, συμπεριλαμβανομένων των δημοσίων φορέων, των Αρχών Τοπικής Αυτοδιοίκησης και των οργανισμών δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου» σε σχέση με τα «τις εργασιακές συνθήκες και τους όρους απασχόλησης» (άρθρο 4(γ)). Ο κ. Ποτέ εργάζεται ως ποδοσφαιριστής και έχει το δικαίωμα να απολαμβάνει ίσα δικαιώματα και προστασία όπως όλοι οι άλλοι.   Ωστόσο, πέραν του ότι υπήρξε θύμα ρατσιστικής χλεύης και ύβρεως, συμπεριφορές που ρητά απαγορεύονται από τους κανονισμούς της ΚΟΠ, υπήρξε θύμα σοβαρής ρατσιστικής παρενόχλησης. Σύμφωνα με τον νόμο «παρενόχληση» σημαίνει «ανεπιθύμητη συμπεριφορά λόγω φυλετικής ή εθνοτικής καταγωγής με σκοπό ή αποτέλεσμα την προσβολή της αξιοπρέπειας προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος».

Οι διαιτητές και οι αρχές του γηπέδου είχαν τη νομική ευθύνη να προστατευόσουν τον ποδοσφαιριστή. Η ευθύνη αυτή σήμαινε να διακοπεί ο αγώνας και να εκκενωθεί το γήπεδο από τους ενόχους. Αντί αυτού, η διαιτησία προχώρησε ακριβώς στην αντίθετη κατεύθυνση τιμωρώντας τον παίχτη με κιτρίνη κάρτα όταν δυσανασχετώντας αντέδρασε στη ρατσιστική επίθεση. Με την πράξη του αυτή ο διαιτητής συνέδραμε στην επιδείνωση της παρενόχλησης και είχε ως αποτέλεσμα την περεταίρω «προσβολή της αξιοπρέπειας προσώπου και τη δημιουργία εκφοβιστικού, εχθρικού, εξευτελιστικού, ταπεινωτικού ή επιθετικού περιβάλλοντος». Επομένως, καταγγέλλω τους διαιτητές για ρατσιστική συμπεριφορά και την «νομιμοποίηση» της ρατσιστικής παρενόχλησης. Καταγγέλλω επίσης τις αρχές του γηπέδου που ανέχθηκαν και επέτρεψαν την παρενόχληση αυτή.

Τρίτο, καταγγέλλω τη διαιτησία και τις αρχές για την αθέτηση του καθήκοντος τους να προσφέρουν απρόσκοπτη πρόσβαση στο θέαμα του ποδοσφαίρου, ελεύθερο από ρατσιστικές στρεβλώσεις και τις ιαχές καθώς και ήχων που μιμούνται τη μαϊμού, παραπέμποντας σε φυλετικές θεωρίες ιεραρχίας, υποτίμησης και κατωτερότητας των μαύρων ως πιθήκων. Τόσο όσον αφορά τους ποδοσφαιριστές, ιδίως τον κ. Ποτέ, όσον και το ευρύτερο κοινό που ήταν παρόν αλλά και όσων αγαπούν το σπορ, ο νόμος θεωρεί ρατσιστική διάκριση την παρεμπόδιση στην «πρόσβαση σε αγαθά και υπηρεσίες που είναι διαθέσιμα στο κοινό»: Η δημιουργία ρατσιστικού κλίματος και το φυλετικό υβρεολόγιο αποτελούν ουσιαστικό εμπόδιο στην απόλαυση του θεάματος και επομένως αποτελούν εμπόδιο στην πρόσβαση. Κι αυτό αφορά στους ιθύνοντες δηλαδή όλους έχουν διοικητική ευθύνη στο γήπεδο και της διαιτησίας. 

Με αυτό το σκεπτικό καλώ την αρχής όπως παρέμβει άμεσα και όπως αξιοποιήσει τις εξουσίες που της παρέχει ο νόμος Περί Καταπολέμησης των Φυλετικών και Ορισμένων Άλλων Διακρίσεων (Επίτροπος) Νόμος του 2004 (42(I)/2004)

Γράφει: Νίκος Τριμικλινιώτης