Το ιδιωτικό χρέος στη Κύπρο αποτελεί, τη τελευταία δεκαπενταετία, μια «βραδύκαυστη» βόμβα η οποία, υπό το βάρος της κρίσης του δημοσίου χρέους μπορεί να καταστεί άμεση απειλή για τη κυπριακή οικονομία.
Μια μικρή ματιά στα επίσημα νούμερα, σύμφωνα με τις μετρήσεις της Κομισιόν, αρκεί για να συνειδητοποιήσει κανείς την αποκαρδιωτική κατάσταση: Το χρέος των κυπριακών νοικοκυριών, ενώ πριν μια δεκαπενταετία σχεδόν δεν υπερέβαινε το 60% επί του ΑΕΠ, το 2007 εκτοξεύτηκε στο 200%. Στη παρούσα φάση, η Κύπρος έχει τα δεύτερα πιο υπερχρεωμένα νοικοκυριά εντός της Ευρωζώνης, μετά την Ιρλανδία, με το ιδιωτικό χρέος να ανέρχεται στο 289% του ΑΕΠ. Κοντολογίς, η μέση κυπριακή οικογένεια χρωστάει περισσότερα χρήματα από την αντίστοιχη της στην Εσθονία, στη Ρουμανία και στη Σλοβακία… Στη Ρουμανία, ενδεικτικά, ο βασικός μισθός ανέρχεται, περίπου, στα 1400 ρον, ήτοι 430 ευρώ μηνιαίως…
Η ανισορροπία αυτή της κυπριακής οικονομίας, αποτελεί ένα ζήτημα που απασχολεί έντονα την Ε.Ε. κυρίως γιατί δείχνει να τροφοδοτεί την ιδιωτική κατανάλωση με τις επιμέρους συνέπειες για την οικονομία του τόπου μας. Παράλληλα, η υπέρμετρη ροπή των κυπριακών νοικοκυριών προς το δανεισμό αποτέλεσε μια συνήθεια που συνδέθηκε άμεσα με τον υψηλό δείκτη οικονομικής ευμάρειας που βιώσαμε την τελευταία εικοσαετία με ιστορικά υψηλούς δείκτες. Μιας ευμάρειας όμως, που a priori, δεν μπορούσε να καταστεί διατηρήσιμη και φυσικά μιας ευμάρειας που συνδέεται αναπόφευκτα με πτυχές της κοινωνικής ζωής και των συνηθειών της.
Συνήθως, το δημόσιο χρέος βαδίζει «αγκαζέ» με το ιδιωτικό προς την πληθωριστική οικονομία. Η αύξηση των τιμών και του κόστους είναι οι δύο πρώτες συνέπειες με αποτέλεσμα την «απαξίωση του χρέους» (Debt Deflation) όπως χαρακτηριστικά τόνιζαν στις αρχές του προηγούμενου αιώνα μερικοί εκπρόσωποι της σχολής των νεοκλασικών. Η βαθιά οικονομική ύφεση στην οποία μπήκε η Κύπρος αποτελεί τοξικό, αν θέλετε, απότοκο και της ακατάσχετης σπατάλης, μιας λογικής που εμφυσήθηκε στο μέσο πολίτη και τον οδήγησε στο να μπει στη διαδικασία του υπέρμετρου δανεισμού…
Για να μην αυξηθούν περαιτέρω τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια και κατ’ επέκταση, τα επιπρόσθετα αναγκαία για την βιωσιμότητα των τραπεζών κεφάλαια, πράγμα που θα μας οδηγήσει σε ένα ατέλειωτο φαύλο κύκλο, η δέσμευση του Προέδρου Αναστασιάδη είναι σημαντική: «Σε συνεργασία με την Κεντρική Τράπεζα και κατά κύριο λόγο, με τις δυο μεγάλες τράπεζες οι οποίες ζήτησαν κρατική στήριξη, θα επιδιώξω όπως οι τράπεζες, ως πρώτο μέτρο, επιμηκύνουν με νόμιμο και συμβατό με την λειτουργία τους, τρόπο, την περίοδο αποπληρωμής των δανείων, με την πλήρη έγκριση των εποπτικών αρχών».
Εννοείται ότι η επιμήκυνση αυτή, θα αφορά δάνεια που καλύπτονται από εμπράγματες εξασφαλίσεις και επομένως δεν δημιουργούν πιστοδοτικούς κινδύνους. Είναι εμφανές ότι πρόκειται για ένα σοβαρό και πλήρως αιτιολογημένο υπό τις συνθήκες μέτρο ανακούφισης των πολιτών, αφού με την εφαρμογή του θα μειωθεί το ύψος των μηνιαίων και ετήσιων δόσεων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, προς βελτίωση και του γενικού οικονομικού κλίματος. Ανάλογης προσοχής, στο ίδιο πλαίσιο πολιτικής, θα τύχει και το ενδεχόμενο ρύθμισης της καταβολής μόνο των τόκων του δανείου για συγκεκριμένο διάστημα, δίνοντας μια περίοδο χάριτος για τις δόσεις, εφόσον, πάντοτε, το δάνειο θα είναι πλήρως εξασφαλισμένο, ενώ, πρόσθετα, θα υπάρχει βεβαίωση της δυνατότητας του δανειολήπτη να αποπληρώσει το δάνειο του χωρίς να προστίθεται επιβάρυνση στο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.
Το πρόβλημα είναι εδώ και πρέπει να το αντιμετωπίσουμε. Αρχικώς, και κύρια, χωρίς πανικό. Στα πλαίσια της αναδιάρθρωσης της δημοσιονομικής μας πολιτικής δεν πρέπει να χαθούμε μόνο στη μετάφραση των αριθμών αλλά να ερμηνεύσουμε και τη κοινωνική αντίληψη που εμπερικλείεται σε αυτούς. Αν ο κύπριος, υπερχρεωμένος πολίτης, βιώνει τη κρίση στο πετσί του σήμερα σαν απώλεια εκείνων των καταναλωτικών συνηθειών που είχε πριν μια δεκαετία οι οποίες κρίνονται «αχρείαστες», τοξικές κατά βάση ή υπέρμετρα κατασκευασμένες από το κοινωνικό και υπαρξιακό του γίγνεσθαι τότε έχουμε αποτύχει παταγωδώς όλοι μας. Αν όμως ο κύπριος πολίτης, βγει από αυτή τη κρίση δυνατότερος και κυρίως συνειδητοποιημένος αναφορικά με το πώς αντιμετωπίζει τις μελλοντικές του δαπάνες τότε θα έχουμε κάνει και ένα σημαντικό βήμα προς τη κατεύθυνση της συλλογικής ευθύνης απέναντι στις πραγματικές μας ανάγκες.
Η κρίση των νοικοκυριών είναι κατ’ επέκταση κρίση της οικονομίας μας. Για τη δεύτερη έχουν γραφεί και ειπωθεί τα πάντα. Για τη πρώτη κοιταζόμαστε αμήχανα αρχικά και υποκριτικά στη συνέχεια. Ας απεμπολήσουμε αυτή την υποκρισία. Κυρίως διότι αυτή η κρίση είναι, πέραν οικονομικής, βαθιά πολιτική και κοινωνική. Η βόμβα των νοικοκυριών, είναι μια βόμβα με βραδύκαυστο φυτίλι που δεν πρέπει να εκραγεί στα χέρια μας…
Γράφει: Νίκος Τορναρίτης