Η ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου αποτελεί, αναμφισβήτητα, μια κομβική στιγμή στην ιστορία της Kυπριακής Δημοκρατίας.
Οι προοπτικές ανάπτυξης και οι φιλοδοξίες που δημιουργούνται είναι μεγάλες. Ιδιαίτερα υπό το βάρος της οικονομικής κρίσης που βιώνουμε η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων φυσικού αερίου, πιθανόν και πετρελαίου, για εμπορική χρήση μπορεί να καταστήσει τη χώρα μας ένα σημαντικό ενεργειακό παίκτη, περιφερειακά και διεθνώς, και να συμβάλλει καταλυτικά στην ενεργειακή αυτονομία του νησιού μας.
Το φυσικό αέριο δεν πρέπει, σε καμιά περίπτωση, να καταστεί το «Λεφτά Υπάρχουν» της κυπριακής πολιτικής ζωής. Ήδη ακούσαμε πολλά… Η προοπτική που δημιουργεί οφείλει να υπαχθεί σε ένα πολυεπίπεδο πλαίσιο πάνω στο οποίο, η Κύπρος θα σχεδιάσει και θα εφαρμόσει, μέσα στα επόμενα χρόνια, μια υψηλή στρατηγική. Η διεθνής εμπειρία της εκμετάλλευσης των οφελών από την εξόρυξη και εμπορική διάθεση των υδρογονανθράκων έχει καταδείξει πως ο λεπτομερής στρατηγικός σχεδιασμός σε συνδυασμό με την πολιτική ομοφωνία σε εθνικό επίπεδο αποτελούν μονόδρομο στο να καταστεί μια χώρα με φυσικό αέριο ως στρατηγικός ενεργειακός παίκτης στο ευρύτερο υποσύστημά της. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί φυσικά, η Statoil, η κρατική εταιρεία πετρελαίου και φυσικού αερίου της Νορβηγίας που αυτή τη στιγμή αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες ενεργειακές εταιρείες παγκοσμίως με εμπορικές συναλλαγές σε 36 χώρες και εμπλοκή σε μερικούς από τους πιο κομβικούς αγωγούς φυσικού αερίου.
Το περίφημο νορβηγικό ενεργειακό μοντέλο αποτελεί μιας πρώτης τάξης παράδειγμα για το νομοθετικό πλαίσιο το οποίο θα πρέπει να διέπει την Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου. Επιπρόσθετα, η Κύπρος οφείλει να σταθμίσει, με μια σοβαρή μακροπρόθεσμη ματιά, την υπό διαμόρφωση αγορά LNG (υγροποιημένο φυσικό αέριο) παγκοσμίως. Ιδίως στο χρονικό βάθος στο οποίο η ίδια θα βρίσκεται σε θέση για εξαγωγές LNG. Σήμερα, 19 μόνο χώρες παγκοσμίως εξάγουν LNG. Ταυτόχρονα όμως δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες καθότι σε βάθος εικοσαετίας θα διαμορφωθούν και άλλες αγορές LNG καθώς και ενεργειακοί παίκτες που αναπόφευκτα θα ανταγωνίζονται την Κύπρο.
H ενεργειακή πολιτική της χώρας μας οφείλει να είναι ένα πεδίο στο οποίο δεν θα εκδηλώνονται μικροπολιτικές αντιπαραθέσεις. Η εισήγηση του Υποψήφιου Προέδρου της κυπριακής δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη για σύσταση Εθνικού Συμβουλίου Ενέργειας είναι επιτακτική. Σε ένα υπερκομματικό όργανο στο οποίο θα συμμετέχουν τεχνοκράτες από όλο το επιστημονικό φάσμα (από τεχνολόγους πετρελαίου μέχρι διεθνολόγους), το σύνολο της πολιτικής ηγεσίας (Πρόεδρος, Πρόεδρος της Βουλής, Υπ. Οικονομικών και Εμπορίου κτλ) και το οποίο θα συνεδριάζει τακτικά, θα μπορούν να παίρνονται όλες οι κρίσιμες αποφάσεις. Το εν λόγω Συμβούλιο χρειάζεται να είναι ευέλικτο και να διαθέτει να διαθέτει μια ομάδα διαχείρισης κρίσεων για θέματα πρόληψης ατυχημάτων, ασφάλειας και περιβαντολλογικής πολιτικής των γεωτρήσεων.
Το νέο περιβάλλον που δημιουργείται στην ευρύτερη περιοχή της Λεβαντίνης από τους «ενεργειακούς δρόμους» του φυσικού αερίου θα απασχολήσει, μελλοντικά, το σύνολο των ενδιαφερομένων παικτών συμπεριλαμβανομένης της Κύπρου, του Ισραήλ της Τουρκίας, της Ελλάδος, των χωρών της Μέσης Ανατολής και φυσικά της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ένα διεθνές περιβάλλον με λεπτές ισορροπίες και συχνά βίαιες ανακατατάξεις. Η πρόσφατη εμπειρία της «Αραβικής Άνοιξης», τα συνεχιζόμενα γεγονότα του συριακού εμφυλίου και οι πολιτικές διεργασίες στο εσωτερικό της Τουρκίας αναπόφευκτα αναβαθμίζουν το ρόλο της Κύπρου στο διεθνές υποσύστημά της. Μια Κύπρος ενεργειακά αυτόνομη και με τη δυνατότητα εμπορικής εξαγωγής υδρογονανθράκων δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο. Το φυσικό αέριο οφείλει να αποτελέσει το εργαλείο αλλά και το μέσο για την διεθνή αναβάθμιση της χώρας μας στη περιοχή. Μια νέα εξωτερική πολιτική πρέπει να προκύψει από αυτή την εμπειρία που θα προσλαμβάνει την Τουρκία ως εν δυνάμει στρατηγικό συνεργάτη και που θα αξιοποιεί το φυσικό αέριο σαν μοχλό πίεσης προς τη χώρα αυτή για την απελευθέρωση και επανένωση της πατρίδας. Μια πολιτικής που θα αντιλαμβάνεται την έννοια του στρατηγικού βάθους του Ισραήλ, του στρατηγικού βάθους της Τουρκίας και των επιμέρους πολιτικών, θρησκευτικών ή εθνοτικών ιδιαιτεροτήτων των χωρών του αραβικού κόσμου. Μια πολιτική που δεν θα ξεχνά τον ιδιαίτερο ρόλο που διαδραματίζει η Ρωσία στον ενεργειακό χάρτη παγκοσμίως και κυρίως μιας πολιτικής που, στα επόμενα χρόνια, θα αξιοποιήσει το φυσικό αέριο για την σύνδεση της Κύπρου με τα διεθνή κέντρα αποφάσεων. Μια Κύπρος που θα εξάγει φυσικό αέριο στην Ευρώπη θα καθίσταται, εκτός από εταίρος και σημαντικός στρατηγικός συνεργάτης.
Το φυσικό αέριο ασφαλώς δεν είναι «ο από μηχανής Θεός» που ξαφνικά θα επιλύσει ως δια μαγείας όλα τα προβλήματα της χώρας μας. Είναι όμως μια επιλογή. Παράλληλα, αποτελεί πρόκληση. Σε ένα τέτοιο απαιτητικό πεδίο ο δρόμος της διαφάνειας αποτελεί το σημαντικότερο στοιχείο. Κυρίως γιατί στο όνομα της ανάπτυξης ή της αξιοποίησης δεν πρέπει να διασπαθιστεί δημόσιο χρήμα, δεν πρέπει, επουδενί, να δημιουργηθούν νέου τύπου πελατειακές σχέσεις και δεν πρέπει να υπάρξει διαπλοκή του πολιτικού συστήματος στο αξιολογικό σύστημα που απορρέει από τις στρατηγικές κινήσεις των ενδιαφερομένων μερών. Το φυσικό αέριο είναι ένα «δώρο» πάνω στο οποίο πρέπει να διαμορφώσουμε και να εφαρμόσουμε τη μελλοντική υψηλή στρατηγική του τόπου. Και κυρίως να διασφαλίσουμε το μέλλον των νέων γενιών, οικοδομώντας το νέο αναπτυξιακό μοντέλο της χώρας μας που θα στηρίζεται σε υπηρεσίες υψηλής ειδίκευσης, στις οποίες θα επικεντρωθεί το ανθρώπινο δυναμικό μας.
Γράφει: Νίκος Τορναρίτης