Σε διακηρυκτικό επίπεδο, η Κύπρος έχει θέσει δύο στρατηγικούς στόχους μετά τον εντοπισμό υδρογονανθράκων εντός της αποκλειστικής οικονομικής της ζώνης. Αφενός, την εμπορική εκμετάλλευση τους και, αφετέρου, την μετατροπή της Κύπρου σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο.
Μια τέτοια εξέλιξη θα μεγιστοποιούσε τόσο τα πολιτικά, όσο και τα οικονομικά οφέλη της χώρας μας από την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου. Ωστόσο, η υλοποίηση αυτών των στρατηγικών στόχων προϋποθέτει, μεταξύ άλλων, την κατασκευή των αναγκαίων υποδομών, αλλά και τη σύναψη στρατηγικών συμμαχιών με χώρες της περιοχής της Ανατολικής Μεσογείου, με τις μεγάλες δυνάμεις που εξαρτούν κρίσιμα γεωπολιτικά και γεωοικονομικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής, και φυσικά με τις πετρελαϊκές εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε αυτή την περιοχή.
Και οι δύο στρατηγικοί στόχοι της Κύπρου έρχονται σε απευθείας σύγκρουση με ζωτικά συμφέροντα και στρατηγικές στοχεύσεις της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Πρώτον, η Τουρκία επιφυλάσσει για τον εαυτό της τη θέση του περιφερειακού ενεργειακού κόμβου ως ένα μέσο υλοποίησης των φιλοδοξιών της για να εδραιωθεί ως ηγεμονική περιφερειακή δύναμη. Δεύτερον, διεκδικεί επέκταση της δικής της ΑΟΖ και, συνεπώς, απευθείας μερίδιο στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων της Ανατολικής Μεσογείου γι αυτό και αμφισβητεί επί της ουσίας το σύνολο της κυπριακής ΑΟΖ. Συγκεκριμένα, η Τουρκία διεκδικεί για λογαριασμό της μέρος των τεμαχίων 1, 4, 5, 6 και 7 και για λογαριασμό των τουρκοκυπρίων τα τεμάχια 1, 2, 3, 8, 9, 12 και 13.
Αποτελεί γεγονός, πως οι μέχρι τώρα προσπάθειες της Κυπριακής Δημοκρατίας για άσκηση των κυριαρχικών της δικαιωμάτων στην αξιοποίηση γηγενών κοιτασμάτων υδρογονανθράκων έτυχαν στήριξης και αποδοχής από τη διεθνή κοινότητα. Ωστόσο, ο διεθνής παράγοντας δεν έχει προσφέρει εν λευκώ στήριξη στην Κυπριακή Δημοκρατία. Αντίθετα, έχει καταστήσει με πολλούς τρόπους σαφές πως εκείνο που επιθυμεί και επιδιώκει είναι τη διευθέτηση ως πακέτου τριών κρίσιμων ζητημάτων: οικονομική κρίση, κυπριακό, εμπορική εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Στην παρούσα πολιτική συγκυρία, μεταξύ άλλων, διαπιστώνονται τα ακόλουθα:
1. Η επαναδραστηριοποίηση του διεθνούς παράγοντα σε μια προσπάθεια γρήγορης επίλυσης του κυπριακού συνδέοντας την με την ασφαλή εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, αλλά και με τα προσδοκώμενα οικονομικά οφέλη που θα δημιουργήσουν συνθήκες μόνιμης και ταχείας εξόδου από την οικονομική κρίση.
2. Οι δυσκολίες που έχουν ανακύψει στην έναρξη των διαπραγματεύσεων για το κυπριακό και η δυσφορία που προκαλεί στο διεθνή παράγοντα.
3. Η σκληρή στάση που τηρεί η Τουρκία στο κυπριακό.
4. Η εκχώρηση στην τρόικα του δικαιώματος συμμετοχής, εμμέσως δε και της απόφασης, στον όλο σχεδιασμό των αναγκαίων θεσμών και υποδομών για την αξιοποίηση των κυπριακών υδρογονανθράκων, αλλά και της κατανομής των εσόδων.
5. Οι πολλαπλές ανατροπές/αναβολές της Κυβέρνησης τόσο στον ευρύτερο σχεδιασμό, όσο και συγκεκριμένα στην προώθηση του τερματικού υγροποίησης φυσικού αερίου στο Βασιλικό, ενός καίριας σημασίας έργου για μετατροπή της Κύπρου σε περιφερειακό ενεργειακό κόμβο.
6. Η εντεινόμενη προβολή εναλλακτικών οδών εμπορικής εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου της Ανατολικής Μεσογείου, με επικρατέστερη αυτή της δημιουργίας αγωγού που θα καταλήγει στην Τουρκία.
Είναι αντιληπτό πως σε μια τέτοια περίοδο σημαντικής ρευστότητας του πολιτικού σκηνικού και πολυεπίπεδων κρίσεων απαιτούνται συνετές αποφάσεις που να περιορίζουν τα ρίσκα. Στο πλαίσιο αυτό, η πρόθεση της Κυβέρνησης να προχωρήσει σε διαπραγμάτευση των τεμαχίων 5 και 6 της κυπριακής ΑΟΖ, επί των οποίων προβάλλει απευθείας διεκδικήσεις η Τουρκία, ίσως δεν αποτελεί και την ορθότερη επιλογή, αφού στη δοσμένη στιγμή αυξάνει σημαντικά το ρίσκο της δημιουργίας εκ μέρους της Άγκυρας μιας «ελεγχόμενης κρίσης» που θα είναι «βολική» και για το διεθνή παράγοντα. Και αυτό γιατί το αποτέλεσμα μιας τέτοιας κρίσης θα είναι η Κύπρος, εντελώς ανίσχυρη, να οδηγηθεί στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων για μια λύση πακέτο (κυπριακό, οικονομική κρίση και αξιοποίηση υδρογονανθράκων).
Συνεπώς, αν όντως η κυπριακή κυβέρνηση θέλει να περάσει από το διακηρυκτικό επίπεδο, στο επίπεδο της σταδιακής υλοποίησης των δύο στρατηγικών της στόχων, τότε πιο συνετό θα ήταν πρώτα να διασφαλίσει ότι αυτοί οι δύο στόχοι έχουν πάρει ανεπιστρεπτί το δρόμο της υλοποίησης τους και μετά να προχωρήσει σε επόμενα βήματα.
Γράφει: Μέλανη Αντωνίου