Home Μάριος Επαμεινώνδας Johnie got a gun? του Μάριου Επαμεινώνδα

Johnie got a gun? του Μάριου Επαμεινώνδα

marepama1

Ο Τζώνης ήρθε στην Κύπρο από το Λονδίνο το ‘94. Ήταν ένας τύπος λεπτός, δαιμόνιος, που δεν καταλάμβανες αν ήταν 23 χρονών ή 30.


Μάλλον προς το δεύτερο έκλινε αφού μέχρι να έρθει στην Κύπρο είχε προλάβει να περάσει από την Νότιο Αφρική και την Αυστραλία. Δεν ήταν βέβαιο αν σπούδασε κάτι σε πανεπιστήμιο, είχε όμως κάτι διπλώματα από courses επαγγελματικής κατάρτισης και βραβεία καλύτερου πωλητή σε εταιρείες αγνώστων λοιπών στοιχείων. Γνήσιος entrepreneur, ήταν έτοιμος να πάρει ρίσκα και είχε την αίσθηση του παζαριού. Εντόπιζε τις ανάγκες τις αγοράς όταν ήταν αρκετά ώριμες για να αποδώσουν, όμως πριν γίνουν ορατές στις δευτεράντζες, που καραδοκούσαν να ακολουθήσουν την πεπατημένη για πιάσουν την καλή.

Με την άφιξή του στην Κύπρο δεν άργησε να μυριστεί αυτό που έλειπε. Γιαπωνέζικα αυτοκίνητα δεύτερο χέρι. Άνοιξε μια μάντρα αυτοκίνητων στη βιομηχανική της Αραδίππου. Στο γραφείο του, με φόντο τα κορνιζαρισμένα διπλώματά του, εξηγούσε με τρόπο που δεν χωρούσε αμφιβολίες, πως τα αυτοκίνητα του ήταν η καλύτερη λύση για τον καθένα που ήθελε αξιόπιστη και οικονομική μετακίνηση. Ουσιαστικά καινούργια, σε τιμή μεταχειρισμένου. Το αυτοκίνητο που μου πούλησε πάντως έκανε καλά τη δουλειά του. Όταν ακούστηκε πως κάποιοι μεταπωλητές «πείραζαν» το μίλιμετρο, δεν μπήκα καν στη διαδικασία να ελέγξω αν είχα εξαπατηθεί. Εξάλλου είχα ήδη αλλάξει αυτοκίνητο και ο Τζώνης είχε κλείσει την μάντρα.

Λίγο πριν το τέλος της χιλιετίας ο Τζώνης έκανε την εμφάνιση του στη Λευκωσία ως επενδυτής. Μετοχές της LOULIS TOURS και Μαρούλλα Επενδυτική περνούσαν απ’ τα χέρια του σαν τον αφρό στα δάκτυλα του ναύτη. Έμαθα ότι ο Τζώνης είχε επιτυχίες, λειτουργούσε μάλιστα και ως σύμβουλος επενδύσεων. Ο φόρτος εργασίας του ήταν αδύνατο να διεκπεραιωθεί χωρίς γραμματειακή υποστήριξη. Μετέτρεψε  ένα οροφοδιαμέρισμα σε γραφείο, προσέλαβε προσωπικό. Μια γνωστή μου, μού ζήτησε να μεσολαβήσω για να πάρει και την άρτι αφιχθείσα από σπουδές κόρη της στην δουλεία. Δεν πρόλαβα όμως. Το γραφείο του Τζώνη είχε ήδη κλείσει. Το τελευταίο που έμαθα γι αυτόν, πριν χάσω τα ίχνη του, ήταν πως αξιοποίησε το κεφάλαιο που κατάφερε να συσσωρεύσει απ’ τα χρηματιστηριακά για ν’ ανοίξει περίπτερα στην Πάφο.

Ο Τζώνης δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ να διαλύσει τα αμυδρά σύννεφα που δημιουργούνταν γύρω απ’ το όνομα του σχετικά με τον τρόπο λειτουργίας και απότομου κλεισίματος των επιχειρήσεών του. Επί της ουσίας, δεν βρέθηκε κανείς να του προσάψει οποιαδήποτε συγκεκριμένη κατηγορία. Ίσως ήταν ο τρόπος που έκανε το «επιχειρείν» να φαίνεται μια ευχάριστη ακροβασία, η οποία έπρεπε να τελειώσει την κατάλληλη στιγμή –για να ξεκινήσει η επόμενη- που δημιουργούσε αισθήματα αντιπάθειας σε ορισμένους. Προσωπικά, δεν ήμουν ποτέ σίγουρος τι κυνηγούσε περισσότερο: την πρόκληση που του πρόσφερε η κάθε νέα του πρωτοβουλία, ή τις δυνατότητες γρήγορου κέρδους. Πάντως, το αγαπημένο του μότο ήταν: «Some say ‘no risk no gain’, I say ‘no risk no fun’».

Όταν βρέθηκα στην Πάφο μετά από χρόνια, συνάντησα τυχαία ένα παλιό κοινό γνωστό. Η κουβέντα γύρισε στον Τζώνη. «Τα περίπτερα τα πούλησε» μου είπε, «έπιασε άλλες δουλείες, έλα στον παραλιακό να σου δείξω». Μια επιγραφή που έγραφε «IOANNOU Agency, we buy, we sell, we rent” φιγούραρε στην ταμπέλλα, πάνω από ένα ευρύχωρο γραφείο, όμως ο Τζώνης έλειπε. Μια γραμματέας μας εξήγησε ότι φιλοξενούσε κάτι ρώσους επιχειρηματίες με τους οποίους συζητούσε ένα πρότζεκτ για κτίσιμο τουριστικών κατοικιών. Φεύγοντας με το φίλο, η κουβέντα περιστράφηκε στη σύγκριση των δικών μας, περιορισμένης εισοδηματικής και θεματικής εμβέλειας δουλειών με τον αεικίνητο και γεμάτο διακινδύνευση –και έσοδα-επιχειρηματικό κόσμο του Τζώνη. «Τουλάχιστο έχουμε ένα σίγουρο μισθό και εξασφαλισμένη σύνταξη», σχεδόν δικαιολογήθηκε ο φίλος, που προφανώς είχε αφομοιώσει καλά το μύθο του τζίτζικα και του μέρμηγκα.

Fast forward στο παρόν. Έχουμε ήδη μάθει ότι δεν αρκεί να είσαι καλός μέρμηγκας  για να ξεχειμωνιάσεις ανώδυνα: χρειάζεται και η αυξημένη πιστοληπτική ικανότητα του κράτους έναντι των αγορών. Σχεδόν βράδιασε, η ζέστη άρχισε να υποφέρεται στη Λευκωσία, διαβάζω ετεροχρονισμένα την χτεσινή εφημερίδα που βρέθηκε στο τραπέζι του καφενείου. «Ψαλίδι στους μισθούς και στις συντάξεις», «Ύφεση στην οικοδομική βιομηχανία», «Ένοπλη ληστεία με ψεύτικο όπλο στη Λεμεσό, συνελήφθηκε ως ύποπτος ο Ιωάννης Ιωάννου, άλλως Τσάρλης»…Σταματώ, πάω να σκεφτώ κάτι…Ο κτύπος του κινητού διακόπτει την σκέψη μου. Κάποιοι ομοϊδεάτες μου, που πιστεύουν ότι η κρίση και η χοληστερόλη θέλουν καλοπέραση, με καλούν για οφτό κλέφτικο σε ένα συστημένο ταβερνάκι που άνοιξε πρόσφατα.

Το παρκινγκ είναι γεμάτο, μπαίνουμε με μια υποψία πως η μόνιμη μας συνήθεια να βγαίνουμε χωρίς κράτηση θα μας τιμωρήσει. Δεν έχουμε άδικο. Ο μικρός που βγάζει τις μερίδες από το φούρνο μας ανακοινώνει με λύπη πως το μαγαζί είναι γεμάτο. «Όμως να ρωτήσω το μάστρο» προσθέτει, παραπάνω από ευγένεια παρά διότι πίστευε πως κάτι θα αλλάξει. «Τζώνη, ήρθε μια παρέα 4 άτομα, έχουμε τόπο;». Η φωνή από μέσα απλά επιβεβαιώνει το αναμενόμενο : «Είμαστεν full, δώστους την carda μας όμως». Κάτι μου θυμίζει η φωνή από την κουζίνα! Αποφεύγω να κοιτάξω μέσα. Γυρίζω απότομα και κατευθύνομαι προς το αυτοκίνητο. Θέλω να κρατήσω λίγο ακόμα την ελπίδα πως ο Τζώνης είχε διαλέξει την κατάλληλη ακροβασία…

 

Γράφει: Μάριος Επαμεινώνδας