Home Μάριος Επαμεινώνδας Η μεγάλη σχολή ενός Μιτσή. Του Μάριου Επαμεινώνδα

Η μεγάλη σχολή ενός Μιτσή. Του Μάριου Επαμεινώνδα

sxolimitsi1a

Μια από τις παλαιότερες και πιο ενδιαφέρουσες δημόσιες αντιπαραθέσεις για τα θέματα εκπαίδευσης στην Κύπρο ήταν αυτή που αφορούσε στην ίδρυση της Εμπορικής Σχολής Μιτσή στη Λεμύθου, στις αρχές του 20ου αιώνα...


Ίσως ο όρος αντιπαράθεση να μην είναι ακριβής, αφού οι έντονες απόψεις που εκφράστηκαν για το επίμαχο θέμα, προέρχονταν αποκλειστικά από τους επικριτές του ιδρυτή του εν λόγω εκπαιδευτικού ιδρύματος, Δημοσθένη Μιτζή. Η μόνη «συμβολή» του Μιτζή στην αντιπαράθεση ήταν το γεγονός ότι παρέμεινε σταθερός στην απόφασή του να δημιουργήσει, με δικά του έξοδα, μια σχολή, τα πρότυπα της οποίας δεν έβρισκαν σύμφωνο το ελληνοκυπριακό θρησκευτικό και πολιτικό κατεστημένο της εποχής.

Ο Δημοσθένης Μιτζής (1848-1923) γεννήθηκε στη Λεμύθου και αφού πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Λάρνακα σπούδασε στο Λίβανο. Δούλεψε για λίγο σε οικογενειακές επιχειρήσεις στην Κύπρο και αργότερα εγκαταστάθηκε στην Αλεξάνδρεια όπου δραστηριοποιήθηκε στον τομέα του εμπορίου και κατέφερε να δημιουργήσει μια μεγάλη περιουσία. Παράλληλα,  αναμείχθηκε στα κοινά της κυπριακής παροικίας και υπήρξε εκ των ιδρυτών της «Ελληνικής Αδελφότητος των εν Αιγύπτω Κυπρίων» της οποίας προήδρευσε και επί σειρά ετών. Αναδείχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους εθνικούς ευεργέτες της γενιάς του, αφού δώρισε μεγάλα ποσά για κοινωφελή έργα στην Κύπρο. Το μεγαλύτερο έργο του Μιτζή ήταν η ίδρυση Εμπορικής Σχολής στη Λεμύθου (1912). Παρόλο που για το κτίσιμο της δαπάνησε  συνολικά το τεράστιο για την εποχή ποσό των 20000 λιρών, το ευεργέτημα του δεν είχε αρχικά ευνοϊκή υποδοχή…

Το 1910, όταν είχε πλέον επιβεβαιωθεί η πρόθεση του να ιδρύσει Εμπορική Σχολή στη Λεμύθου, ο Μιτζής έγινε στόχος έντονης κριτικής από άτομα του υψηλού κλήρου, πολιτευτές και συντάκτες εφημερίδων. Αντικείμενο της κριτικής ήταν οι «μη συμβατικές» επιλογές που είχε κάνει ο Μιτζής: Επένδυσε ένα σημαντικό ποσό για ίδρυση σχολείου στην απομακρυσμένη  Λεμύθου και όχι σε ένα από τα αστικά κέντρα. Προνόησε στους όρους της δωρεάς ότι η Σχολή θα διοικείτο από πενταμελή επιτροπή, όπου θα πλειοψηφούσαν Βρετανοί. Παράλληλα όρισε την αγγλική ως κύρια γλώσσα και προέβλεψε δυνατότητες μάθησης γαλλικών και αραβικών. Δεδηλωμένος στόχος του ήταν να δώσει στους αποφοίτους της Σχολής τα απαραίτητα εμπορικά προσόντα και να τους προετοιμάσει για εργοδότηση στη δημόσια διοίκηση στην Κύπρο, στην Αίγυπτο και στο Σουδάν. 

Η ήπια εμμονή του Μιτζή να συνεχίσει το έργο του, παρόλη την κριτική, δεν μπορούσε να γίνει κατανοητή από τους επικριτές του. Μάλλον τους εξόργισε, σε βαθμό που οι λεκτικές επιθέσεις εναντίον του έγιναν σε κάποια περίοδο σχεδόν χυδαίες. Ένας από τους πιο λυσσαλέους επικριτές του ήταν ο ακραιφνής εθνικιστής και βασικός εκπρόσωπος της «αδιάλλακτης» ενωτικής παράταξης Νικόλαος Καταλάνος. Ο Καταλάνος ανησυχούσε επειδή πίστευε ότι η Σχολή επρόκειτο να «διαφθείρει την ελληνικότατην Μαραθάσαν, μεταβάλλων αυτήν εις φυτώριον κοσμοπολιτών του χειρίστου είδους». Τις ανησυχίες αυτές δεν συμμερίζονταν αρχικά Μαραθεύτες «ότε όμως κατά την πανήγυριν της 1ης Αυγούστου εν Πεδουλά  ο κ.Νικόλαος Καταλάνος δημοσία ανέπτυξεν την ολέθριαν επίδρασην  της Σχολής , υφ’ ους όρους αυτή θα λειτουργήσει επί του εθνικού και θρησκευτικού αισθήματος των τέκνων αυτών, οι Μαραθεύτες πάντες μεγαλοφώνος και ομοθύμως διεκήρυξαν ότι ουδέποτε θα επιτρέψωσιν να λειτουργήσει η σχολή(…)». Οι προσπάθειες του Καταλάνου απέδωσαν, βραχυπρόθεσμα, καρπούς. Η Σχολή άνοιξε με δυσοίωνες προοπτικές, παρόλο που αντί Βρετανός, όπως προβλέπετο, ως πρώτος διευθυντής διορίστηκε ένας Κύπριος καθηγητής Γαλλικών στην Σχολή Newham (μετέπειτα EnglishSchool) ονόματι Δημήτρης Λιπέρτης (μετέπειτα γνωστός ποιητής). Παράλληλα, στην κοντινή κοινότητα του Πεδουλά ιδρύθηκε την επόμενη χρονιά (1913) με πρωτοβουλία της κοινοτικής αρχής και υποστήριξη της Εκκλησίας η «Πρακτική Σχολή Πεδουλά», ως αντίπαλο δέος της Σχολής Μιτσή.

Κρίνοντας τη «διαμάχη» για την ίδρυση της Σχολής Μιτσή εκ των υστέρων, θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει τουλάχιστον ένα θετικό αποτέλεσμα: Το διαμέρισμα της Μαραθάσας ευτύχησε να αποκτήσει σε χρόνο ρεκόρ όχι μία, αλλά δύο σχολές, κάτι που υπό «ομαλές» συνθήκες θα είχε παραμείνει όνειρο απατηλό για πολλά ακόμα χρόνια. Οι δε ανησυχίες του Καταλάνου αποδειχτήκαν αβάσιμες.  Κανένα από τα προβλήματα που αντιμετώπισε η περιοχή και η Κύπρος γενικότερα δεν φαίνεται να προήλθε από τον «κοσμοπολιτισμό» των αποφοίτων της Σχολής. Τουναντίον πολλοί απ’ αυτούς διέπρεψαν για το έργο τους και τη συνεισφορά τους προς την Κύπρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Αναστάσιος Λεβέντης, μέγας ευεργέτης σε πολλά κοινωφελή ιδρύματα και προπάτορας οικογενείας με αδιαμφισβήτητη συνεισφορά στα εθνικά, πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα της Κύπρου.

Γράφει: Μάριος Επαμεινώνδας