Home Μαρίνος Σιζόπουλος Οι δύο προτάσεις της ΕΔΕΚ για προστασία των δανειοληπτών και των εγγυητών....

Οι δύο προτάσεις της ΕΔΕΚ για προστασία των δανειοληπτών και των εγγυητών. Του Μαρίνου Σιζόπουλου

danioliptess


danioliptess

Οι δύο προτάσεις νόμου της ΕΔΕΚ που αφορούν τους εγγυητές και την αξία των ακινήτων  ουσιαστικά αποσκοπούσαν στην προστασία των δανειοληπτών από τα θέματα των εκποιήσεων αλλά και  των εγγυητών από την πιθανότητα οι τράπεζες να απευθυνθούν σε ένα εκ των εγγυητών και να τον οδηγήσουν σε πτώχευση.

 

Η πρόταση νόμου που αφορά τους εγγυητές προβλέπει, πως σε περίπτωση εκποίησης ακινήτου του πρωτοφειλέτη για σκοπούς ικανοποίησης αξίωσης του πιστωτή, σε περίπτωση πτώχευσης ή θανάτου του εγγυητή στη σύμβαση, το αντίστοιχο ποσό να μην επιμερίζεται στους υπόλοιπους εγγυητές, είτε να καθίστανται υπόχρεοι μεταξύ τους σε ίσο ποσό, εφόσον ο πρωτοφειλέτης τελεί σε πτώχευση ή αδυνατεί να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του. 

Η δεύτερη πρόταση νόμου προβλέπει πως σε περίπτωση αναδιάρθρωσης δανείου ή διεξαγωγής διαδικασίας πώλησης ενυπόθηκου ακινήτου με πλειστηριασμό, ως αξία του ακινήτου να λαμβάνεται υπόψη η αρχική αξία αυτού, όπως έγινε αποδεκτή από το πιστωτικό ίδρυμα κατά τη σύναψη της αρχικής σύμβασης, τιμή την οποία είχαν καθορίσει οι εκτιμητές του ιδρύματος. 

Η κατάθεση των δυο πιο πάνω προτάσεων ήταν αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων της ΕΔΕΚ με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας τον Απρίλιο του 2015 ώστε η ΕΔΕΚ να ψηφίσει το πλαίσιο αφερεγγυότητας. 

Έκτοτε δυστυχώς  από την πλευρά της κυβέρνησης υπήρξε παρελκυστική τακτική με αποτέλεσμα να καθυστερεί η έγκριση των δυο προτάσεων νόμου που ειρήσθω εν παρόδω θα προωθούνταν  με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. 

Εκτιμούμε ότι η πρόταση που αφορά την αξία του ενυπόθηκου ακινήτου, από τη στιγμή που περιλαμβάνεται στο αρχικό συμβόλαιο της παραχώρησης του δανείου, δεν πρέπει μονομερώς να διαφοροποιείται η τιμή του ακινήτου προς όφελος της τράπεζας και σε βάρος του δανειολήπτη. Την ίδια στιγμή εάν και εφόσον υπάρχει οποιαδήποτε ανάγκη για αναθεώρηση της συγκεκριμένη τιμής σε τακτά χρονικά διαστήματα εάν και εφόσον αυτό προβλέπεται από το συμβόλαιο, τότε η τιμή θα πρέπει να είναι αυτή η οποία καθορίζεται από το κτηματολόγιο και όχι αυτή η οποία θα καθοριστεί από εκτιμητές που μέχρι σήμερα λειτουργούσαν, δυστυχώς, καθ’ υπόδειξη των συμφερόντων των τραπεζών. 

Για το θέμα των εγγυητών θα πρέπει παράλληλα να τονιστεί ότι όταν εγκρίθηκε το κούρεμα των καταθέσεων, το ποσό το οποίο κάλυψε το κούρεμα δεν ήταν τα 5,7 δισεκατομμύρια όπως προέβλεπε η πρόταση του υπουργικού συμβουλίου αλλά 9,4 δισεκατομμύρια γιατί ακριβώς στο συγκεκριμένο σενάριο λήφθηκε υπόψη η αφερεγγυότητα των εγγυητών  και ότι η συνεισφορά τους θα ήταν μηδενική. Συνεπώς, καθώς τα 3,7 δισεκατομμύρια αφορούσαν το σύνολο των εγγυήσεων, με το κούρεμα όλοι οι εγγυητές θα  έπρεπε να είχαν απαλλαγεί από τις ευθύνες που είχαν σε δάνεια τα οποία βρίσκονταν στον τραπεζικό τομέα.

Δυστυχώς αυτό δεν έγινε. Με ευθύνες πολλών δεν είναι δυνατό σήμερα μετά από αυτή την εξέλιξη οι εγγυητές να βρίσκονται για ακόμα μια φορά εκτεθειμένοι στα συμφέροντα των τραπεζών ή των αποφάσεων των τραπεζών. 

Γι’ αυτό θεωρούμε πως οι προτάσεις μας σε κάποιο βαθμό προστατεύουν τους δανειολήπτες και τους εγγυητές από αυθαιρεσίες και από οικονομικές επιβαρύνσεις που ενδεχομένως να  τους οδηγήσουν στην πτώχευση, στην χρεοκοπία ή να τους δημιουργήσουν πρόσθετα οικονομικά προβλήματα. 

Ως ΕΔΕΚ καλούμε τόσο την κυβέρνηση όσο και τα υπόλοιπα κόμματα στη βουλή με αίσθημα ευθύνης  να στηρίξουν τις συγκεκριμένες προτάσεις και να στηρίξουν τους πολίτες.

 

Γράφει: Μαρίνος Σιζόπουλος