Τις τελευταίες βδομάδες το πλαίσιο Γκουτέρες τείνει να παρουσιαστεί και να μετατραπεί από κάποιους σε πανάκεια.
Και αυτό επειδή στην προσπάθειά τους να αποκρύψουν τις ευθύνες τους για την αποτυχία της τακτικής που ακολουθούσαν μέχρι σήμερα και τις απαράδεκτες υποχωρήσεις στις οποίες έχουν προβεί, τείνουν να το μετατρέψουν σε κορυφαίο ζήτημα της διαπραγμάτευσης.
Οφείλουμε να σημειώσουμε πως τα ερωτήματα του πλαισίου του Γενικού Γραμματέα διατυπώθηκαν με τη συναίνεση του Προέδρου της Δημοκρατίας.
Το συγκεκριμένο πλαίσιο περιλαμβάνει στοιχεία τα οποία θα πρέπει να χειριστούμε με μεγάλη προσοχή και επιδεξιότητα. Και συγκεκριμένα:
1. Παρόλο που αναφέρεται σε κατάργηση της Συνθήκης Εγγύησης του 1960, την ίδια στιγμή αναφέρει την αναγκαιότητα για μια νέα Συνθήκη που θα πρέπει να ικανοποιεί και τις δύο πλευρές. Αυτομάτως τίθεται το ερώτημα ποια μπορεί να είναι αυτή η Συνθήκη που θα ικανοποιεί και τους δύο. Και αυτό επειδή ως γνωστό η τουρκική πλευρά ζητά την παραμονή τουρκικών στρατευμάτων ενώ η πάγια θέση της Ελληνοκυπριακής πλευράς είναι όχι. Στην ίδια κατεύθυνση πρέπει να σημειωθεί πως το πιο πάνω θέμα θα είναι προς συζήτηση και συνεπώς δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα υπάρχει κατάληξη. Πέρα από αυτά, η αναφορά σε κατάργηση μονομερών επεμβατικών δικαιωμάτων είναι άνευ αντικειμένου δεδομένου ότι στη Συμφωνία του 1960 δεν περιλαμβάνονταν και ως εκ τούτου η τουρκική ερμηνεία είναι αυθαίρετη.
2. Το πλαίσιο ζητά δραστική μείωση των τουρκικών στρατευμάτων την πρώτη μέρα της λύσης. Όμως ο αριθμός των στρατευμάτων που θα παραμείνουν μετά τη λύση, η χρονική διάρκεια παραμονής και αν αυτή θα έχει καταληκτική ημερομηνία ή θα βρίσκεται σε διαδικασία αναθεώρησης, θα είναι αντικείμενο συζήτησης σε υψηλό επίπεδο. Εάν στο υψηλό επίπεδο λάβουν μέρος μόνο οι εγγυήτριες δυνάμεις και απουσιάζει η Κυπριακή Δημοκρατία, κανένας δεν μπορεί να προεξοφλήσει θετική κατάληξη. Εάν από την άλλη θα συμμετάσχουν και οι δύο κοινότητες, τότε στην ουσία αυτό συνιστά κατάργηση της Κυπριακής Δημοκρατίας και ως εκ τούτου το νέο πολιτικό μόρφωμα δεν θα αποτελεί συνέχιση της Κυπριακής Δημοκρατίας.
3. Κατοχυρώνεται η εκ περιτροπής προεδρεία ως κεκτημένο δικαίωμα της Τουρκοκυπριακής πλευράς καθώς και η αριθμητική εξίσωση σε αριθμό θεσμικών οργάνων του κράτους. Επίσης, κατοχυρώνεται και η θετική ψήφος των Τουρκοκυπρίων για τη λήψη τελικής απόφασης εκεί και όπου δεν θα υπάρχει αριθμητική εξίσωση.
4. Η παραχώρηση των τεσσάρων βασικών ελευθεριών σε Τούρκους υπηκόους είναι μια άκρως επικίνδυνη εξέλιξη. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό που παραμένει προς συζήτηση είναι εάν η αναλογία μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων πολιτών θα είναι 4:1, όπως προτείνει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ή 1:1, όπως διεκδικεί η τουρκική πλευρά. Δεν έχει όμως απαντηθεί το ερώτημα τι θα γίνει στις περιπτώσεις όπου η συμφωνηθείσα αναλογία ανατρέπεται, είτε λόγω επιστροφής αριθμού Ελλήνων υπηκόων στην Ελλάδα, είτε λόγω δημογραφικής ανάπτυξης των Τούρκων υπηκόων.
5. Επίσης αρνητικό στοιχεία είναι η «κατοχύρωση» στους έποικους χρήστες, παράνομους σφετεριστές των ελληνοκυπριακών περιούσιων, του πρώτου λόγου διεκδίκησης, σε ποσοστό που δεν έχει αποσαφηνιστεί. Καθώς επίσης παραχώρησης αυτού του δικαιώματος και στις περιοχές όπου θα επιστραφούν υπό ελληνοκυπριακή διοίκηση. Αυτή η πρόνοια στην ουσία θέτει τις βάσεις για τη δημιουργία τουρκικής μειονότητας στην ελληνική περιοχή. Είναι προφανές ότι μελλοντικά η Τουρκία θα διεκδικήσει ρόλο προστάτη και εγγυητή της ασφάλειάς της, ώστε να το αξιοποιήσει στην προώθηση των τελικών γεωστρατηγικών της στόχων.
6. Όσον αφορά το εδαφικό, παρόλο που στο πλαίσιο ζητείται να γίνουν σεβαστές οι ευαισθησίες της δικής μας πλευράς, δεν τίθεται ξεκάθαρα και με σαφήνεια το θέμα της άμεσης επιστροφής της πόλης της Αμμοχώστου και της κωμόπολης της Μόρφου και της γύρω περιοχής.
Με βάση λοιπόν αυτά τα δεδομένα είναι προφανές ότι το συγκεκριμένο πλαίσιο με τη συναίνεση του Προέδρου της Δημοκρατίας, δυστυχώς, κατοχυρώνει κατά τρόπο σαφή τόσο τις απαιτήσεις της τουρκικής πλευράς όσο και τις δικές μας παραχωρήσεις. Αντίθετα, θέματα που έχουν σχέση με την εξωτερική πτυχή (δηλαδή την ασφάλεια, τις εγγυήσεις, την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων και των Τούρκων εποίκων) είναι ασαφή και αφήνονται στην διακριτική ευχέρεια των συνομιλητών ως προς το ποια θα είναι η τελική πρόταση στην οποία θα καταλήξουν.
Με βάση τα πιο πάνω θα πρέπει να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε αυτό το πλαίσιο ερωτημάτων να μην αποτελέσει μέρος οποιασδήποτε απόφασης των Ηνωμένων Εθνών (Συμβούλιο Ασφαλείας, ή Γενική Συνέλευση) ή ακόμα έκθεσης του Γενικού Γραμματέα.
Γράφει: Μαρίνος Σιζόπουλος