Είναι συγκλονιστικό να πανηγυρίζει Κυβέρνηση, ΔΗΣΥ πως με τη λήξη του μνημονίου η Κύπρος εξέρχεται της κρίσης και αφήνει πίσω την κοινωνική αναστάτωση και ανακατάταξη που έσεισε συθέμελα τις δομές της.
Ούτε καν για τη μισή αλήθεια δεν πρόκειται. Η πραγματικότητα είναι πως τα προηγούμενα χρόνια ζήσαμε τα απανωτά σοκ, τώρα πλέον θα ζούμε με τις επιπτώσεις αυτών που θεσμοθετήθηκαν με ισχνές πλειοψηφίες στην Βουλή και τα οποία δυστυχώς δεν αγγίζουν μόνο την οικονομία και κοινωνία. Αγγίζουν με επιπτώσεις βαθιές την ουσία της δημοκρατίας και σείουν την βάση και αρχές της.
Η βαριά κληρονομιά του μνημονίου επιβάλλει να καταγραφούν όσα θεσμοθετήθηκαν και αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του νομοθετικού μας πλαισίου, ώστε ως πολιτεία να είμαστε σε θέση να αντιμετωπίσουμε τις επιπτώσεις εφαρμογής τους. Αυτή η ανασκόπηση, που ειρήσθω εν παρόδω αποτελεί υποχρέωση της κυβέρνησης, πρέπει να γίνει με ειλικρίνεια και να μην περιοριστεί στην δικαιολόγηση με τετριμμένα επιχειρήματα του τύπου «ήταν μνημονιακή υποχρεώση» ή να λαμβάνει υπόψη μόνο αριθμούς και μετρήσεις με λογιστικές αλχημείες και στατιστικές με επικοδομητικές ασάφειες.
Μια ανασκόπηση ουσίας, με θάρρος, να πει ότι με τις εκποιήσεις θα ξεσπιτωθούν οικογένειες, θα κλείσουν μικρομεσαίες επιχειρήσεις∙ πως με την πώληση δανείων δόθηκε η ευκαιρία στα διάφορα επενδυτικά ταμεία να λυμαίνονται πλούτο της Κύπρου∙ πως με την ιδιωτικοποίηση της CYTA, ΑΗΚ και ΑΛΚ θα απολυθούν εργαζόμενοι και ότι ο αγοραστής ιδιώτης θα κάνει υπερκέρδη από ένα οργανισμό που το κράτους έδωσε σε ξεπούλημα∙ πως με την αλχημεία του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος μειώθηκαν οι παροχές στους φτωχούς για να πάρουν οι φτωχότεροι∙ πως με τη διάλυση του Συνεργατισμού αυτός δεν θα διαφέρει πλέον από την όποια άλλη εμπορική τράπεζα, αφού έχει χάσει τον κοινωνικό του χαρακτήρα∙ πως με την έγκριση νόμων για εξυγίανση των τραπεζικών ιδρυμάτων θεσμοθετείται το κούρεμα καταθέσεων και σώσων εαυτόν σωθείτο∙ πως η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη στα δημόσια νοσοκομεία έχει γίνει πλέον βάσανο παρά θεραπεία, ενώ η κυβέρνηση κάνει νέους υπολογισμούς για φορολόγηση ώστε να έχουμε τη μεσοβέζικη λύση του «μίνι-ΓΕΣΥ».
Έστω και εάν πάλι μεταλλάξουν τις λέξεις, αναφερόμενοι σε «κανόνες δημοσιονομικής πειθαρχίας», αντί λιτότητας, ιδιωτικοποιήσεων και διάλυσης του κοινωνικού κράτους, έστω και έτσι, αποδεικνύουν εαυτό να είναι δηλαδή ωφέλιμοι για τις τράπεζες, αναποτελεσματικοί για τον κόσμο.
Η μεταμόρφωση του κράτους και θεσμών που ξεκίνησε με επίθεση για εκ βάθρων ανατροπή της κοινωνικής πολιτικής, της προστασίας, των εργασιακών δικαιωμάτων δεν πρόκειται να σταματήσει επειδή θα καταφέρουν να επικαρπωθούν οικονομικά αγαθά και ωφελήματα. Στόχος είναι μεγαλεπήβολος και επικεντρώνεται στην επιβολή του μεγάλου οικονομικού κεφαλαίου στην πολιτική, ώστε έμμεσα ή και άμεσα να καθορίζει εξελίξεις. Για του λόγου του αληθές είναι χαρακτηριστική η έκφραση που περιλαμβάνεται σε σωρεία νομοσχεδίων: «με γνώμονα ότι οι πιστωτές (δηλ, τράπεζες) με την εφαρμογή […] δεν θα βρίσκονται σε χειρότερη θέση από αυτήν στην οποία θα βρίσκονταν εάν η περιουσία του χρεώστη διατίθετο σύμφωνα με τις πρόνοιες του […}, προστατεύοντας με τον τρόπο αυτό, τον πυρήνα των δικαιωμάτων τους».
Όταν τέτοιες λογικές παρεισφρύουν σε νομοθεσίες, τις οποίες οι πολιτικές ηγεσίες, ΔΗΣΥ, ΔΗΚΟ, ΕΔΕΚ χωρίς αιδώ ψηφίζουν, καταδεικνύεται ότι σ’ αυτό το φαύλο, αλλά τραγικό, οικονομικό κύκλο της λιτότητας και αντιδημοκρατικότητας υπάρχουν πολιτικοί και πολιτικές δυνάμεις που καταδέχονται να παίξουν το παιχνίδι σε βάρος των λαών τους.
Η επέλαση των οικονομικών συμφερόντων δεν πρόκειται να σταματήσει εάν απέναντι της δεν βρει αντίσταση. Η απάθεια, ο μηδενισμός, η απαξίωση και η αποχή τους διανοίγει δρόμους. Οργανωμένη αντίσταση με πολιτικές θέσεις και στοχευμένες δράσεις χρειάζεται για να αλλάξουμε πορεία, να δώσουμε νέα κατεύθυνση προς όφελος των πολλών, προς όφελος του λαού μας.
Γράφει: Μαρία Δανέζη – Πελεκάνου