Τα τελευταία χρόνια, τόσο στην Ελλάδα, αλλά όσο και στην Κύπρο η οικονομική ανάπτυξη αποτέλεσε ζητούμενο το οποίο ωστόσο παραμένει άμεσα συναρτημένο με τη διαφύλαξη και εμπέδωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, όρος ο οποίος εισέβαλε στις ζωές μας μέσω του κύριου εκφραστή της, της Γερμανίας.
Η πρωτοφανής αμφισβήτηση της πιστοληπτικής ικανότητας κρατών και μάλιστα εντός της ζώνης του Ευρώ κατέστησε σαφές πως η βιώσιμη μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα οικονομική ανάπτυξη συναρτάται άμεσα, μεταξύ άλλων, από την πορεία των δημοσιονομικών μεγεθών ενός κράτους. Στην Ελλάδα, η ανικανότητα αλλά και απροθυμία των κυβερνήσεων πριν αλλά δυστυχώς και μετά το 2009 να λάβουν θαρραλέα προληπτικά μέτρα για περιστολή της διασπάθισης του δημόσιου χρήματος, την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής και εν γένει την προώθηση μεταρρυθμίσεων στη λειτουργία του κράτους και της οικονομίας, οδήγησε σε πολυετή, βίαια και έξωθεν επιβεβλημένα δημοσιονομικά μέτρα.
Η ψήφιση τις τελευταίες μέρες του επικαιροποιημένου πακέτου μνημονιακών απαιτήσεων των δανειστών από τη Βουλή των Ελλήνων συμπεριλαμβάνει και ένα πρωτόγνωρο για τα δεδομένα της Ελλάδας, αλλά και της Κύπρου μέτρο, του «μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής του προϋπολογισμού», κοινώς γνωστού και ως «κόφτη» των δημόσιων δαπανών. Ο μηχανισμός θα ενεργοποιείται αυτόματα στις αρχές Ιουνίου κάθε δημοσιονομικού έτους και ως το 2020, εφ’ όσον διαπιστώνεται απόκλιση πέραν του 0.25% του ΑΕΠ, επιβάλλοντας περιστολή πλειάδας δημόσιων δαπανών προκειμένου να διασφαλιστεί ο ιδιαίτερα φιλόδοξος (και κοινωνικά επώδυνος) στόχος επίτευξης υψηλών πρωτογενών πλεονασμάτων που το 2018 και 2019 θα πρέπει να φτάσουν στο 1.75% και 3.5 % του ΑΕΠ αντίστοιχα. Ειδικότερα, οι περικοπές θα φτάνουν έως το 2% του ΑΕΠ εκάστου έτους, ανάλογα με το ύψος της απόκλισης. Η συνεπής επίτευξη πλεονασμάτων είναι απαραίτητη προκειμένου να αποκατασταθεί η πιστωτική εμπιστοσύνη και διαχειριστική αξιοπιστία της χώρας, ενώ η νομοθέτηση του συγκεκριμένου μηχανισμού αποτέλεσε προαπαιτούμενο του ΔΝΤ, προκειμένου να προσυπογράψει το κλείσιμο της πολύμηνης αξιολόγησης του νέου ελληνικού προγράμματος.
Η επιβολή αυτού του «κόφτη» συγκέντρωσε την αρνητική προσοχή των επιμέρους οικονομικών αναλυτών και των ΜΜΕ στην Ελλάδα, μιας και από το αυτόματο κόψιμο δεν θα εξαιρούνται οι μισθοί των δημόσιων λειτουργών, αλλά και οι συντάξεις που καταβάλει το κράτος. Εν τούτοις, η επιβολή του αυτόματου μηχανισμού και η μη εξαίρεση μισθών και συντάξεων από τη λίστα των εν δυνάμει περικοπτώμενων δαπανών, δημιουργεί ένα νέο κοινωνικό συμβόλαιο στην Ελλάδα μεταξύ κυβέρνησης, δημόσιων λειτουργών και πολιτών εν γένει. Το συμβόλαιο αυτό φιλοδοξεί δια της αυτόματης ενεργοποίησης του δημοσιονομικού «κόφτη» να εγκαθιδρύσει αμοιβαία εξαρτώμενες σχέσεις αυξημένης λογοδοσίας και συνέπειας στην εφαρμογή των κανόνων χρηστής δημοσιονομικής διαχείρισης από την πλευρά της κυβέρνησης και των δημόσιων λειτουργών αφενός και τη συνεπή φορολογική συμπεριφορά των πολιτών (και των εξαρτωμένων μελών των οικογενειών τους) από την άλλη. Στην περίπτωση που υπάρξουν αποκλίσεις από αυτό το νεό συμβόλαιο δημοσιονομικής διαχείρισης της χώρας, τότε τα ως άνω μέρη θα κληθούν να αναλάβουν ένα μέρος του κόστους της απόκλισης. Εγκαθίσταται, λοιπόν, με αυτό τον τρόπο μια σχέση αλληλο-ελέγχου αναφορικά με την επίτευξη και διατήρηση υγειών δημοσιονομικών μεγεθών τα οποία αποτελούν αναγκαία συνθήκη προκειμένου να αποκατασταθεί η αξιοπιστία της χώρας ως δανειζομένου και συνεπώς η ικανότητά της να προσελκύει δάνεια κεφάλαια και άμεσες ξένες επενδύσεις από το εξωτερικό με σκοπό να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη της οικονομίας. Οι εκάστοτε ελλαδικές κυβερνήσεις καθίστανται πλέον άμεσα και καταφανώς υπόλογες στους εκλέκτορές τους για την ικανότητά τους να επιτυγχάνουν τους δημοσιονομικούς στόχους υπό την απειλή αυτόματης ενεργοποίησης του δημοσιονομικού «κόφτη» και της συνακόλουθης ανάληψης περεταίρω πολιτικού κόστους. Ταυτόχρονα, οι δημόσιοι λειτουργοί και οι πολίτες των οποίων η οικονομική ευρωστία θα πληγεί από την ενδεχόμενη περικοπή μισθών και συντάξεων έχουν ισχυρό κίνητρο να αναπροσαρμόσουν τη συμπεριφορά τους στην κατεύθυνση του εντοπισμού και της αποφυγής φορολογικών ατασθαλιών, αλλά και της πιο συνεπούς διεκπεραίωσης των οικονομικών τους συναλλαγών εν γένει. Με αυτό τον τρόπο θα συμβάλλουν στην επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων και στην αποφυγή ενεργοποίσης του αυτόματου μηχανισμού δημοσιονομικής προσαρμογής.
Ένα νεό λοιπόν κοινωνικό συμβόλαιο εγκαθιδρύεται στην Ελλάδα με έξωθεν επιβολή και μετά από σειρά παληνωδιών από τις ελληνικές κυβερνήσεις, ιδίως την παρούσα, οι οποίες ανέβασαν το δημόσιο χρέος και το κόστος της ανάκτησης δημοσιονομικής σταθερότητας σε δυσθεώρητα ύψη. Τα μαθήματα τόσο για την Ελλάδα όσο και την Κύπρο για έγκαιρη λήψη εθελοντικών μέτρων αυτο-ελέγχου και υποκίνησης όλων των κοινωνικών μερών για συνεπή διαχείρηση των δημόσιων οικονομικών, αλλά και την αποφυγή νέου εκτροχιασμού στη μετα-μνημονιακή εποχή, είναι πρόδηλα
Γράφει: Λούκας Γλύπτης