Πλησιάζουν, αισίως (;), οι εθνικές επέτειοι της 25ης Μαρτίου και της 1ης του Απρίλη και, όπως κάθε χρόνο έτσι και φέτος, στη συντριπτική πλειοψηφία των δημοτικών σχολείων της Κύπρου, τα μαθήματα μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα, το κλίμα γίνεται εορταστικό – αφού ξεφορτωθήκαμε τους κατακτητές και θα έχουμε αργίες – και αρχίζουν οι οντισιόν για τη διανομή των ρόλων για τους εορτασμούς. Κάτι όμως βρωμάει…μπαρούτι!
Τα πιο γεροδεμένα και ψηλά αγόρια θα ντυθούν Κολοκοτρώνηδες, Νικηταράδες, Αυξεντίου και άλλες ηρωικές φυσιογνωμίες και οι εκπαιδευτικοί θα αρχίσουν να ξεσκονίζουν τις στολές των Σουλιωτοπούλων και των νοσοκόμων, αλλά και τα τσεμπέρια για τις μαυροφορεμένες μάνες των αγωνιστών τις οποίες υποδύονται τα κορίτσια. Οι θεατρικές σκηνές των σχολείων ματαμορφώνονται σε Ζάλογγο, Μαχαιρά και Αχυρώνα του Λιοπετρίου και οι εκπαιδευτικοί προτρέπουν όσα αγόρια της τάξης έχουν ψεύτικα όπλα και στολές παραλλαγής στο σπίτι να τα φέρουν για τη γιορτή…κάτι σαν επιστράτευση δηλαδή. Και τη μέρα της γιορτής, αφού καταφθάσουν οι περήφανοι γονείς για να δουν τα σπλάχνα τους στο θεατρικό σανίδι, η κατάσταση θυμίζει σκηνικό πολεμικής ταινίας. Κουφάρια παιδιών που έκαψαν οι συμμαθητές τους – Άγγλοι αποικιοκράτες – κυλιούνται έξω από τσουρουφλισμένα κρησφύγετα, κορίτσια με αυτοκτονικές τάσεις πηδούν σε γκρεμούς για να γλιτώσουν από τα χέρια των Οθωμανών και οι μάχες μεταξύ των ηρώων μας και των ξένων κατακτητών «μεταφέρουν το κλίμα της εποχής»…στο σχολείο!
Οι συγκεκριμένες συμβολικές αναπαραστάσεις της βίας οδηγούν στη δημιουργία μιας κουλτούρας της βίας, ενός πολιτισμού του πολέμου και διδάσκουν στα παιδιά ότι ο καλύτερος τρόπος για επίλυση των διαφορών είναι να εξαλείψουν τους ανθρώπους με τους οποίους έχουν συγκρούσεις. Αυτό το είδος «ιστορικών» αναπαραστάσεων διδάσκει στα παιδιά τη σύγκρουση, τις δολοφονίες και την περιφρόνηση για όσες/όσους είναι διαφορετικές/οί. Τα παιδιά εντάσσονται από μικρά στον κύκλο της βίας. Όχι μόνο συνηθίζουν τη βία και την επιθετικότητα, αλλά επίσης τη θεωρούν αποδεκτή και συναρπαστική. Σαν εκπαιδευτικός, γνωρίζω πως οι περισσότεροι γονείς απαγορεύουν στα παιδιά τους να παρακολουθούν ταινίες με βίαιες σκηνές στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο και πολλοί από αυτούς είναι διστακτικοί στο να αγοράσουν στα παιδιά τους πολεμικά παιχνίδια ή βίαια βιντεοπαιχνίδια. Πώς είναι λοιπόν δυνατόν το «δημοκρατικό και ανθρώπινο» σχολείο που επιθυμούν το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού, αλλά και οι εκπαιδευτικές οργανώσεις, να προωθεί τη βία, τον πόλεμο και τη μισαλλοδοξία;
Ένα δημοκρατικό και ανθρώπινο σχολείο, για να μπορέσει να οικοδομηθεί, χρειάζεται καταρχήν τα αυτονόητα: δημοκρατία και ανθρώπους! Ζώντας σε μια ημικατεχόμενη πατρίδα, μάθαμε ότι ο πόλεμος δεν είναι ούτε παιχνίδι ούτε σκηνή από θεατρική παράσταση για την οποία ντύνεσαι στρατιώτης και μετά ξεντύνεσαι, αλλά σημαίνει θάνατο και δυστυχία. Στον πόλεμο, ο οποίος προωθείται και μέσα από τις συμβολικές αναπαραστάσεις της βίας, οι δημοκρατικοί θεσμοί καταλύονται ή, στην καλύτερη των περιπτώσεων, μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα και οι άνθρωποι πεθαίνουν, ακρωτηριάζονται, χάνουν τα αγαπημένα τους πρόσωπα και στερούνται των βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών τους. Μήπως πρέπει το Υπουργείο να εξετάσει πώς οι συγκεκριμένες βίαιες πρακτικές, οι οποίες γίνονται ανεκτές εδώ και χρόνια στις σχολικές γιορτές – με την ανοχή όλων μας – έρχονται σε αντίθεση με τους εκπαιδευτικούς στόχους που το ίδιο θέτει, αλλά και με τις σύγχρονες μεθόδους διδασκαλίας;
Ως αντεπιχείρημα προς τα πιο πάνω, προτάσσεται η άποψη μιας ομάδας συναδέλφων που υποστηρίζει ότι «τόσες γενιές μεγάλωσαν με τις εθνικές επετείους και δεν έπαθαν τίποτε». Θα έλεγα στους συναδέλφους να κοιτάξουν απλώς γύρω τους και να διερωτηθούν αν εξαλείφθηκε ο φανατισμός και η μισαλλοδοξία από τον τόπο μας και στο κόσμο, αν η βία συνεχίζει να υπάρχει στα σχολεία μας κι αν οι εξτρεμιστικές και ακραίες ιδεολογίες που δίχασαν το λαό μας στο παρελθόν έχουν απεμποληθεί. Οι απαντήσεις βρίσκονται πολύ κοντά μας: στη διαιώνιση του εθνικού μας προβλήματος, στις επιθέσεις από φανατικούς σε ανθρώπους με διαφορετικό ιδεολογικό ή εθνικο-πολιτιστικό υπόβαθρο και στους ποδοσφαιρικούς αγώνες στα γήπεδά μας.
Ας αναλογιστούμε επιτέλους ως εκπαιδευτικοί, ως γονείς και κυρίως ως άνθρωποι, τι εξυπηρετούν αυτές οι εθνικές επέτειοι. Τι αξίες θέλουμε να καλλιεργήσουμε στα παιδιά μας; Για ένα είμαι σίγουρος: η φιλοπατρία που επιδιώκουμε να μεταφέρουμε στα παιδιά μέσω των γιορτών, δεν καλλιεργείται χτίζοντας προαιώνιους εχθρούς ούτε μετατρέποντας τα σχολεία σε στρατόπεδα, αλλά με κριτική ιστορική διερεύνηση και αποδοχή ότι ο διάλογος είναι ο δρόμος για επίλυση των διαφορών μας.
Γράφει: Λοΐζος Λουκαΐδης