Βρίσκεται σε μια γωνιά της Κρήτης. Και τα έχει σχεδόν όλα. Τους λείπει μόνο το επιχειρηματικό δαιμόνιο.
Για να φανταστείτε, εκεί μπορείς να φας ψάρι φρέσκο. Από αυτό που βγαίνει εκεί, μπροστά στα μάτια σου. Κι αυτό, χωρίς να χρειαστεί να πάρεις δάνειο από την τράπεζα προκειμένου να εξοφλήσεις. Αντίθετα, διερωτάσαι αν χρέωσαν μόνο ποτά και σαλάτες.
Μπορείς να φας νόστιμα μαγειρευτά. Σπιθκιάσιμα που λέμε. Που δεν θυμίζουν μονάδα μαζικής παραγωγής. Με ωραίες σαλάτες και αυθεντική μυζήθρα. Κι όχι “βαφτισμένη”. Να πιείς και μπόλικο (ωραίο) κρασί χύμα. Και παρόλο που είσαι παρέα 10 ατόμων, στο τέλος να ψάχνεις (μάταια) το τρίτο ψηφίο στο λογαριασμό. Και να απέχει πολύ!
Στο τέλος δε, σου κερνάνε και μια πίτα. Ένα καφέ. Ωραίο καρπούζι. Κι ένα καραφάκι ρακί. Έτσι για το γαμώτο.
Μπορείς να διανυκτερεύσεις σε δωμάτια όμορφα και καθαρά. Στα 3 μέτρα από τη θάλασσα και με τιμή με δύο ψηφία. Ανά δωμάτιο! Χωρίς πολυτέλειες και σίγουρα χωρίς διερωτάσαι αν το ενοίκιο αφορά τη βραδιά ή το μήνα.
Ακούστε και το καλύτερο. Μπορείς να πιείς φραπέ σε μια υπέροχη παραλία με 1.80. Κι αναψυκτικό με 70 σεντς. Και νεράκι με 40 σεντς. Και να διερωτάσαι αν είσαι σε μπιτσόμπαρο ή στο ΚΨΜ της μονάδας σου. Oh KOT!
Κι όλα αυτά, κυριολεκτικά μέσα σε μια κρυστάλλινη θάλασσα. Νησιώτικά. Χωρίς αστέρια, awards και αππωμάρες. Έτσι απλά. Με ένα χαμόγελο.
Δεν την έχουν δει Ίμπιζα. Δεν την έχουν δει Λονδίνο. Δεν την έχουν δει Ψαρού.
Είναι το Λουτρό της Κρήτης. Πρόσβαση μόνο δια θαλάσσης. Πανέμορφο. Ποιοτικό. Οικονομικό. Και φιλόξενο.
Είναι κάτι που μας λείπει εμάς; Σίγουρα όχι η ομορφιά. Αλλά στα λοιπά, χάσαμε την μπάλα. Την πήρε μάλλον το επιχειρηματικό δαιμόνιο. Κι όσο κι αν αγαπώ τον τόπο μου, όσο κάποιοι επιλέγετε να με κοροϊδεύετε θα κάνω κι εγώ τις δικές μου επιλογές.
Όσο επιλέγετε λοιπόν να με χρεώνετε διαμονή σε τιμές Hyatt Paris για ένα ύπνο· όσο επιλέγετε να μου πουλάτε το σιεφταλί σε τιμές μπον φιλέ Ιαπωνικής αγελάδας· όσο επιλέγετε να πλασάρετε τυρί καουτσούκ της πλάκας και να το βαφτίζετε χαλούμι· όσο επιλέγετε να χρεώνετε το κρασί σε τιμές Ντομ Περινιον του ‘53 – δεν λέω, καλοχρονιά· όσο επιλέγετε να με χρεώνετε παρκινγκ 5 ευρώ στη χωράφα της παραλίας· όσο επιλέγετε να μου πουλάτε καφέ κι εγώ μάταια να ψάχνω το underground για να φύγω από το London Mayfair· κι όσο επιλέγετε να σας ακουμπώ το μισό του κατώτατου μισθού για κάθε γεύμα εμένα και της οικογένειας μου, άλλο τόσο θα επιλέγω κι εγώ.
Δική σας επιλογή. Και δική μου.
Υστερόγραφο.
Εκεί σε ένα χωριό της Κρήτης, ήταν ένα κοπέλι στην πλατεία. Με το κατεβήκαμε μου φώναξε, «πάρε αυτό το μπουκάλι με το ρακόμελο τζιαι τζιέρασε όλη την παρέα». Ωραία αρχίσαμε, σκέφτηκα. Εμείς που φτιάχνουμε μέλι, μας λέει, έχουμε πάντα την άνοιξη στην καρδιά μας. Γιατί χειμώνα, φθινόπωρο και καλοκαίρι, κυνηγάμε τα ανθισμένα λουλούδια. Και μ’ αυτή τη κουβέντα σύντεκνε, μου έφτιαξες και το χειμώνα που δεν τον αντέχω.
Α, και για να μην ξεχαστώ. Πήραμε τζιαι ρακι, τζιαι μέλι, τζιαι ρακόμελο. Cheers!
Γράφει: Λεόντιος Φιλοθέου
Follow: @leontios_