Την επικαιρότητα τον τελευταίο καιρό φαίνεται να μονοπολεί το θέμα του αορίστου χρόνου στην εκπαίδευση.
Πριν από ακριβώς ένα χρόνο, στις 15/4/2016 πάρθηκε η απόφαση “σταθμός” (Υπόθεση με Αριθμό 118/2012) του Δικαστηρίου Εργατικών Διαφορών για την υπόθεση του κ. Κούλλουρου. Μετά από μια μακροχρόνια νομική μάχη, ο αιτητής κατέστη εργοδοτούμενος Αορίστου Χρόνου, απόφαση που εφεσίβαλε το Υπουργείο Παιδείας[2], οι πλείστες χώρες χρησιμοποιούν συμβάσεις ορισμένου χρόνου για την αντικατάσταση απόντων εκπαιδευτικών και την απασχόληση μη πλήρως καταρτισμένων εκπαιδευτικών στη διδασκαλία. Η Κύπρος έχει την εξής πρωτοτυπία που αναφέρεται στην έκθεση Ευρυδίκη: «Στην Κύπρο, οι ετήσιες συμβάσεις ορισμένου χρόνου συνάπτονται λόγω της έλλειψης εγκεκριμένων θέσεων μονίμων εκπαιδευτικών σε εθνικό επίπεδο. Το γεγονός αυτό σημαίνει ότι, στην πράξη, οι εκπαιδευτικοί μπορεί να εργάζονται με ετήσιες συμβάσεις για πολλά χρόνια πριν να τοποθετηθούν υπό δοκιμή και αναλάβουν καθήκοντα και υποχρεώσεις ως μόνιμοι εκπαιδευτικοί». Το πρόβλημα δηλαδή στην Κύπρο δεν είναι πως έχουμε μη καταρτισμένους εκπαιδευτικούς στα σχολεία μας (ευτυχώς) αλλά πως δεν υπάρχουν εγκεκριμένες θέσεις. Ας εγκρίνει κάποιος τις θέσεις λοιπόν…
Όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, στον νόμο που ψηφίστηκε στην Κύπρο, ανάμεσα σε άλλους αντικειμενικούς λόγους που αιτιολογούν τη χρήση συμβάσεων ορισμένου χρόνου, μπήκε και η πρόταση «όταν ο εργοδοτούμενος αναπληρώνει κάποιον άλλο εργοδοτούμενο». Επομένως, για να μπορούν να συμπεριληφθούν και οι αντικαταστάτες στους υπαλλήλους αορίστου χρόνου, πρέπει να τροποποιηθεί η υφιστάμενη νομοθεσία (η οποία τροποποιήθηκε το 2016, ως συμμόρφωση του κράτους σε δικαστικές αποφάσεις εκείνης της εποχής). Πόσο εύκολο είναι να τροποποιηθεί η νομοθεσία; Πώς θα εφαρμοστεί για τους αντικαταστάτες και πώς θα επηρεαστεί ο υπόλοιπος δημόσιος και ιδιωτικός τομέας; Υπάρχει πραγματικά η πολιτική βούληση για μια τέτοια αλλαγή ή απλά είναι κούφια λόγια;
Χωρίς να υπάρχουν έτοιμες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα που προκύπτουν και λαμβάνοντας υπόψη τη δύσκολη θέση στην οποία βρίσκονται τόσο οι επηρεαζόμενοι εκπαιδευτικοί όσο και τα κοινοβουλευτικά κόμματα και το ΥΠΠ, υπάρχουν και αυτές οι επιλογές:
- Αναστολή της εφαρμογής του σχεδίου διορισίμων μέχρι να ετοιμαστούν οι κανονισμοί και να μελετηθούν εις βάθος οι επιλογές. Ο τομέας της Παιδείας δεν κάνει για πειραματισμούς ούτε για πυροτεχνήματα.
- Άμεση μονιμοποίηση όλων των συμβασιούχων όλων των βαθμίδων, αφού σύμφωνα με τις ανάγκες σε διορισμούς που έχει δημοσιοποιήσει πρόσφατα το ΥΠΠΗ εφαρμογή του σχεδίου διορισίμων και ο διαμοιρασμός των διορισμών 50-50, να ισχύει μόνο για τις μόνιμες θέσεις που προκύπτουν. Συμβάσεις ορισμένου χρόνου πλέον θα πρέπει να δίνονται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις και οι αντικαταστάσεις θα πρέπει να συνεχίζονται αποκλειστικά από τον υφιστάμενο κατάλογο, ο οποίος δε θα καταργηθεί ΠΟΤΕ. Με το πέρας της δεκαετίας (2027) ή σε μεταγενέστερη χρονολογία θα μετατραπεί σε κατάλογο αντικαταστατών και πλέον οι μονιμοποιήσεις θα γίνονται από τον νέο κατάλογο.
Υπάρχουν και άλλες, δεκάδες εισηγήσεις που θα μπορούσαν να αναφερθούν για τον τρόπο πρόσληψης εκπαιδευτικών αλλά θα αρκεστώ σε αυτές που σχετίζονται με το συγκεκριμένο θέμα. Η ουσία είναι πως αν το ΥΠΠ θέλει να εναρμονιστεί πραγματικά με τα υπόλοιπα κράτη της Ευρώπης, σε σχέση με τα συμβόλαια και το καθεστώς εργοδότησης των εκπαιδευτικών, προβλέποντας και τις πιθανές συνέπειες που θα έχει μια πιθανή εφαρμογή του αορίστου στην εκπαίδευση, θα πρέπει να μονιμοποιήσει ΑΜΕΣΑ όλους τους συμβασιούχους και να εξασφαλίσει πως οι αντικαταστάτες θα συνεχίσουν να προσφέρουν την πολυδιάστατη εμπειρία τους στα παιδιά μας.
[2]http://eacea.ec.europa.eu/education/eurydice/documents/key_data_series/151EL.pdf
[3]http://www.paideia-news.com/index.php?id=109&hid=25513&url=
Γράφει: Λεωνίδας Χατζηλοΐζου