Ένα σημαντικό ζήτημα το οποίο παραβλέπεται συνήθως, είναι η εμμονή προς στερεοτυπικών προσεγγίσεων του «ξένου» στην Κύπρο, οι οποίες παρεμπιπτόντως απεικονίζονται σε διαφορετικές θεματικές σαν να μην έχουν σχέση μεταξύ τους.
Εκ των πραγμάτων αυτή η προσέγγιση είναι λάθος, και υπάρχει όχι μόνο ασυμβατότητα αυτών των απεικονίσεων με την πραγματικότητα αλλά και η ενίοτε σύγκρουση εννοιών που χαρακτηρίζουν τις διαφορετικές πραγματικότητες που αντιμετωπίζουν όσοι δεν είχαν την τύχη να γεννηθούν στην Κύπρο από Κύπριους γονείς. Για παράδειγμα, κάποιοι ξένοι είναι μετανάστες, κάποιοι όχι.
Υπάρχουν οι Ξένοι…
Ο Πρόεδρος Αναστασιάδης με αντιπροσωπεία επενδυτών από το Κατάρ, εμφανίζεται στα ΜΜΕ με φιλοξενία «7 αστέρων».
…και οι ξένοι
Εικόνα από την «αίθουσα δραστηριοτήτων» στο κέντρο πολιτικών προσφύγων στην Κοφίνου.
Η μετανάστευση, είτε νόμιμη είτε παράτυπη (και όχι λαθραία όπως λανθασμένα συνεχίζουν να αναπαράγουν κάποια ΜΜΕ) σαν όρος χαρακτηρίζουν άτομα τα οποία αφού έχουν ή δεν έχουν διασφαλίσει όλη αυτή τη χαρτούρα που χρειάζεται για να εισέρθουν και να παραμείνουν στην Κυπριακή Δημοκρατία. Δουλεύουν στα χαμηλότερα εισοδηματικά επαγγέλματα (αλιεία, γεωργοκτηνοτροφία, οικιακά κτλ) με απόλυτο έλεγχο της άδειας παραμονής τους στον εργοδότη και για θέματα που προκύπτουν υπόκεινται στην ουσία στο «Τμήμα Αλλοδαπών και Μετανάστευσης». Οτιδήποτε χρειάζονται είτε είναι αλλαγή εργοδότη είτε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, πρέπει να περάσει μέσω αυτού του «βιοπολιτικού», όπως θα χαρακτήριζε ο Φουκώ, θεσμού. Σε περιόδους οικονομικής κρίσης, το κράτος (αναλόγως της ιδεολογικής κατεύθυνσης του πολιτικού προσωπικού που κυβερνά) τους κατατρέχει είτε με περεταίρω πολιτικές «σεκιουριτοποίησης», οι οποίες όχι μόνον δεν λύνουν το πρόβλημα των χαρτιών, αλλά ωθούν περισσότερους μετανάστες στη μαύρη αγορά. Εκεί όπου τα μεροκάματα είναι ποιο φθηνά, ρίχνουν το μεροκάματο και στην ελεγχόμενη αγορά εργασίας, αλλά υπόκεινται και σε σοβαρό κίνδυνο από διάφορα κυκλώματα αντζέντηδων, δικηγόρων και λοιπών τσαρλατάνων που θησαυρίζουν πάνω στην δυστυχία τους.
Παράδειγμα θύματος αυτής της πολιτικής είναι και η πρόσφατα φτωχή νεκρή μητέρα η οποία θα μας συγκλονίσει ακόμη μια βδομάδα και μετά θα έχουμε συνεχίσει κανονικά τη ζωή μας, χωρίς να έχουμε καταλάβει τι σημαίνει αυτού του είδους θάνατος σε μια κοινωνία. Σ’ αυτή την κατηγορία εμπίπτουν ακόμη και οι οικιακές εργάτριες οι οποίες έχουν τύχει σεξουαλικής κακοποίησης από εργοδότες και οι οποίες γνωρίζοντας ότι «αποδρώντας» από την δουλειά τους ουσιαστικά έχουν χάσει το δικαίωμα παραμονής στην χώρα, με την αστυνομία πολλές φορές να τις απελαύνει πριν καν εξετάσει τις καταγγελίες τους. Σ’ αυτή τη κατηγορία εμπίπτουν και τα καθημερινά πάμπολλα θύματα εμπορίας (είτε εργατικής είτε σεξουαλικής) τα οποία ακούν μόνο όσοι ασχολούνται επαγγελματικά με το θέμα. Σ΄ αυτή τη κατηγορία έχουμε και τις περιπτώσεις «επιτυχία», όπου οι εργαζόμενοι έχουν συμπληρώσει 4 χρόνια, έχουν βγάλει 340 το μήνα και πάνε ευχαριστημένοι πίσω στην χώρα τους, ενώ οι εργοδότες τους έχουν βγάλει υπερδιπλάσια σε κέρδος και το κράτος σε κοινωνικές ασφαλίσεις τις οποίες δεν θα δουν ποτέ τους φεύγοντας από το νησί. Το κράτος τους κατατρέχει, είτε για να τους επαναπροωθήσει (δηλαδή να τους κάνει πρόβλημα σε άλλους), είτε να τους ενσωματώσει στην αγορά εργασίας εννοείται χωρίς δικαιώματα. Η μετανάστευση για πολλούς ανθρώπους σ’ αυτή τη κατηγορία δεν είναι θέμα επιλογής, αλλά ζήτημα επιβίωσης είτε λόγω φτώχειας είτε λόγω πολέμων και κατατρεγμών.
Αντίθετα, οι αστοί δεν είναι ποτέ μετανάστες. Για παράδειγμα, έχετε προσέξει ποτέ να αποκαλούνται οι Ρώσσοι μεγιστάνες «μετανάστες»; Αγοράζουν επαύλεις και «εγκαθίσταται», μέχρι τον επόμενο προορισμό τους. Απολαμβάνουν υπηκοότητες (με αγορά ακινήτων αξίας 300,000 ευρώ και άνω), ευκαιρίες για επενδύσεις οι οποίες ρίχνονται στα πόδια τους, το κράτος τους τρέχει…. για να τους πουλήσει επιχειρήσεις και να τους υποδεχτεί. Η επιλογή ενός κοσμοπολίτη επιχειρηματία να αλλάξει τόπο διαμονής και εργασίας γιορτάζεται είτε σαν εισδοχή εξειδικευμένου εργατικού προσωπικού (επαγγελματίες, τεχνοκράτες), είτε μεταφράζεται σαν επενδύσεις. Όπως και να έχει, η συνεισφορά τους στην οικονομία του τόπου «από τα πάνω», είτε παραβλέπει εντελώς το γεγονός ότι είναι «ξένοι», είτε αντιθέτως απολαμβάνουν την λεγόμενη «Κυπριακή φιλοξενία», με το αζημίωτο φυσικά. Ο μετανάστης σαν έννοια εμφανίζεται ακριβώς με την εμφάνιση των συνόρων ενός κράτους, οπόταν και γι αυτό το λόγο φαίνεται πως όρος δεν περιλαμβάνει (οποιονδήποτε μπορεί να υπερβεί τα «εμπόδια» λόγω ευκατάστατης κοινωνικής θέσης) ούτε τους Σείχηδες οι οποίοι κάθονται με τον πρόεδρο για επενδύσεις, ούτε τους Κινέζους και Ρώσσους επιχειρηματίες που αγοράζουν επαύλεις σε Λεμεσό και Πάφο, αναγκάζοντας τους developers να αναρτούν γιγαντοαφίσες με κινέζικα, αραβικά και ρώσικα ακριβώς διότι αυτή είναι η αγορά τους. Ακόμη και το ΕΛΑΜ μιλάει για ξένες επενδύσεις, βέβαια δεν είναι τόσο βλάκες όσο θέλουν πολλοί να πιστεύουν. Παραλλαγές της οικονομικής ρητορείας του ΕΛΑΜ βρίσκουμε σε άλλα κόμματα στην Κύπρο ακόμη και του αποκαλούμενου κέντρου αλλά και μέρη της αριστεράς.
Τέλος, ελπίζοντας σε δημιουργία κριτικών σκέψεων και διαλόγου, είναι και το ζήτημα των συνθηκών που ιστορικά καθορίζουν αυτές τις πολιτικές και έννοιες. Η μετανάστευση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο συγκαταλέγεται είτε στον οικονομικό τομέα (κέντρο-αριστερά μέχρι κέντρο- δεξιά) είτε στους τομείς της ασφάλειας και πρόληψης εγκληματικότητας (από δεξιά μέχρι ακροδεξιά). Θεωρώ όμως ότι και με αυτές τις δύο προσεγγίσεις, αποσιωπείται ένα σημαντικό σημείο, αυτό της ιστορικότητας. Η νέα τραγωδία στο Φαρμακονήσι, πριν από λίγους μήνες στην Λαμπεντούσα, και πολλά άλλα περιστατικά ενώ δημιουργούν χώρο για διάλογο «τι να κάνουμε με αυτούς του ανθρώπους;» ή «τι κάνουν αυτοί εδώ;» συνήθως αφήνουν εντελώς στο σκοτάδι ερωτήσεις όπως «τι κάναμε εμείς (σ.σ Ε.Ε) εκεί;», δηλαδή ποιος ο άμεσος ή έμμεσος ρόλος της Ε.Ε και των λοιπών ανεπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών διαχρονικά στην δημιουργία μεταναστών και πολιτικών προσφύγων. Η ταυτότητα του μετανάστη που εμφανίζεται έτσι ξαφνικά χωρίς ιστορία, χωρίς να μας ενδιαφέρουν τα βάσανα του για να φτάσει στα σύνορα και να ονομαστεί «μετανάστης» ή «πολιτικός πρόσφυγας», είναι άκρως προβληματική. Ακόμη και όταν το ενδιαφέρον είναι ανθρωπιστικό και όχι καταδιωκτικό. Έτσι απαλλασσόμαστε από οποιεσδήποτε πρότερες ευθύνες και μπορούμε να βλέπουμε το ζήτημα μέσα από ένα ηθικό πλαίσιο, το οποίο με την οικονομική κρίση καταρρέει σαν χάρτινος πύργος, δίνοντας προώθηση σε ρατσιστικές αντιλήψεις συνδεόμενες με τις έννοιες και τις αιτιολογίες που έχουν δημιουργηθεί μέσα ακριβώς από το ηθικό πλαίσιο. Η επαναλαμβανόμενη έκφραση «τώρα έχουμε κρίση πρέπει να δούμε τα δικά μας», είναι ακριβώς απόρροια αυτής της προβληματικής.
Ίσως, λέω ίσως το ζήτημα της μετανάστευσης να είναι εν τέλει ζήτημα ταξικό, ιστορικό και να συνδέεται άμεσα με το κοινωνικό-οικονομικό σύστημα και όχι τόσο πολύ με ατομικές αναχρονιστικές ή προοδευτικές θέσεις ορισμένων ανθρώπων;
ΥΓ: Στις 23 Ιανουαρίου 2014, έκανε πρεμιέρα στο διεθνές φεστιβάλ κινηματογράφου του Ρόττερνταμ το ντοκιμαντέρ-οπτική έκθεση «Evaporating Borders» το οποίο καταπιάνεται με αυτά τα ζητήματα, και στο οποίο είχα την τιμή και χαρά να συμμετέχω. Θα είναι σίγουρα ενδιαφέρον οι συζητήσεις οι οποίες θα ακολουθήσουν από την προβολή του στην Κύπρο (δεδομένου ότι αναφέρεται στην Κύπρο), όπως έχουν ξεκινήσει ήδη μετά από κάθε προβολή μέχρι στιγμής. Ήδη έχει συγκαταλεχθεί για το φεστιβάλ του Human Rights Watch στο Λονδίνο τον ερχόμενο Μάρτιο.
Γράφει: Λέανδρος Σαββίδης