Έχετε ξανακούσει τον όρο McJobs;
McJob είναι αργκό για χαμηλά αμειβόμενες, χαμηλού κύρους αδιέξοδη εργασία που απαιτεί λίγες δεξιότητες και προσφέρει πολύ μικρή πιθανότητα για προσωπική και κοινωνική εξέλιξη. Ο όρος McJob προέρχεται από το όνομα της γνωστής αλυσίδας fast-food, αλλά χρησιμοποιείται για να περιγράψει οποιαδήποτε εργασία χαμηλού επιπέδου – ανεξάρτητα από τον εργοδότη – όπου απαιτείται ελάχιστη εκπαίδευση, ο κύκλος εργασιών του προσωπικού είναι υψηλή, και οι δραστηριότητες των εργαζομένων ρυθμίζονται αυστηρά από τους διαχειριστές των επιχειρήσεων.
Οι Freeters από την άλλη είναι μια Ιαπωνική έκφραση για τους ανθρώπους που δεν έχουν πλήρη απασχόληση, ενίοτε εθελοντικά. Ο όρος επίσης μπορεί να περιγράψει μια κατάσταση υποαπασχόλησης ή freelance εργαζομένων. Σε αυτή τη κατάσταση συνήθως βρίσκονται νέοι που δεν μπορούν να έχουν σταθερή εργασία ή να κτίσουν καριέρα μετά το λύκειο ή το πανεπιστήμιο, αλλά, αντίθετα, επιβιώνουν από χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας κυρίως λόγω της χαμηλής ειδίκευσης των εργασιών που αναλαμβάνουν.
Οι δύο όροι συνδυάζονται σε μια κατάσταση διαρκώς αυξανόμενης ανεργίας και της οικονομικής κατάστασης που επικρατεί σήμερα και στην Κύπρο. Η άνοδος των McJobs, έχει μπει για τα καλά στη ζωή εμάς των νέων και όχι μόνο. Αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών και οικονομικών σχεδιασμών, οι McJobs , αρκετά διαδεδομένες στις ανεπτυγμένες χώρες του καπιταλισμού, είναι ήδη μέρος της ζωής χιλιάδων νέων, ειδικά πολλών σπουδασμένων ανέργων.
Οι freeters, όντας μερικές φορές και μέρος μιας κουλτούρας lifestyle αναρχισμού, με δόσεις υπαρκτού προβλήματος υπαρξιακών αναζητήσεων, απορροφά κάθε μέρα και περισσότερους νέους που προσπαθούν να επιβιώσουν και παράλληλα να βρουν τη θέση τους και τον εαυτό τους σε αυτό το κόσμο. Η freelance εργασία μάλιστα πλασάρεται και σαν ένας τρόπος ατομικής αντίστασης στο «σύστημα», εννοώντας σε αυτή τη περίπτωση τις πλατιές μάζες των εργαζομένων οι οποίοι έχουν «κολλήσει» σε μια δουλειά για χρόνια. Θεωρούν ότι με αυτό τον τρόπο, οποίος αξίζει και δουλέψει θα πάρει αυτό που πρέπει, μια πρωτοφανής επιστροφή στην προτεσταντική ηθική που έχει γεννήσει τις αξίες του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής.
Συνήθως αυτή η κατάσταση πραγμάτων προωθείται μέσα από την εμπλοκή μιας ιδεολογίας διαρκούς περιπέτειας, κάτι που ελκύει τους νέους, όπου ο ατομισμός και η μη δέσμευση σε μια δουλειά θεωρούνται προτερήματα και τα ευέλικτα εργασιακά προγράμματα παραδεισένια, επειδή έτσι μπορούν να συνδυαστούν με «μαγικά ταξίδια» και «πεταχτές εκδρομές» ανάμεσα σε δουλειά και ελεύθερο χρόνο, θολώνοντας τη γραμμή μεταξύ των δυο. Έτσι, μας λένε οι θιασώτες της περιπέτειας αυτής, οι νεαροί μπορούν να ταξιδέψουν τον κόσμο και να κερδίσουν πολλές ώρες «ελευθερίας» από την μονότονη ζωή και τη «βαρεμάρα» της σταθερής εργασίας. Αυτή η λογική προωθείται από τη πλευρά της εργοδοσίας και διασφαλίζει ένα εύκολο τρόπο αποδοχής όρων εργασίας πολύ χειροτέρων από τους πολίτικα άπειρους και κοινωνικά απαθείς νέους μας.
Τα προγράμματα από το υπουργείο Εργασίας που πλασάρονται δήθεν για «εμπειρία και απασχόληση», στην ουσία έχουν σκοπό την ανακύκλωση της ανεργίας αλλά και την δομημένη προσαρμογή των νέων στο νέο εργασιακό καθεστώς. Οι περισσότεροι freeters, όχι μόνο δεν ζουν αυτή τη παραμυθένια περιπέτεια, αλλά το ακριβώς αντίθετο, βρίσκονται κάθε μέρα που περνά σε χειρότερη θέση, κολλημένοι με δουλειές που δεν έχουν καμιά σχέση με την ειδίκευσή τους, χωρίς προοπτικές και μέλλον. Για την πλειοψηφία, η κατάσταση όχι μόνο δεν μετουσιώνεται σε ελευθερία, αλλά βιώνουν μια πολύ διαφορετική πραγματικότητα από αυτή που πλασάρεται: βιώνουν το εργασιακό καθεστώς των McJobs.
Εύκολα μπορεί κανείς να φέρει στο μυαλό εικόνες με νέους σε 2 και 3 δουλειές για να τα βγάλουν περά, αφού με ατομικές συμβάσεις και συμβόλαια μερικής απασχόλησης τέτοιες δουλειές δεν μπορούν να εξασφαλίσουν ούτε στο ελάχιστο την επιβίωση. Μ’ αυτό τον τρόπο, οι νέοι δουλεύουν για να ζουν και ζουν για να δουλεύουν. Άλλοι φυσικά είναι σε μια κατάσταση μεταξύ ανεργίας και μερικής απασχόλησης μετρώντας συνεχώς μέχρι που θα τους φτάσει το πουγκί τους.
H ευέλικτη εργασία στην ουσία είναι μια εύηχη φράση για την επικάλυψη της ανασφάλιστης εργασίας, των ατομικών συμβάσεων, αυτό που ονομάζουμε McJobs. Πολλοί νέοι, στις πιο παραγωγικές ηλικίες της ζωής τους χάνουν την δυνατότητα να προσφέρουν στην κοινωνία αναλώνοντας τους εαυτούς τους μεταξύ του πατρικού τους σπιτιού και «κουτσοδούλια» που μπορεί να βρουν από δω και από κει. Φυσικά απώλειες έχει και ολόκληρη η κοινωνία που χάνει αυτές τις υπερπολύτιμες παραγωγικές δυνάμεις της. Δεν είναι τυχαίο ότι σε όλη την Ευρώπη παρατηρείται άνοδος όλο και περισσότερων νέων να μένουν στα σπίτια των γονιών τους ακριβώς για το λόγο απουσίας μόνιμης και σταθερής εργασίας (όσοι δεν έχουν είναι σε ακόμη πιο δυσχερή θέση). Δεν είναι τόσο θέμα κουλτούρας, αλλά θέμα οικονομικών επιλογών.
Η νεοφιλελεύθερη λογική έχει εισχωρήσει για τα καλά στον τρόπο σκέψης μας, και αδυνατώντας να αντιληφτούμε κριτικά την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε, τείνουμε να θεωρούμε τα βασικά μέχρι σήμερα, τα κατακτημένα με αίμα εργατικά δικαιώματα, ως προνόμια. Δεν μπορούμε να αντιληφτούμε ότι αυτό που πολλοί εύχονται να χαθεί με πρόσχημα την ξύλινη γλώσσα των υποστηρικτών του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, όπως η ανάπτυξη, ή ανταγωνιστικότητα κ.α. είναι το ίδιο μας το μέλλον, η ίδια μας η ζωή. Το 8ωρο, ένας αξιοπρεπής μισθός (livingwage), η ασφάλιση στα αυτιά πολλών ακούγονται σαν «υπερπρονόμια» των εργαζομένων και που αυτή η «καλοπέραση» έχει φέρει την οικονομία σε κρίση, αφήνοντας στο απυρόβλητο τους μεγάλους παίκτες του παιχνιδιού. είτε λόγω άγνοιας είτε λόγω αδυναμίας «να τα βάλουν με τα μεγάλα συμφέροντα». Οι τωρινοί νέοι της Κύπρου, μεγαλώσαμε χωρίς καμία έννοια συλλογικότητας πέραν από τις δοτές ταυτότητες της αγοράς, πολλοί χωρίς να ξέρουν τι σημαίνει να απαιτούν τα δικαιώματα τους μαζικά.
Τα ταξίδια, η περιπέτεια και τα συναφή, για την μεγάλη πλειοψηφία των freeters είναι απαγορευμένα αφού τα οικονομικά τους, δεν τους επιτρέπουν ούτε φτηνές διακοπές. Όσοι τα καταφέρουν να λειτουργήσουν σε ένα σχετικά πιο άνετο πλαίσιο, πρέπει να δουλεύουν συνεχώς, ακόμα και την ξεκούραση τους, διαλύοντας βασικά το διαχωρισμό εργασίας και ελευθέρου χρόνου. Αυτή η θολούρα των ορίων μεταξύ των δύο, ενσωματώνει περισσότερη δουλειά και μειώνει τον ελεύθερο χρόνο έναντι του αντιθέτου.
Κάπως έτσι λοιπόν, στον 21ο αιώνα, η εργασιακή ανασφάλεια βαφτίζεται περιπέτεια και η μισθωτή σκλαβιά, ελευθερία. Συνεπώς, μάλλον επιβεβαιώνεται η ρήση ότι στην «ελεύθερη αγορά», η ελευθερία είναι στην πραγματικότητα η ελευθερία να πεινάσεις και η ελευθερία στην φτώχεια. Το μέλλον μας κινείται γοργά προς αυτή την κατεύθυνση, γι’ αυτό είναι επιτακτική ανάγκη εμείς οι νέοι να σκεφτούμε τι θέλουμε και πως προχωρούμε. Αυτό το άρθρο δεν είναι μια κραυγή αγωνίας, είναι μάλλον ένα κάλεσμα στους νέους να περάσουν στην αντεπίθεση, και να διεκδικήσουν, να κερδίσουν τη ζωή τους και το μέλλον τους. Αυτή θα είναι η μεγαλύτερη περιπέτεια και συνάμα πρόκληση που έχουμε να αντιμετωπίσουμε, είτε το θέλουμε είτε όχι.
Γράφει: Λέανδρος Σαββίδης